Η 25η Μάρτη θεωρείται ως ημερομηνία έναρξης της ελληνικής
εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης των Ελλήνων στα 1821, αν και στις 21 Μάρτη ο
Κολοκοτρώνης απελευθέρωνε την Καλαμάτα. Βεβαίως, τα χρονικά όρια έναρξης
κοινωνικοϊστορικών γεγονότων είναι συμβατικά πολύ περισσότερο γεγονότων που
πιστοποιούν τις κοινωνικές επαναστάσεις. Αλλά η συγκεκριμένη ημερομηνία,
δοσμένη από την αστική ιστοριογραφία, δεν έχει σχέση τόσο με αυτό που η
ιστοριογραφία γενικά καταγράφει ως επέτειο των ιστορικών γεγονότων. Θα μπορούσε
π.χ. να είναι ένα άλλο γεγονός που προηγήθηκε ή διαδραματίστηκε αργότερα από
την 25η Μάρτη, στα πολλά γεγονότα κρίκους της ελληνικής επανάστασης. Η
συγκεκριμένη ημερομηνία σηματοδοτεί αυτό που η άποψη της «επίσημης» από το
κράτος ιστορίας, θεμελιώνει ως γεγονός έναρξής της. Δηλαδή, την ημερομηνία που,
σύμφωνα με την αστική ιστοριογραφία, η «σημαία της επανάστασης υψώθηκε από το
δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό». Και φαίνεται να επιλέχτηκε, από την κυρίαρχη,
μετά τη νίκη της Επανάστασης, τάξη, για το συμβολισμό της εθνικοαπελευθερωτικής
εξέγερσης και της δημιουργίας του ελληνικού κράτους, θέλοντας να επιβάλει σ'
αυτό το συμβολισμό και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην επανάσταση.
Υπάρχουν, βεβαίως, διαφορετικές απόψεις για το συγκεκριμένο
θέμα. Μια άποψη είναι αυτή που θεωρεί ότι το γεγονός της «σημαίας στην Αγία
Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι ανύπαρκτο. Είναι και η πιο
αντικειμενική. Αλλη άποψη αναφέρει ότι ο δεσπότης αναγκάστηκε από τον
Παπαφλέσα, με το πιστόλι, να «σηκώσει τη σημαία». Σημασία, όμως, έχει ότι η
κυρίαρχη μετά την Επανάσταση τάξη χρειαζόταν και την ορθόδοξη εκκλησία ως ένα
στοιχείο του δικού της εποικοδομήματος που θα επιδρούσε στη δημιουργία
υποταγμένης σ' αυτήν συνείδηση στις λαϊκές μάζες.
Αντιστρατεύονται την
Επανάσταση
Ενας από τους φλογερούς υποκινητές για τον ξεσηκωμό των
Ελλήνων ήταν και ο Παπαφλέσας. Η ηγεσία της επίσημης εκκλησίας και στον
ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας
της «Ελληνικής Νομαρχίας» «Ανώνυμος Ελλην», «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα
τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους
Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες», (Νίκου Μπελογιάννη, «Κείμενα από την
απομόνωση»). Είναι επίσης χαρακτηριστικοί οι διάλογοι του Παπαφλέσα με τους
κοτσαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στο Αίγιο, (τότε Βοστίτσα), στις
26 Γενάρη 1821, όταν ως πληρεξούσιος του Αλέξανδρου Υψηλάντη τους συνάντησε στο
σπίτι τού Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην
Επανάσταση. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, αρνιόταν την επανάσταση ρωτώντας: «Πού
πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος
εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ' εις την εποχήν ταύτην οποία
δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος και όσα
γράφει ο Υψηλάντης;». Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε:«... πιστεύω πως η Ρωσία,
όπου έχει την ίδια θρησκεία μ' εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με
στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα
παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας
ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν
μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ. αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσας,
αδελφός του Παπαφλέσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο
έθνος με το λαό να 'χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο
επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτσαμπάσηδων,
θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.
Αλλά ο Παπαφλέσας τούς δίνει την πρέπουσα απάντηση: «Η
επανάσταση είτε θέτε είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να
την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω το λαό και να την
κάνω. Και τότες όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι, ας τον κόψουν...». Για να
του ανταπαντήσει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Είσαι απατεώνας, άρπαγας,
εξωλέστατος!» (Αμβρόσιος Φραντζής «Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης
Ελλάδας, τ.α΄ σελ. 98).
Οι αντιθέσεις της άρχουσας τάξης
Ο Θ. Κολοκοτρώνης δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τους
Τούρκους, αλλά δυστυχώς και τους Ελληνες προύχοντες της Πελοποννήσου με
κατάλαξη τα θλιβερά γεγονότα του εμφυλίου.
Η άρχουσα τάξη, μετά την επανάσταση και τη δημιουργία του
ελληνικού αστικού κράτους, δεν ήταν ενιαία, (αυτό ως φαινόμενο είναι
αντικειμενικό, υπάρχουν διαφορετικά τμήματα στο εσωτερικό κάθε κοινωνικής
τάξης, αλλά δεν είναι μόνο αυτό ή κυρίως αυτό. Οι κινητήριες δυνάμεις της
επανάστασης, (έμποροι, καραβοκυραίοι, μικροβιοτέχνες, αγροτιά με μικρό ελεύθερο
κλήρο, και ο λαός, οι στρατιωτικοί, (κλέφτες) που προέρχονταν από την αγροτιά),
είχαν κοινό συμφέρον την εθνική απελευθέρωση και συγκρότηση του ελληνικού
έθνους - κράτους, κόντρα στους αντιδραστικούς κοτσαμπάσηδες και την επίσημη
εκκλησία, που αρχικά ήταν εχθροί της επανάστασης, ταυτιζόμενοι με την οθωμανική
εξουσία. Οι οποίοι όμως φαίνεται ήρθαν σε συμβιβασμό με τις προοδευτικές, από
τη σκοπιά των κοινωνικών μετασχηματισμών αστικών τμημάτων της μετέπειτα
άρχουσας τάξης, προκειμένου να συμμετέχουν στην εξουσία, ή και να την
καταλάβουν εξ ολοκλήρου. Και που σε τελευταία ανάλυση, με την έναρξη και
εξέλιξή της, αυτός ο συμβιβασμός δεν ολοκληρώθηκε με «ειρηνικό τρόπο», λόγω των
οξύτατων μεταξύ τους αντιθέσεων. Οι εμφύλιες συγκρούσεις κατά τη διάρκεια της
επανάστασης, έκφραση διαφορετικών ταξικών συμφερόντων και συμμαχιών, αλλά και
των σχέσεων διαφόρων μερίδων της μετέπειτα άρχουσας τάξης με τα διαφορετικά
συμφέροντα ξένων κρατών, (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), ήταν ένα από τα
χαρακτηριστικά της επανάστασης των Ελλήνων. Ετσι οι εμφύλιες συγκρούσεις
αντανακλούσαν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό τής υπό διαμόρφωση αστικής
ελληνικής κοινωνίας και μάλιστα στην ιστορική στιγμή της πορείας για τη
δημιουργία του εθνικού κράτους. Αντιθέσεις που βεβαίως προϋπήρχαν στους κόλπους
της παλιάς φεουδαρχικής κοινωνίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.Για παράδειγμα,
σοβαρές αντιθέσεις εμφανίστηκαν ανάμεσα στους προκρίτους (Ζαΐμηδες, Λόντοι,
Δεληγιανναίοι) και τους στρατιωτικούς (Κολοκοτρώνης), της Πελοποννήσου. Οι
πρόκριτοι βλέπουν ότι τα προνόμια τους απειλούνται από ανερχόμενες δυνάμεις και
δεν το ανέχονται. Επίσης το 1824, είχαν διαμορφωθεί δυο παρατάξεις, (έμποροι
και πρόκριτοι, η μία και μεγαλοκαπεταναίοι, κυρίως Πελοποννήσιοι, η άλλη). Τις
αντιθέσεις τους θα τις λύσουν με τα όπλα. Οι συγκρούσεις μεταξύ τους ξεκινούν
τον Οκτώβρη του 1824 με την άρνηση των κατοίκων της Αρκαδίας να πληρώσουν
φόρους, γεγονός που η τότε κυβέρνηση το αντιμετώπισε στέλονοντας εκεί 500
οπλισμένους Ρουμελιώτες.
Το κοινωνικό περιεχόμενο
Η οθωμανική αυτοκρατορία ήταν καθεστώς φεουδαρχικό και
ιστορικά ξεπερασμένο. Υπήρχε ανάγκη αντικατάστασής του από την ανώτερη
κοινωνική βαθμίδα, τον καπιταλισμό. Το γεγονός ότι δεν είχε ακόμη ανατραπεί,
αποτελούσε και το βασικό εμπόδιο στην ανάπτυξη των νέων αστικών κοινωνικών
δυνάμεων, που αναπτύσσονταν στους κόλπους της, της δικής τους εξουσίας και των
δικών τους σχέσεων παραγωγής.
Αυτές οι νέες ανερχόμενες κοινωνικές δυνάμεις είχαν να
αντιμετωπίσουν το φρενάρισμα της ανάπτυξής τους στα πλαίσια της οθωμανικής
εξουσίας. Αλλωστε, τα συμφέροντά τους απαιτούσαν διαμόρφωση εσωτερικής αγοράς,
ενώ ήδη είχαν αναπτύξει οικονομικούς δεσμούς με την καπιταλιστική Δύση, λόγω
εμπορίου.
Είναι, επίσης, γνωστό ότι το συνειδησιακό υπόβαθρο που
διαμορφώθηκε και ώθησε στην Επανάσταση έχει ρίζες στη γαλλική αστική Επανάσταση
του 1789, και το μεταλαμπάδιασμα των ιδεών της (ελευθερία - ισότητα -
αδελφότητα), από τον «Ανώνυμο Ελληνα με την Ελληνική Νομαρχία», από τον Κοραή
και κυρίως τον Ρήγα. Ο Ρήγας, μάλιστα, είχε συλλάβει την ιδέα της επανάστασης
σ' όλα τα Βαλκάνια, γιατί ήταν πεπεισμένος ότι η απελευθερωτική δύναμη όλων των
Βαλκάνιων, μαζί ήταν πολλαπλάσια μεγαλύτερη, ενάντια στη φεουδαρχία των
οθωμανών, από τον ξεσηκωμό ενός - ενός έθνους ξεχωριστά.
Ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην
προετοιμασία της και στην υλοποίηση της ιδέας του Ρήγα, η Επανάσταση ξεκίνησε,
έγινε με χαρακτήρα εθνικοαπελευθερωτικό και κοινωνικό, ταυτόχρονα.
Τι σηματοδοτεί στις σύγχρονες συνθήκες
Το κύριο, που σαν αποτέλεσμα του ένοπλου ξεσηκωμού
κατακτήθηκε στην Ελλάδα με την Επανάσταση, είναι η δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου
ελληνικού εθνικού κράτους. Ηταν ένα άλμα μπροστά στην ιστορική εξέλιξη, που
συνέβαλε επίσης στην αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.Αυτό το συμπέρασμα
έχει διπλή σημασία για τις σύγχρονες συνθήκες. Η μία είναι η ίδια η επανάσταση
σαν πράξη, το αναπόφευκτό της, όταν οι παλιές σχέσεις φρενάρουν τις νέες
δυνάμεις. Η δράση των καταπιεσμένων λαϊκών μαζών ενάντια στην παλιά εξουσία και
την ξεπερασμένη ιστορικά κοινωνία, για την ανατροπή της και την εγκαθίδρυση της
νέας εξουσίας και την οργάνωση της νέας ανώτερης κοινωνικής βαθμίδας. Οταν οι
λαοί συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της δικής τους απελευθέρωσης, τότε η
δύναμη της δράσης τους γίνεται ακατανίκητη και καμιά εξουσία δεν μπορεί να
σταθεί εμπόδιο στην επαναστατική τους πάλη. Η Επανάσταση του 1821 ήταν
επανάσταση που σαν αποτέλεσμα, μαζί με την απελευθέρωση του έθνους, άνοιξε την
πρώτη σελίδα της νέας κοινωνίας, του καπιταλισμού. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη
σημασία της, το γεγονός δηλαδή ότι ως αποτέλεσμα της νικηφόρας επανάστασης
είναι το πέρασμα από μια κατώτερη κοινωνική βαθμίδα στην ανώτερη.Η συγκεκριμένη
ιστορική επέτειος, όπως κάθε ιστορική επέτειος, έχει ένα συμβολισμό. Αυτόν που
αναδεικνύεται από το αποτέλεσμα και κατέγραψε η ιστορία μέσα από τα πραγματικά
γεγονότα. Αποκτά δε συγκεκριμένο περιεχόμενο σε κάθε ιστορική περίοδο κατά την
οποία γιορτάζεται. Δεν είναι μόνο η επέτειος μνήμης και μνημόνευσης των
προγόνων, που δημιούργησαν το ελληνικό εθνικό αστικό κράτος. Ούτε μόνο το
γεγονός ότι αυτοί έκαναν τότε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Είναι επέτειος
της εθνικής ανεξαρτησίας και σαν τέτοια γιορτάζεται.
Στις σημερινές συνθήκες, το μήνυμα και το νόημά της έχουν
επίσης το δικό τους περιεχόμενο. Σήμερα ο καπιταλισμός ιστορικά είναι ξεπερασμένος. Βρίσκεται
στο στάδιο της αντίδρασης και αυτό το αισθάνεται καθημερινά η εργατική τάξη και
τ' άλλα λαϊκά στρώματα ως την πιο αβάσταχτη κοινωνική καταπίεση και εκμετάλλευση,
τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο την κρίση και την καταστολή. Είναι καπιταλισμός που
σαπίζει και παρασάπισε και ως τέτοιος πρέπει να αντικατασταθεί από την επόμενη
κοινωνική βαθμίδα.
Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, έχοντας ιστορικά, από την
Επανάσταση ακόμη του 1821, αναπτύξει σχέσεις εξάρτησης με το δυτικοευρωπαϊκό
κεφάλαιο, κυρίως το αγγλικό, και αργότερα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με το
αμερικάνικο, συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, διεθνείς και
περιφερειακούς, στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, προκειμένου να ενισχύει την
κυριαρχία της και την εξουσία της πάνω στο λαό. Συμμετέχει στη δράση και
εξάπλωση της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων και τους πολέμους της,
διεκδικώντας την ανάπτυξη των συμφερόντων της πλουτοκρατίας και σε άλλα κράτη και
λαούς, μέσα από το μοίρασμα της ιμπεριαλιστικής λείας.
Η πολιτική, των αντιδραστικών, σε βάρος της εργατικής
τάξης, και του λαού, αναδιαρθρώσεων εντείνει την εκμετάλλευση, τη φτώχεια, την
ανεργία, την εξαθλίωση, αυξάνει τις κοινωνικές ανισότητες, συγκεντρώνει ολοένα
και μεγαλύτερο πλούτο στα χέρια των λίγων ισχυρών επιχειρηματιών, κλέβοντάς τον
από τους άμεσους παραγωγούς του, τους ανθρώπους του μόχθου.
Η πάλη για έξοδο της Ελλάδας από το NATO και την ΕΕ,το μόνο πραγματικά
αντιιμπεριαλστικό αντιπολεμικό αίτημα, ενάντια στην πολιτική των καπιταλιστικών
αναδιαρθρώσεων, για τη διεύρυνση των λαϊκών ελευθεριών, αποτελούν και το
πραγματικό περιεχόμενο της επετείου της Επανάστασης σήμερα. Η πολιτική του
λαϊκού κοινωνικοπολιτικού μετώπου, η αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη,
αποτελούν το σύγχρονο νόημα του 1821.
Αλλά, χωρίς τον επαναστατικό ξεσηκωμό όλων των τότε
καταπιεσμένων δε θα υπήρχε αυτό το ιστορικό γεγονός και το αποτέλεσμά του. Τότε
αντιμετώπισαν τη δυναστεία των οθωμανών μαζί με τη μοιρολατρία των
συμβιβασμένων με την παλιά εξουσία. Ετσι και τώρα η εργατική τάξη, τα
μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, η νεολαία, οι γυναίκες από τα
καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα μπορούν, συγκροτώντας το δικό τους αντίπαλο δέος,
το αντιιμπεριαλιστικό, αντιπολεμικό δημοκρατικό μέτωπο πάλης, μπορούν να
οργανώσουν τη δική τους αντεπίθεση για τη δική τους λαϊκή εξουσία.
Σ' αυτή την επέτειο, οι κυρίαρχοι, οι πολιτικοί τους
εκφραστές θα βγουν με παράτες και νταούλια, για να δώσουν το δικό τους νόημα
και περιεχόμενο, μιας «εθνικά υπερήφανης και ισχυρής Ελλάδας». Είναι το
μεγαλύτερο ψέμα για το λαό, γιατί αυτή είναι η Ελλάδα της πλουτοκρατίας. Ο λαός
μας έχει όλη τη δύναμη, αγνοώντας αυτές τις Σειρήνες, απειθαρχώντας στις
κυβερνητικές επιλογές συμμετοχής στον πόλεμο να ορθώσει εμπόδια σ' αυτή την
ισχυροποίηση και την υπερηφάνεια των κυρίαρχων που τον καταδυναστεύουν, να τους
πληρώσει πολιτικά αποδυναμώνοντάς τους, και να οργανώσει τη δική του σύγκρουση
και ρήξη με το ζυγό, που του επιβάλλει η κοινωνική εκμετάλλευση και καταπίεση.
Και τότε θα 'ναι υπερήφανος, γιατί ως
συνεχιστής της ιστορίας, θα δημιουργεί το δικό του μέλλον.
902.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου