Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

 


Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών σήμερα. Τη φετινή όμως 25η Νοέμβρη υπάρχουν πολύ περισσότεροι λόγοι να «φωτίσουμε» τη θέση των γυναικών και να αντιδράσουμε στη βία εναντίον τους. Βία με διάφορες μορφές και ως μέρος μιας «κουλτούρας» που θέλει να χρησιμοποιείται ο αδύναμος, η αδύναμη, εν προκειμένω με βάση το φύλο, για οικονομική υπερεκμετάλλευση, για να εκτονώνουμε τη δυστυχία που γεννά η κοινωνική οργάνωση και για να υπερισχύουμε έναντι κάποιου, ρόλος ζωτικός γι’ αυτήν.

Γράφει η Μαριάνθη Πελεβάνη

26 Νοε 2020     https://tvxs.gr/news/ellada/bia-kata-ton-gynaikon-mia-alli-pandimia

Στην εποχή του κορονοϊού οι γυναίκες είναι παρούσες στην πρώτη γραμμή της μάχης στα νοσοκομεία, στα supermarket, στην καθαριότητα, υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες, χωρίς ωράρια και συνήθως με επισφαλείς συμβάσεις εργασίας, αλλά κυρίως χωρίς υγειονομική ασφάλεια, έκθετες στις ελλείψεις προσωπικού και μέσων προστασίας. Ταυτόχρονα και στην πρώτη γραμμή της φροντίδας εντός σπιτιού, εντός οικογένειας. Κι όμως όχι απλώς παραμένουν τα πρώτα υποψήφια θύματα της τροφοδοτούμενης βίας αλλά ο εγκλεισμός, λόγω πανδημίας, έχει δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για πολλές γυναίκες. Ο χώρος του σπιτιού είναι ακόμη πιο απειλητικός και η ενδοοκογενειακή βία αυξάνεται ποσοτικά και ποιοτικά. Γι’ αυτό και η πανδημία δεν σταματά την κοινωνική δράση, τη φεμινιστική διαμαρτυρία, όπως λένε φεμινιστικές οργανώσεις και συλλογικότητες γυναικών και καλούν σε εκδήλωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα, στις 4 το απόγευμα, με πανό και φυλλάδια, με την τήρηση όλων των υγειονομικών μέτρων.

«Υπάρχουν αρκετά στοιχεία που δείχνουν τριπλάσια αύξηση των κλήσεων στη γραμμή SOS, 15900, για βία κατά των γυναικών κατά τη διάρκεια του πρώτου εγκλεισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας, οι κλήσεις για περιστατικά βίας τον Απρίλιο έφθασαν τις 1.070, ενώ οι αντίστοιχες κλήσεις το Μάρτιο ήταν 325. Γενικότερα διεθνώς καταγράφηκε από 20% έως 30% αύξηση. Η Γραμματεία Ισότητας έκανε μια καμπάνια ενημέρωσης με βιντεάκι που προβλήθηκε από την τηλεόραση. Αυτή, τη φορά δεν έχει κάνει δημοσίως τίποτε μέχρι στιγμής», λέει στο tvxs.gr, η Σίσσυ Βωβού από Το Μωβ, την Οργάνωση Γυναικείων Δικαιωμάτων.

«Να σημειώσουμε ότι αυτό που είδαμε μέσα στην καραντίνα είναι ότι χρόνια κακοποιητικοί σύζυγοι και σύντροφοι ασκούν και πιο συχνά και πιο έντονα βία. Μετά το τέλος της πρώτης καραντίνας ήταν πολλές οι γυναίκες που ζήτησαν υποστήριξη και νομική βοήθεια. Φαίνεται πως όλη αυτή η εμπειρία της καραντίνας έσπρωξε κάποιες γυναίκες να σπάσουν τον κύκλο της βίας, να κάνουν το βήμα να βγουν από την κακοποίηση. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και φαινόμενα ανεπάρκειας των Αρχών. Υπήρξε για παράδειγμα καταγγελία γυναίκας στο κέντρο μας, η οποία απευθύνθηκε ως θύμα βίας στο αστυνομικό τμήμα, όπου της είπαν ότι δεν μπορούν να την εξυπηρετήσουν λόγω ανστολής των λειτουργιών του τμήματος εξαιτίας της πανδημίας και μετά χρειάστηκε η δική μας παρέμβαση και δημοσιοποίηση της καταγγελίας για να παρέμβει το τμήμα για την εξάλειψη της ενδοοικογενειακής βίας της ΓΑΔΑ και έτσι να μπορέσει η γυναίκα τελικά να καταθέσει τη μήνυσή της. Παρόλη την πρόοδο και την εκπαίδευση της αστυνομίας, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν όργανα της αστυνομίας που αναπαράγουν έμφυλα στερεότυπα. Έτσι συχνά οι γυναίκες δεν ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους, αποτρέπονται από το να καταθέσουν μήνυση τύπου “τώρα που να μπλέκεις” και κυρίως δεν ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία»,  εξηγεί στο tvxs.gr η Αναστασία Κεφαλληνού από το Κέντρο Γυναικείων Μελετών και Ερευνών Διοτίμα.

Γενικότερα, η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών είναι μια παλιά και παγκόσμια πανδημία. Λαμβάνει δε, πολλές μορφές, από σωματικές επιθέσεις έως την εμπορία ανθρώπων, από τη σεξουαλική βία μέχρι τον γάμο μικρών κοριτσιών, από ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων μέχρι γυναικοκτονία, κι από την κακοποίηση έως την υποταγή. Πρόκειται αναμφίβολα για ένα πολιτικό ζήτημα, δεδομένου ότι η βία κατά των γυναικών συνδέεται με ευρύτερα θέματα εξουσίας και ελέγχου στις εξουσιαστικές κοινωνίες μας.

Μέρος αυτών των δομών και τα ΜΜΕ, συχνότερα παίζουν αρνητικά σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή στερεοτύπων που καλούν τη γυναίκα να υποτάσσεται και μιας κουλτούρας κοινωνικής ανοχής απέναντι στην έμφυλη βία. Ο τρόπος κάλυψης των έμφυλων εγκλημάτων από τα ΜΜΕ κάνει λόγο για «εγκλήματα τιμής» και «πάθους», ενώ οι γυναίκες χαρακτηρίζονται ως «άτυχες» και κάποιες φορές υπογείως ως «προκλητικές».

«Στα ΜΜΕ βλέπουμε τίτλους του τύπου “την σκότωσε γιατί την αγαπούσε”, “η ζήλια του όπλισε το χέρι”, κ.λπ. Αυτός ο τρόπος κάλυψης αποκρύπτει τα πραγματικά βαθύτερα αίτια αυτού του εγκληματικού φαινομένου που έχουν να κάνουν με κοινωνικές αντιλήψεις που θέλουν τη γυναίκα υποτελή, ενώ πολλές φορές βλέπουμε να κατηγορούνται τα θύματα γι αυτό που τους έχει συμβεί, ακόμη και μεταξύ σοβαρού και αστείου να σχολιάζεται η εμφάνισή τους, κ.λπ», εξηγεί η Αναστασία Κεφαλληνού.

«Είναι εντυπωσιακό πως παρά την πανδημία και την υγειονομική κρίση, τα τηλεοπτικά κανάλια δεν χάνουν στιγμή να δημιουργούν νέες σκουπιδοεκπομπές που εξευτελίζουν τις γυναίκες, όπως το Bachelor στο οποίο μαλλιοτραβιούνται οι κοπέλες για τον Παναγιώτη και προσπαθούν να εξοντώσουν η μια την άλλη. Στο Big Brother μάλιστα υπήρξε ένας από τους παίκτες που διαφήμισε το βιασμό που θα κάνει αν δεν του κάτσει κάποια γυναίκα, ο οποίος βέβαια τιμωρήθηκε, όμως η “κλασική” αυτή εκπομπή είναι φυτώριο έμφυλης βίας και την καταδικάζουμε, έχουμε δε παραπέμψει κάποια κομμάτια της στο ΕΣΡ», επισημαίνει η Σίσσυ Βωβού.

Εξάλλου πέρα από τις «χτισμένες» κοινωνικές αντιλήψεις ακόμη και το Δίκαιο αντιμετώπιζε τις γυναικοκτονίες ως «εγκλήματα  τιμής» ή «εγκλήματα πάθους». Γιατί όμως γυναικοκτονίες;  Τι είναι η γυναικοκτονία;

 

Οι γυναικοκτονίες είναι δολοφονίες γυναικών λόγω του φύλου τους, με δράστες στην πλειονότητα των περιπτώσεων κακοποιητικούς συζύγους, συντρόφους και συγγενείς, που ασκούν χρόνια βία στα θύματα. Πρόκειται για ανθρωποκτονία γυναικών, από πρόθεση, επειδή είναι γυναίκες και διαπράττεται με κίνητρο την άσκηση κοινωνικού ελέγχου στα σώματα, αλλά και τις επιλογές των γυναικών. Στην ουσία οι γυναικοκτονίες είναι εγκλήματα που στηρίζονται στις βαθιά εμπεδωμένες κοινωνικές αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες  οι γυναίκες πρέπει να είναι υποτελείς στην ανδρική εξουσία, ενώ δυνητικά μπορούν να «τιμωρηθούν» και να «σωφρονιστούν» μέσω της βίας. Δράστης στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι ο πρώην ή νυν σύζυγος ή σύντροφος. Συνήθως ο δράστης είχε μακροχρόνια κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι στη σύζυγο, που είναι συχνά σε θέση οικονομικής αδυναμίας.

Ο όρος καταγράφηκε για πρώτη φορά ως όρος το 1976 από την εγκληματολόγο Νταϊάνα Ράσελ και υιοθετήθηκε από την εγκληματολογία, μετά το 1992. Ο χαρακτηρισμός, η κατανόηση και η καταγραφή αυτών των δολοφονιών καθώς και η νομική αναγνώρισή τους ως γυναικοκτονίες συνιστά πράξη αντίστασης στην απόκρυψη μιας ζοφερής κοινωνικής πραγματικότητας. «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει νομική αναγνώριση της γυναικοκτονίας, που αυτό όμως κυρίως σημαίνει πως δεν καταγράφεται το φαινόμενο, δεν συγκεντρώνονται τα στοιχεία και τα δεδομένα, γεγονός που δεν συμβάλει στην εξάλειψή του», επισημαίνει η Αναστασία Κεφαλληνού.

Τι θα σήμαινε μια νομική αναγνώριση του όρου γυναικοκτονία;

«Η νομική αναγνώριση της γυναικοκτονίας, της εκ δόλου δηλαδή αφαίρεσης της ζωής γυναικών επειδή είναι γυναίκες, δεν συνιστά ένα “νέο” αδίκημα. Πρόκειται για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, που σύμφωνα με το άρθρο 299 του Ποινικού Κώδικα τιμωρείται όχι μόνο με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, αλλά με βάση τον νέο ΠΚ και με την ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών», λέει στο tvxs.gr η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν, δικηγόρος, από το Κέντρο Διοτίμα και επισημαίνει: «Ωστόσο, στην πράξη, σε πολλές περιπτώσεις η ποινή αυτή μειώνεται λόγω των ελαφρυντικών περιστάσεων που αναγνωρίζονται από το δικαστήριο. Επομένως, ο δράστης συχνά τιμωρείται με μικρότερη ποινή. Για αυτό το λόγο ζητάμε να εισαχθεί επιβαρυντική περίσταση σε περιπτώσεις τέτοιων αδικημάτων. Η βαρύτερη τιμωρία προκύπτει από την κοινωνική ανάγκη και το αίτημα να παταχθεί το φαινόμενο της βίας εναντίον των γυναικών, το οποίο έχει λάβει ιδιαίτερα μεγάλες διαστάσεις. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί πως είναι απαραίτητη η συλλογή και η επεξεργασία τέτοιων στοιχείων, που δυστυχώς λείπουν από τη χώρα μας».

Οι ζωές σε αριθμούς

Πενήντα γυναίκες στην ΕΕ δολοφονούνται κάθε εβδομάδα από το νυν ή πρώην σύντροφό τους. Στην Ελλάδα από το 2011 έχουν ατύπως καταγραφεί 62 γυναικοκτονίες και 27 απόπειρες, ενώ το 2020 11 γυναίκες έχασαν τη ζωή τους με αυτόν τον τρόπο. Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, τη μεγαλύτερη δημοσκοπική έρευνα που έχε διεξαχθεί παγκοσμίως, για τη βία κατά των γυναικών, καθώς σε αυτή συμμετείχαν περισσότερες από 42.000 γυναίκες, ηλικίας από 18 έως 74 ετών, τα στατιστικά σοκάρουν. 1 στις 3 γυναίκες στην ΕΕ έχει υποστεί σωματική βία από την ηλικία των 15 ετών και άνω· 1 στις 2  έχει βιώσει ψυχολογική βία από τον σύντροφό της·  1 στις 10 έχει ζήσει σεξουαλική βία· 1 στις 8 έχει υποστεί οικονομική βία από το σύντροφό της.  Kάθε έξι ώρες δολοφονούνται παγκοσμίως 6 γυναίκες από τους συντρόφους.

Τα στοιχεία αυτά είναι ενδεικτικά, καθώς μεγάλος αριθμός γυναικών δεν καταγγέλλουν τη βία που υφίστανται. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μόνο 1 στα 3 θύματα βίας από τον σύντροφο και 1 στα 4 θύματα από μη συντρόφους, καταγγέλλουν το περιστατικό στις Αρχές. Γι αυτό και τα κράτη δεν διαθέτουν ολοκληρωμένα και συγκριτικά δεδομένα για την έκταση και τη φύση του φαινομένου, καθιστώντας την έμφυλη βία ένα φαινόμενο «αόρατο». Σύμφωνα με την πανελλαδική έρευνα της Actionaid 9 στις 10 γυναίκες παρενοχλούνται σεξουαλικά στην εργασία τους και 2 στις 3 γυναίκες του δείγματος έχουν έμμεση γνώση ή/και έχουν υπάρξει προσωπικά μάρτυρες σεξουαλικής παρενόχλησης.

Γυναικοκτονίες στην Ελλάδα τους τελευταίους 12 μήνες

 

Στις 28/11/2019 η 31χρονη Κλειώ, ΑΜΕΑ, ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από τον 40χρονο φίλο της μέσα στο σπίτι τους στον Κατσαμπά Ηρακλείου Κρήτης.

Στις 22/12/2019 η 33χρονη Αδαμαντία δολοφονήθηκε από τον 54χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του μέσα στο σπίτι τους, όπου βρίσκονταν και το 4χρονο παιδί τους, στη Νέα Αλικαρνασσό Κρήτης.

Στις 23/01/2020 μια 50χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον 48χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του κι αυτοκτόνησε με το ίδιο όπλο μέσα στο σπίτι τους στην Μακρακώμη Φθιώτιδας.

Στις 29/01/2020 η 32χρονη Evin Ekrem Ali δολοφονήθηκε από τον 45χρονο σύζυγό της, ο οποίος της κατάφερε πολλαπλές μαχαιριές στο κέντρο υποδοχής προσφύγων στο Λαύριο, όπου ζούσαν με τα 4 παιδιά τους ηλικίας 5, 7, 11 και 13 ετών. Κουρδικής καταγωγής από την Rojava της Συρίας.

Στις 03/03/2020 μια 44χρονη γυναίκα πέθανε από ασφυξία ενώ αντιστέκονταν κατά τη διάρκεια του ομαδικού βιασμού της από 2 άντρες ηλικίας 47 και 50 ετών. Η γυναίκα βρέθηκε νεκρή ημίγυμνη σε ένα χαντάκι δίπλα σε δρόμο στη Βέροια.

Στις 18/03/2020 δυο 35χρονες γυναίκες δολοφονήθηκαν από τον 35χρονο αστυνομικό της Τροχαίας Β.Π. ο οποίος τις πυροβόλησε με το υπηρεσιακό του όπλο στο πάρκινγκ ενός σουπερμάρκετ στην Κάτω Κηφισιά. Η μία ήταν η εν διαστάσει σύζυγός του, με την οποία είχαν 2 παιδιά ηλικίας 5 και 8 ετών, και η άλλη ήταν μια φίλη της.

Στις 18/08/2020 μια 52χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον 60χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του μέσα στο σπίτι τους στην Παναγία Καλαμπάκας, όπου ζούσαν με τα 3 παιδιά τους.

Στις 10/10/2020, η 43χρονη Σβετλάνα-Φωτεινή και ο 43χρονος Έλληνας σύντροφός της Ι.Ζ. δολοφονήθηκαν με απανωτά χτυπήματα από τον πρώην σύντροφό της, σε εξοχικό σπίτι έξω από το Λουτράκι.

Στις 26/10/2020 μια 37χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον 53χρονο σύζυγό της μέσα στο σπίτι τους στην Καλλιθέα, όπου ζούσαν με τις 2 κόρες τους.

Στις 22/11/2020 μια 44χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον 44χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του μέσα στο σπίτι τους στον Πύργο Διρού Μάνης, όπου ζούσαν με τα 2 παιδιά τους.


Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

Η πατριαρχική διαχείριση της πανδημίας

 


Στις 4 Απριλίου η εφημερίδα Kavalapost αναδημοσίευσε μια ανάρτηση[1]από τη σελίδα Facebook του Ιερού Ναού Αγίας Βαρβάρας Καβάλας, στην οποία ο ιερέας του ναού κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο ιός είχε ωφελήσει την κοινωνία, καθώς εξαιτίας του (ή μάλλον χάρη σε αυτόν) σταμάτησαν μια σειρά από επικίνδυνες κατά τον ίδιο πρακτικές: τα «καρναβάλια», οι προ του Πάσχα πολυήμερες εκδρομές των μαθητών («που δημιουργούσαν τριβές και συγκρούσεις στις χριστιανικές οικογένειες και ήταν αφορμή ηθικών παραπτωμάτων για τους νέους»), οι σχολικές τάξεις (έτσι η εκπαίδευση από το σπίτι, αίτημα πολλών χριστιανών γονέων στο παρελθόν, έγινε πραγματικότητα), οι διαφυλικές εβδομάδες και η εκπαίδευση γύρω από τη σεξολογία, η σχεδόν βλάσφημη προσέλευση στη Θεία Κοινωνία (όπου ανεύθυνοι δάσκαλοι οδηγούσαν μαζί με τα χριστιανόπαιδα τους αβάπτιστους αλλοδαπούς μαθητές να κοινωνήσουν στις Λειτουργίες), οι μοιχείες, η πορνεία και η προϊούσα ανηθικότητα σε όλες τις ηλικίες με τη συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων,τα μπαράκια και τα κλαμπ, τα gay pride και η θρασύτητα της αμαρτίας.

https://marginalia.gr/arthro/i-patriarchiki-diacheirisi-tis-pandimias/  4 Ιουλίου 2020


Γράφει : η Δήμητρα Τζανάκη *      Φωτογραφία Αναστασία Δεληγιάννη

Παράλληλα με όλες αυτές τις «θετικές εξελίξεις», ο εγκλεισμός έδωσε την ευκαιρία για αναβάθμιση των οικογενειακών σχέσεων, αλλά και για πνευματική μελέτη και προσευχή, ενώ η απομόνωση της Αθωνικής Πολιτείας θα οδηγούσε αφενός τους μοναχούς στα κελιά τους και αφετέρου θα τους γλίτωνε από τους πειρασμούς που η αδιάκριτη φιλοξενία χιλιάδων επισκεπτών επέφερε, τηρώντας εφεξής τους κανόνες της Εκκλησίας. Και όλα αυτά, όπως ο ιερέας επεσήμανε, «ενώ επί χρόνια ακούγονταν ως χριστιανική δεοντολογία από τους άμβωνες των εκκλησιών τώρα τα επέβαλε ο Νόμος».

Αυτή η τελευταία φράση είναι η θέση κλειδί της προβληματικής αυτού του άρθρου δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο η χριστιανική δεοντολογία –ένας λόγος που παραπέμπει στην αναγκαιότητα ηθικών πειθαρχικών πρακτικών συμμόρφωσης ενάντια σε μια φαντασιακή ανθρώπινη ψυχική ανηθικότητα– γίνεται, όπως προτείνω, η ηθική κλίμακα μέσα από την οποία υιοθετούνται εσωτερικές μορφές κρατικών βιοπολιτικών ηθικής πειθαρχικής παρέμβασης προς τον πληθυσμό, με δούρειο ίππο την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά στην πραγματικότητα με στόχο τη διαχείριση της επιθυμίας του ανήθικου άλλου.

Στο σημείο όμως αυτό χρειάζονται κάποιες επιμέρους διευκρινίσεις, μιας και είναι αλήθεια ότι το σεξ στην περίπτωση του κορωνοϊού δεν φαίνεται ν’ αντιπροσωπεύει ούτε την αφετηρία της νόσου, ούτε την κατασκευαστική του αρχή, όπως συνέβη με τα αφροδίσια νοσήματα. Παρόλα αυτά ας αναλογιστούμε δηλώσεις, όπως για παράδειγμα του υπουργού υγείας του Ισραήλ Yaakov Lizman, οι οποίες παρουσιάζουν τη νόσο ως μια θεόσταλτη τιμωρία ενάντια στην ανθρώπινη ανηθικότητα και ιδιαιτέρως στην ομοφυλοφιλία. Πλάι σε αυτές, η Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς, ανακοίνωνε για τα τραγικά παρεπόμενα της πανδημίας του κορονοϊού ότι «μας οδήγησαν σ’ αυτήν […] γιατί Θεός την επέτρεψε, ως άριστος παιδαγωγός και από άπειρη αγάπη προς τον άνθρωπο», με στόχο «να οδηγήσει τον άνθρωπο στη μετάνοια και στη σωτηρία», καθώς, όπως σημείωνε η Ιερά Μητρόπολις, «στην Ισπανία και σε άλλες χώρες, η αστυνομία συνέλαβε πολλές ομάδες ανθρώπων να επιδίδονται κατ’ οίκον σε ομαδικά όργια και να διαπράττουν ανήκουστες αμαρτίες. Ομοίως, στο Βέλγιο η πρωθυπουργός έκανε έκκληση να απέχουν οι πολίτες από ομαδικούς έρωτες», επαναλαμβάνοντας ότι η ανθρώπινη ανηθικότητα ήταν αιτία της πανδημίας.

Αυτέςοι αναφορές που συνδέουν ευθέως την πανδημία με την ανηθικότητα, παρότι φαινομενικά παρουσιάζονται μειοψηφικές, χωρίς άμεση σχέση με την επιστημονική και πολιτική αντιμετώπιση της υγείας, ανήκουν κατ’ εμέ στον ίδιο πυρήνα ενός πατριαρχικού/σεξιστικού/αποικιοκρατικού λόγου. Ενός λόγου μέσω του οποίου η εξουσία του αστικού κράτους, μετά την Παρισινή Κομμούνα (1871) και μέχρι τις μέρες μας, έχει καταφέρει να φτάσει μέχρι την ανθρώπινη επιθυμία και τον ανθρώπινο αυτοπροσδιορισμό, υποδουλώνοντας τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα στους ταξικούς της στόχους, ενώ η όποια ανταρσία καταλήγει σε διώξεις και αίμα.[2]

Σε αυτή τη βάση μπορούμε να αναδείξουμε τον πατριαρχικό/σεξιστικό χαρακτήρα που έχουν τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας και ως εκ τούτου δίνοντας μια διαφορετική ερμηνεία ακόμη και στο ερώτημα αν ο νεοφιλελευθερισμός θα μπορούσε να ηττηθεί από τον κορονοϊό. Η απάντηση είναι ότι όσο υπάρχει ένα συγκεκριμένο πατριαρχικό καθεστώς αλήθειας που φαντάζει επιστημονικό, αλλά στην ουσία δομεί και στηρίζει την έννοια της κανονικότητας στον καπιταλισμό, καμιά πανδημία δεν είναι αρκετή να καταλύσει αυτό το σύστημα. Ειδικότερα, αν η πατριαρχία στις επιστήμες και τη φιλοσοφία σχετίζεται με μια ερμηνεία των εννοιών της αλήθειας, της κανονικότητας, της εξουσίας και της ανθρώπινης υποκειμενικότητας που εδραίωσε τις οικουμενικές θεωρήσεις ενός φαντασιακού ηγεμονικού ιεραρχικού διπόλου:άνδρας/γυναίκα, αρρενωπότητα/θηλυκότητα, άγριος/πολιτισμένος, αστική τάξη/προλεταριάτο.

Η ανάδειξη της φαντασιακής θεωρίας της εξέλιξης, σύμφωνα με τον κοινωνικό δαρβινισμό, οδήγησε στην ιεραρχική κατάτμηση του πληθυσμού σε υποκείμενα και σε άβουλα άτομα. Αυτό οδήγησε, σε όλη τη διάρκεια του 19ουαιώνα, με τις υποδείξεις της ψυχιατρικής, της εγκληματολογίας, της ανθρωπολογίας και της ηθικής στατιστικής, στην ταξινόμηση του πληθυσμού σε πολιτισμικές, ταξικές, κοινωνικές, έμφυλες, σεξουαλικές, ηλικιακές, φυλετικές και εθνοτικές κατηγορίες. Έτσι φτάσαμε σταδιακά, παρά τις όποιες ενστάσεις, στην αντίληψη μιας ανθρώπινης σωματικής και ψυχικής κανονικότητας, που υιοθετεί και αναπαράγει ο βιοϊατρικός λόγος σε αντιπαράθεση προς το εκθηλυμένο/εκφυλισμένο, ψυχικά/σωματικά άβουλο/επικίνδυνο άλλο.

Στον απόηχο αυτής της θεωρητικής πατριαρχικής αντίληψης, το ανήθικο/ψυχικά εκθηλυμένο άτομο -στις πολλαπλές εκφάνσεις του, όπως εντοπίστηκε εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών στους ψυχικά εκφυλισμένους, στις πόρνες, στους αναρχικούς, στους ανώμαλους νέους/νέες, στις αδερφές, στους κομμουνιστές/τριες, κλπ.- αναδείχθηκε ως το έμβιο ον από το οποίο απορρέει μια ανηθικότητα που καθυποτάσσει τη ζωή εντός των ορίων της ασθένειας και του θανάτου. Η πατριαρχία, ως αντίληψη και ως μεθοδολογία (ρατσιστική, σεξιστική, αποικιακή, ageism, καπιταλιστική, εθνικιστική), εμπλέκεται τόσο στην επιστημονική, όσο και στη φιλοσοφική σκέψη· αφορά την ίδια την ερμηνεία της κανονικότητας και της πολιτικής διαχείρισης της κρίσης, αναδεικνύοντας, τόσο στη φιλοσοφία όσο και στις επιστήμες, αυτό που προβάλλεται και νοείται ως αλήθεια, γνώση και εξουσία στη νεωτερικότητα.

Αυτό στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με την εδραίωση του νεοφιλελεύθερου μύθου, που εδώ και δύο αιώνες περίπου ερμηνεύει την κάθε κρίση μέσω μιας φαντασιακής ανεξέλεγκτης εκθηλυμένης ανθρώπινης φύσης. Φύσης που εντοπίζεται στις μέρες μας στα άτομα−φορείς ανηθικότητας και εγκληματικότητας, τα οποία δεν κρατούν την καραντίνα λόγω έλλειψης βούλησης και αναγκάζουν το κράτος στην υιοθέτηση αστυνομικών απαγορεύσεων που επιβάλλονται σε όλο τον πληθυσμό.

Αυτή η ερμηνεία αποδίδει αναμφίβολα και το σύνθημα «Μένουμε Σπίτι», μέσο μεν απαραίτητο για την προστασία από την πανδημία, αλλά επίσης και μέσο που φαίνεται να λησμονεί από την άλλη μια ευάλωτη δημόσια υγεία· τη συσσώρευση ανθρώπων στις φτωχές συνοικίες· την εκτόξευση της ενδοοικογενειακής βίας· τους/τις εκατοντάδες αστέγους· τις άθλιες συνθήκες στις φυλακές, τις σεξεργάτριες/τες, την έλλειψη της όποιας υγιεινής στους καταυλισμούς των προσφύγων. Το βάρος λοιπόν μετατίθεται από την ευθύνη της εξουσίας στη βούληση του υποκειμένου και σε μια φαντασιακή ατομική ευθύνη που -όπως θα προσπαθήσω ν’ αναδείξω- είναι ανάλογη της ηθικότητας του υποκειμένου.

Την ίδια στιγμή καλούμαστε να ερμηνεύσουμε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας όχι ως απόρροια ενός αστικού πατριαρχικού θεσμού, αλλά ως αποτέλεσμα μιας ανεξέλεγκτης/ψυχικά ανώμαλης ανθρώπινης φύσης. Οι προτροπές κορυφαίων ειδικών εν μέσω πανδημίας, «Θα προτιμούσα να περπατήσω έξω για να καταπραΰνω τον θυμό μου κι ας πάρω πρόστιμο,παρά να κάνω κακό στον άνθρωπό μου»[3] κάνουν ξεκάθαρο πως η λύση τέτοιων ζητημάτων ανήκει στην ευθύνη του υποκειμένου και δεν συνιστούν απόρροια ενός πατριαρχικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας. Μήπως τότε δεν είναι υπερβολή να καταλήξουμε με σαφήνεια ότι αφού σε μια πατριαρχική κοινωνία οι όποιες επιλογές γίνονται με γνώμονα ένα κυρίαρχο πατριαρχικό καθεστώς αλήθειας, έτσι και τα όποια μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας αναπότρεπτα καθοδηγούνται από αυτό;[4]Όπως επισημαίνει και ο Αριστόβουλος Μάνεσης:«εφόσον αποδέχ[εται] [το κράτος] την ύπαρξη “εσωτερικού εχθρού”, ομολογ[εί] ότι η εξουσία του κάθε άλλο παρά με ουδετερότητα και αμεροληψία ασκείται απέναντι σε εκείνους τους πολίτες, στους οποίους προσάπτ[ει] αυτόν τον χαρακτηρισμό. Καθιερώνεται έτσι μία βασική διάκριση ανάμεσα σε πολίτες πρώτης και σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας ή μάλλον σε πολίτες εχθρούς και σε πολίτες φίλους της εξουσίας».[5]

Εν ολίγοις, μήπως η πανδημία εισβάλλει υπόγεια και με μέτρα βιοηθικής, συμβάλλοντας, όπως και στην περίοδο του Μεσοπολέμου, σύμφωνα με τον ιταλό κομμουνιστή φιλόσοφο και πολιτικό επιστήμονα Αντόνιο Γκράμσι, στην ανάπτυξη ενός νέου τύπου ανθρώπου μέσω της σωματικής και ηθικής εξυγίανσης, με στόχο ακριβώς την ανθρώπινη υπακοή των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αναμφίβολα απαραίτητη για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, ιδιαιτέρως σε μια περίοδο κατά την οποία η φτώχεια, όπως και στον Μεσοπόλεμο, πλήττει όλο και περισσότερο αυτά τα στρώματα, σ’ ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο πατριαρχικής ηθικής/κοινωνικής υγιεινής που μάς διαφεύγει;

Μήπως, σε μια περίοδο που το LGBTQ+ κίνημα ζητά να περάσει από το κράτος στα υποκείμενα το πεδίο ελέγχου της γνώσης και -ως εκ τούτου- της επέμβασης της εξουσίας, έχουμε να κάνουμε με την ανάδυση νέων πατριαρχικών ερμηνειών ακριβώς με μια πατριαρχική ρητορική κανονικότητας;Αναφέρουμε χαρακτηριστικά εδώ, τις πρόσφατες αφίσες γύρω από τις αμβλώσεις και το εκπαιδευτικό υλικό που μοιράστηκε στα σχολεία όπου η δημιουργία του ηλεκτρισμού περιγραφόταν ως μια πάλη ανάμεσα σε δύο πόλους με αλληγορίες μιας έμφυλης καθημερινότητας, που είχαν σαφέστατα ένα πατριαρχικό/σεξιστικό περιεχόμενο, αφού το πείραμα αναφερόταν στο υποκείμενο-Ιορδάνη-θετικό πόλο «που περιβάλλει το φρούριο» και τον τοξικό άβουλο/εκθηλυμένο άλλο Mάγδα-αρνητικό πόλο [η οποία φαίνεται δύσκολο να υπερπηδηθεί]. Αυτή η θεματολογία σαφέστατα διαπερνά και το πρόσφατο νομοσχέδιο για την παιδεία με την κατάργηση του μαθήματος της κοινωνιολογίας από τις Πανελλήνιες,μιας και το ζητούμενο είναι να εγκαθιδρυθεί και στην εκπαίδευση μια γνώση που επιχειρεί την ανάλυση της κοινωνίας εκτός ταξικών/έμφυλων/κοινωνικών ερμηνειών, αποβλέποντας συνεχώς στον εντοπισμό και στην περιθωριοποίηση του «επικίνδυνου άλλου».

Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου, το 2018, στη γειτονική Γαλλία, ο υπουργός Παιδείας Jean-Michel Blanquer επέκρινε την κοινωνιολογία και ως εκ τούτου την όποια κοινωνιολογική ερμηνεία όσον αφορά για παράδειγμα τα μαθησιακά ζητήματα ως απλοϊκή. Σε αντιπαράθεση όρισε τον Stanislas Dehaene, ψυχολόγο και νευροεπιστήμονα, επικεφαλής του Επιστημονικού Συμβουλίου του υπουργείου του, με στόχο να εντοπίσει τις μεθόδους των καθηγητών/τριών, που δεν ήταν σωστά προσαρμοσμένες στον εγκέφαλο των μαθητών/τριών. Με αυτό τον τρόπο, περιφρονούσε τελείως τις όποιες κοινωνικές διακρίσεις -όπως την ταξική προέλευση- μπορούσαν να επιδρούν ανασταλτικά στη μαθησιακή πρόοδο, θέτοντας στον πυρήνα των μέτρων τον εγκέφαλο των μαθητών/τριών και ως εκ τούτου την ατομική ευθύνη.

Σε αυτή τη βάση, μήπως λοιπόν αυτά τα παραδείγματα, όπως και τα πρόσφατα πρωτοσέλιδα των ΜΜΕ με τίτλο «Σοκ, μετανάστριες [Αφρικανές το έσκαγαν από το ξενοδοχείο και πουλούσαν το κορμί τους στα χωράφια] ψώνιζαν πελάτες από το Κρανίδι»,[6] δεν είναι μειοψηφικές αναφορές, αλλά κομμάτια μιας πατριαρχικής βιοηθικής, με στόχο τη ρύθμιση της συμπεριφοράς, της εργασίας, της διαχείρισης του σώματος, αλλά και της ανθρώπινης ηθικής, εναντίον μιας φαντασιακής ανηθικότητας, σε μια εποχή που ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση σε πολλαπλά επίπεδα;Ως εκ τούτου, μήπως δεν είναι τυχαίο ότι δεν συμπεριλήφθηκε κατά την περίοδο του εγκλεισμού (Μάρτιος-Απρίλιος 2020) ως λόγος εξόδου η δυνατότητα να επισκεφτεί κανείς τον/τη σύντροφό του, υπενθυμίζοντας ακριβώς ότι πρώτιστο μέσο αντιμετώπισης της πανδημίας είναι και η προστασία μιας πατριαρχικής βιοηθικής, άρα και η προστασία της ιερής «κανονικής» ελληνικής αστικής οικογένειας;[7]

O πολιτικός χαρακτήρας των ζητημάτων που έχουν σχέση με την υγεία είναι κάτι που θεωρείται αυτονόητο, παραγνωρίζοντας έτσι, μάς θυμίζει ο Παναγιώτης Σωτήρης, ότι τόσο η πολιτική διαχείριση της πανδημίας, όσο και η διαχείριση του φόβου αποτελούν απλώς αντανακλαστικά μιας συγκεκριμένης ερμηνείας της ζωής,[8] (μιας πατριαρχικής ερμηνείας της ζωής, θα πρόσθετα), και ως εκ τούτου και των πατριαρχικών πολιτικών προτάσεων διαχείρισης της πανδημίας και ευρύτερα της υγείας. Ο Μισέλ Φουκώ έχει θέσει έναν πλούσιο προβληματισμό σχετικά με το πώς η βιοεξουσία αναλαμβάνει να «διαχειρίζεται τη [ζωή], να τη μεγαλώνει, να την πολλαπλασιάζει, να ασκεί πάνω της ακριβείς ελέγχους και συνολικές ρυθμίσεις»,[9] που εκκινούν όχι από τη διαχείριση της νόσου, αλλά από τη διαχείριση της ηθικής πειθάρχησης του υποκειμένου στους ηθικούς κανόνες της αστικής τάξης.

Εξάλλου, με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων για τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας στις μέρες μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα υπουργεία Υγείας στην Ευρώπη δημιουργούνται μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο παράλληλα με την ανησυχία της απειλής από την ανηθικότητα/ανυπακοή των κατώτερων στρωμάτων τη συγκεκριμένη περίοδο, αφήνοντας ως εκ τούτου κατά μέρος τα αμιγώς μεταδοτικά αφροδίσια νοσήματα και επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της αστικής κυρίαρχης τάξης όχι στη νόσο καθεαυτήν, αλλά στην τιθάσευση της ανθρώπινης βούλησης/λίμπιντο και την ενασχόληση της εξουσίας με την εγκρατή σεξουαλική συμπεριφορά του πληθυσμού και στη δημιουργία της αστικής οικογένειας ως μέσο διαχείρισης της νόσου.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η έννοια της υγιεινής δεν εξαντλείται κυρίως στην ανταλλαγή στατιστικών πληροφοριών, ούτε με τη δημιουργία υπουργείων Υγείας (Βρετανία, 1919· Ελλάδα 1914· Γαλλία 1920) και με συμφωνίες απολύμανσης και καραντίνας του ανθρώπινου σώματος, αλλά στόχος κυρίως ήταν αφενός η διαχείριση της υγείας από το κράτος και αφετέρου, η ανάδειξη της ανθρώπινης ανηθικότητας, ως μέσο ίασης της ανθρώπινης υγείας. Υπό αυτούς τους όρους το Διεθνές Συνέδριο κατά της Σωματεμπορίας στη Ρώμη το 1923 (συμμετείχε και ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας (ΣΔΓ) με εκπρόσωπο την Αύρα Θεοδωροπούλου), κατά την  ψήφιση των μέτρων καταπολέμησης της σύφιλης που τότε μάστιζε τον πληθυσμό,[10] αρνήθηκε να προτείνει ως μέτρο προφύλαξης τη χρήση προφυλακτικών γιατί κρίθηκε ανήθικη.[11] Εξάλλου, σύμφωνα με την Αγγελική Παναγιωτάτου (1878-1954), πρώτη υφηγήτρια στην ιατρική, η ιατρική είχε έναν και μόνο σκοπό που δεν ήταν άλλος από αυτόν της ηθικής, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η ηθική και η υγεία ταυτίζονταν.[12] Ειδικότερα, όπως η Παναγιωτάτου κατέληγε: «H προστασία της υγείας, […] έχει και ένα γενικότερο σκοπό, […] το σκοπό της Ηθικής».[13]

Την ίδια περίοδο, όσον αφορά το ελληνικό παράδειγμα, τα μέτρα για την αντιμετώπιση των αφροδισίων επικεντρώνονταν, μέσω τουβδ. της 19-30/4/1923: «Περί τοπικών επιτροπών και ληπτέων μέτρων προς εφαρμογήν του ν.3032», αποκλειστικάστηνανήθικη «κοινή γυναίκα» και ευρύτερα στη ζωή που τολμούσε να ζει εκτός των αστικών ορίων, συνάπτοντας σχέσεις εκτός γάμου. Λίγα χρόνια νωρίτερα, εξάλλου, η υπουργική εγκύκλιος της κυβέρνησης Ελευθέριου Βενιζέλου (1911) έδινε το δικαίωμα στην αστυνομία να προσάγει στο τμήμα γυναίκες που «“τριγυρνούσαν ύποπτα” στον δημόσιο χώρο, είτε μόνες τους, είτε συνοδευόμενες από άνδρες».[14] Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δημιουργούνται σταδιακά μια σειρά από ιδρύματα και στήνεται ολόκληρος κρατικός μηχανισμός με στόχο την υγεία των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, σε μια περίοδο που η εργατική τάξη αντιδρούσε όλο και πιο πολύ στην αστική κυριαρχία, μέσα από τον ηθικό σωφρονισμό του λίμπιντο αυτού του πληθυσμού.

Τότε δημιουργείται και η Αστυνομία Πόλεων (νόμος 2461 της 25 Ιουλίου 1920), η εγκληματολογική υπηρεσία και η υπηρεσία αλλοδαπώναπό την κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου,[15] ενώ ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος αναλαμβάνει από το 1928 έως το1932 την ευθύνη του Υπουργείου Υγείας. Αντίστοιχα, ψηφίζεται από την κυβέρνηση Βενιζέλου η νομοθεσία για το οικογενειακό δίκαιο, τον γάμο και το διαζύγιο (1340/1916, 3237/1924 και 4755/1920 για την προίκα, ο ν. 2228/1920 για το διαζύγιο και το νομοθετικό διάταγμα 14/27.7.1926 για τα εξώγαμα τέκνα), επιβεβαιώνοντας την ανδρική κυριαρχία στην οικογένεια.[16]

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όταν δημιουργείται το Κομμουνιστικό Κόμμα (1924) και σταδιακά δημιουργείται το νομοθετικό πλαίσιο με στόχο την πάταξη οποιασδήποτε διαμαρτυρίας προς το καθεστώς, με αποκορύφωμα το «ιδιώνυμο» (ν. 4229/24 Ιουλίου 1929), η υγεία μετατρέπεται σ’ ένα καταπληκτικό εργαλείο εκμάθησης του πληθυσμού σε μέτρα ηθικής καταστολής ενάντια της ανθρώπινης επιθυμίας, ενώ η γιατρός Άννα Κατσίγρα (1877-1962), η πρώτη υφηγήτρια στην ιατρική μαζί με Παναγιωτάτου, έγραφαν ότι: «δεν πρέπει να είμεθα εναντίον των απαγορεύσεων όταν είνε λογικές και φρόνιμες. Μόνον υπό την επίδρασιν αυτών αρχίζει η ανάπτυξις των ανασταλτικών χαλιναριών, τονώνεται το “συνειδητό εγώ” και σχηματίζεται το “κοινωνικόν εγώ”, δηλ. η “κοινωνική ηθική”».[17]Το κράτος υιοθετεί έναν αστικό βιοιατρικό λόγο, που με πρακτικούς όρους σήμαινε ότι εφεξής το κράτος είχε το χρέος να γίνει ο ρυθμιστής των ενστίκτων των πολιτών του,[18] όπως κατέληγε ο καθηγητής δερματολογίας Γεώργιος Φωτεινός, πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και αργότερα διευθυντής του νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός».[19] Ο στόχος ήταν, όπως επισημαινόταν από τον Απόστολο Δοξιάδη (1874-1942), να επιλυθεί η «‘ποιοτική’ συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού» δηλαδή, «η αυξημένη γονιμότητα των εργατών και των αγροτών σε σχέση με ‘τας ανωτέρας τάξεις’».[20] Κάτι που φυσικά αγκάλιαζε και τους κομμουνιστές/τριες και ευρύτερα κάθε ζωή που τολμούσε ν’ αντιταχθεί στην αστική ηθική.

Ψυχική Ευγονική και ατομική ευθύνη

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η ανηθικότητα ενός φαντασιακού εγκληματικού ανθρώπινου ενστίκτου θα συνδεθεί άμεσα με την υγεία και θα γίνει κεντρικός πυρήνας διαχείρισης του κράτους. Έτσι είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κωσταντίνος Δ. Κωσταντινίδης, έκτακτος καθηγητής της νευρολογίας και ψυχιατρικής και Διευθυντής του Δημοσίου Ψυχιατρείου Αθηνών το 1953, θα εξηγούσε ότι αιτία της ανθρώπινης και της κοινωνικής εξαθλίωσης ήταν η ανηθικότητα, καλώντας το κράτος και τους μηχανισμούς καταστολής, όπως την αστυνομία, να παρέμβει στην ψυχική/ηθική εξαθλίωση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, των περιθωριακών, των κομμουνιστών/τριών, αλλά και της ανώμαλης νεολαίας.[21]

Την ίδια χρονιά ο Νικόλαος Λούρος, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας της Ευγονικής (1953), τονίζει σε ένα κοινό 800 ανθρώπων στην αίθουσα του Παρνασσού ότι οι εκφυλιστικές συνήθειες, όπως ο αλκοολισμός, η πορνεία, τα ναρκωτικά, η ασέβεια και η εγκληματικότητα, υπονομεύουν την κοινωνία και τη δημοκρατία, αλλά και την υγεία,[22] αναδεικνύοντας το κράτος ως τον απόλυτο μηχανισμό ρύθμισης της πολιτισμένης κοινωνίας που καλείται να φροντίσει για την τάξη, την ασφάλεια και την υγεία, ακριβώς μέσα από τον έλεγχο της «ανηθικότητας» των κατώτερων στρωμάτων, αποδίδοντας προστασία μόνο στους «υγιείς» ψυχικά και κοινωνικά.

Αντίστοιχα, ο καθηγητής φιλοσοφίας και διευθυντής του Ψυχολογικού Εργαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιος Σακελλάριος θα δημιουργήσει το 1953 την Οργάνωση «Ηθικός Εξοπλισμός της Νεότητος» (ΟΗΕΝ), με στόχο την παρακολούθηση, μέσω της γενετήσιας αγωγής, της ανθρώπινης βούλησης νυχθημερόν, προχωρώντας μάλιστα στην εκτύπωση «ηθικοπλαστικών επιγραφών» στα λεοφωρεία και τα τραμ της πρωτεύουσας. Παράλληλα ακολουθούν υπομνήματα προς τον Υπουργό Παιδείας για να αναρτηθούν αυτές οι επιγραφές στα γυμνάσια της χώρας, καθώς και προς την αστυνομική διεύθυνση, έτσι ώστε να αναλάβουν τη φύλαξή τους από τους βέβηλους.[23]

Σε αυτότο πλαίσιο και κάτω από το βάρος μιας σειράς εκδόσεων του βιοϊατρικού λόγου που στιγμάτιζε την ανηθικότητα της νεολαίας, της ελευθερίας γυναίκας, των κίναιδων και των κομμουνιστών/τριών, ψηφίζεται ο νόμος περί τεντιμποϊσμού (ν. 4000/1958). Το 1960 ψηφίζεται και ο ν. 4095/1960 «Περί της εξ αφροδισίων νόσων προστασίας και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», θέτοντας τις «ανήθικες γυναίκες» στον πυρήνα της δίωξης, τα τρανς άτομα που εμπλέκονταν στην πορνεία, ενώ το νομοσχέδιο προέβλεπε φακέλωμα, φυλάκιση, εξορία.[24]

Στη Μεταπολίτευση[25] (το 1977) ψηφίζεται ο νόμος «περί αφροδισίων νοσημάτων και άλλων συναφών θεμάτων», θέτοντας για μια ακόμη φορά τη δίωξη της ανθρώπινης ηδονής από την εξουσία του κρατικού μηχανισμού και ενάντια στον οποίο δημιουργείται το Απελευθερωτικό Κίνημα Ομοφυλοφίλων Ελλάδος (ΑΚΟΕ). Ταυτόχρονα, σε μια περίοδο που η πενικιλίνη είχε θεραπεύσει σε μεγάλο βαθμό τα αφροδίσια νοσήματα και τη σύφιλη,[26] οι ειδικοί επεσήμαναν την αναγκαιότητα της συμμόρφωσης του σεξουαλικού ενστίκτου με την επιστημονική νόρμα,[27] μιας και θεωρούνταν φορέας ψυχικών νοσημάτων.

Η νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981 και η εμφάνιση του AIDS λίγα χρόνια μετά θα έχει ως αποτέλεσμα ουσιαστικά τη «διάλυση» του Απελευθερωτικού Κινήματος Ομοφύλων Ελλάδος (ΑΚΟΕ) που στην ουσία διεκδικούσε, όπως και το λεσβιακό περιοδικό Η Πόλις των Γυναικών, το δικαίωμα στον ανθρώπινο αυτοπροσδιορισμό. Το ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσει τον ν. 1193/1981 «Περί της εξ αφροδισίων νόσων προστασίας και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», βάζοντας ως στόχο τα στέκια των ομοφυλοφίλων, αλλά στην ουσία διώκοντας μία θέση που υπερασπιζόταν το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στην εξουσία και στον αυτοπροσδιορισμό. Έπειτα, κάτω από φόβο για την εξάπλωση του AIDS (τα πρώτα κρούσματα στην Ελλάδα εντοπίζονται το 1984),[28] θα ξεκινήσουν «επιχειρήσεις σκούπας» της αστυνομίας με στόχο υποτίθεται την προστασία της υγείας,[29] μιας και υποστηριζόταν ότι η ασθένεια του AIDS αφορούσε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες.[30]

Στα αρχεία του Νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» μπορούμε να βρούμε ιατρικές εκθέσεις από τη δεκαετία του 1990 στις οποίες σημειώνεται ότι το AIDS δεν παρουσιάζεται με τέτοια συχνότητα σε ομοφυλόφιλα ζευγάρια με σταθερή σεξουαλική σχέση, όπως για παράδειγμα ανάμεσα σε δύο ομοφυλόφιλες γυναίκες.[31] Περαιτέρω, υπογραμμιζόταν ότι η νόσος υπήρχε κατά κυριότητα σε συγκεκριμένα στρώματα του πληθυσμού, δηλαδή άνδρες με μέσο όρο ηλικίας από 18-40. Το φαινόμενο εύκολα ερμηνευόταν, «ένεκα της εντονότερης σεξουαλικής δραστηριότητας των ατόμων των ηλικιών αυτών και της συχνότητας αλλαγής ερωτικών συντρόφων»,[32] ενώ από πλευράς επαγγέλματος η νόσος εντοπιζόταν συχνότερα ανάμεσα στους ναυτικούς, στους εργάτες, ιδιαιτέρως στους υδραυλικούς, στους βιοτέχνες, στους υπαλλήλους, στους φοιτητές, στους καλλιτέχνες και στους εμπόρους.[33] Από την άλλη, δεν είναι τυχαίο, ότι στα αρχεία του νοσοκομείου «Συγγρός» στιγματίζεται ακριβώς η ίδια πληθυσμιακή και ηλικιακή κατηγορία, που κατά τη 15ετία 1958-1972 είχε επίσης στιγματιστεί με τη σύφιλη.[34] Δεν μπορεί όμως να μην αναρωτιέται κανείς πώς ο υδραυλικός, που τοποθετείται μετά τον ναυτικό ως κατηγορία που πλήττεται κύρια, γινόταν ο κεντρικός φορέας τόσο των αφροδισίων, όσο και του AIDS, και γιατί η νόσος έμοιαζε να πλήττει κυρίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Οι ειδικοί κατέληγαν ότι αυτό συνέβαινε λόγω του γεγονότος ότι έφηβοι και νεαρά άτομα καλύπτονταν από ένα «πλέγμα γονικής υπερπροστασίας»,[35] με αποτέλεσμα την εξάπλωση της νόσου.

H πατριαρχία καταστρέφει την υγεία μας

Εν κατακλείδι το AIDS, όπως και τα αφροδίσια νοσήματα πριν το AIDS, σταθεροποιεί και παγιδεύει, μέσω της ομπρέλας των «λοιμωδών νόσων επικίνδυνων για την δημόσια υγεία», τα φαντασιακά ανήθικα περιθωριακά τμήματα του πληθυσμού που βρίσκονται κάτω από το βάρος μιας εγκληματικής ανηθικότητας/παρέκκλισης,[36] εναντίον της οποίας η αστυνομία και οι ιατρικοί φορείς καλούνται να κινητοποιηθούν, κάτι που εξάλλου είδαμε και το 2012 στη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών. Όλα αυτά έχουν και «ιδεολογικά αποτελέσματα. Πρώτα από όλα έχουμε πραγματική και συστηματική υποτίμηση των κοινωνικών παραμέτρων» όπως δόκιμα υπογραμμίζει ο Σωτήρης,[37] και αντίστοιχα, η διαχείριση της ασθένειας εξελίσσεται σε μια ακόμη διαχείριση του υποκειμένου και της προστασίας του εαυτού μέσω της «τέχνης του βίου», ενώ οι θάνατοι αποδίδονται σε ατομική ευθύνη και σε βιολογικές παραμέτρους. Λόγου χάρη, διαβάζουμε ότι το 70% των νεκρών στο Σικάγο είναι μαύροι, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά στο ότι ο θάνατος ουσιαστικά μαστίζει περισσότερο αυτούς τους ανθρώπους, όχι επειδή είναι μαύροι, αλλά επειδή είναι φτωχοί, με αποτέλεσμα να έχουν μια εύθραυστη υγεία.[38] Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν επιχειρήσεις σκούπας της Αστυνομίας στις πλατείες σε διάφορες περιοχές της Αττικής, αλλά και της Θεσσαλονίκης, παράλληλα με σεξιστικά σποτάκια ενάντια των συναθροίσεων, με στόχο υποτίθεται την προστασία του πληθυσμού από τον κορωνοϊό. Την ίδια στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση στις πρόσφατες δαπάνες στο ΕΣΥ λόγω κορονοϊού, στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, αναδεικνύοντας την αδιαφορία του κράτους για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, μέσω της δημιουργίας ισχυρών δημόσιων νοσοκομείων.[39]

Εξάλλου, το πώς η φτώχεια επιδρά στην εκδήλωση ασθενειών στις ΗΠΑ, έχει επισημανθεί και από τον επιδημιολόγο Richard Willkinson και την Kate Picket, οι οποίοι ακριβώς αναφέρθηκαν στο πώς οι ανισότητες βλάπτουν τον άνθρωπο ψυχικά και σωματικά, με αποτέλεσμα την ευκολότερη μετάδοση μιας πανδημίας ανάμεσα στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.[40] Σε αντίστοιχα συμπεράσματα καταλήγει και ο Αμερικανός ιστορικός Mike Davis όταν αναφέρεται στην πανδημία του 1918, The Monster at Our Door. The Global Threat of Avian Flu (2005) επιχειρηματολογώντας πώς η φτώχεια, ο υποσιτισμός, οι χρόνιες νόσοι, η παράλληλη ύπαρξη άλλων λοιμωδών νοσημάτων σε περιοχές που πλήττονταν από ευάλωτες συνθήκες υγιεινής, καθόρισαν το διαφορετικό ταξικό τίμημα που η γρίπη είχε ως αντίκτυπο πάνω σε διαφορετικούς πληθυσμούς.[41]

Η πολιτική διαχείριση της πανδημίας έχει άρωμα καπιταλισμού

Αυτό που κατά κύριο λόγο διακυβεύεται στις μέρες μας, είναι η επόμενη μέρα. Στο παρόν που πυκνώνουν όλο και περισσότερο οι φωνές για πρόσβαση στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα:υγεία, παιδεία, ελευθερία, αυτοπροσδιορισμό, ισότητα σε όλο τον πληθυσμό· στο κοντινό μέλλον που η πανδημία θα χρησιμοποιείται με κάθε τρόπο από μια πατριαρχική εξουσία για ν’ αναδείξει τον «επικίνδυνο άλλο», πείθοντας για την ανάγκη της συνεχούς αστυνόμευσης της ζωής του άβουλου/εγκληματικού/ανήθικου/περιθωριακού ατόμου για το καλό της ασφάλειας και της υγείας του υποκειμένου.

Είναι στο χέρι μας ν’ αντιδράσουμε και ν’ αντισταθούμε σε έναν τέτοιον εξουσιαστικό/πατριαρχικό λόγο των ολίγων αρίστων που συγκεντρώνουν με τρόπο ηγεμονικό την εξουσία και τον πλούτο στα χέρια τους, μέσω της άλογης καπιταλιστικής κατάχρησης του περιβάλλοντος, της φύσης και της ανθρώπινης ζωής, απαιτώνταςαπό την επιστήμη την αναζήτηση μιας εξιστόρησης που ν’ αντιτίθεται στην πατριαρχική διάκριση του πληθυσμού με βάση διαφορές εθνικές, φυλετικές, ταξικές, ηλικιακές, θρησκευτικές, έμφυλες, σεξουαλικές ταυτότητες, προτάσσοντας την ανθρώπινη αλληλεγγύη και το αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στην υγεία, στην ελευθερία και στον αυτοπροσδιορισμό.

 * Η Δήμητρα Τζανάκη είναι δρ. Ιστορίας και αυτήν την περίοδο είναι μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα ΠΕΔΔ (ΕΚΠΑ), όπου διδάσκει το μάθημα «Φύλο, Κοινωνία και Πολιτική». Έχει συγγράψει άρθρα και βιβλία στο πεδίο της ιστορίας της Επιστήμης (ψυχιατρικής, ιατροδικαστικής, εγκληματολογίας, ψυχανάλυσης) και της ιστορίας και θεωρίας του φύλου. Τελευταία δημοσίευση το «Φύλο και Σεξουαλικότητα: Ξεριζώνοντας το ανθρώπινο (1801-1925)», Ασίνη 2018 και το «Gender, Degeneration and Sexuality in Greece, 1871–1934. ῾Moral insanity῾ and Social Order», Palgrave Macmillan (υπό έκδοση).

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

NEETs και πανδημία: Βάζοντας τη νεολαία στο περιθώριο


 H πανδημική κρίση επηρέασε άμεσα την εργασία, ενώ πολλές συνέπειες θα εκδηλωθούν στο μέλλον. Έρευνα του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, που παρουσιάζει το Πριν, μελετά το γεωγραφικό αποτύπωμα της κρίσης σε 75 περιφέρειες οκτώ χωρών, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Στη χώρα μας είναι έντονη η περιθωριοποίηση της νεολαίας, με την απασχόληση των νέων να καθυστερεί ηλικιακά και να υποβαθμίζεται ποιοτικά.

Νίκος Καπιτσίνης   https://prin.gr/2021/10/neets-kai-pandimia/  5-10-2021

Η γενιά των «χωρίς» – NEETs, χωρίς εργασία, εκπαίδευση, κατάρτιση

Είναι αναμφισβήτητο ότι η πανδημία της Covid-19 και οι κοινωνικο-οικονομικές της επιπτώσεις αποτελούν σημείο καμπής εξελίξεων, οι οποίες αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο στα επόμενα χρόνια. Οι πολιτικές αντιμετώπισης της πανδημίας έχουν καθοριστικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Ωστόσο, οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης δεν είναι ισοκατανεμήμενες μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, πλήττοντας κυρίως τα φτωχά στρώματα και τους επισφαλείς και ευέλικτους εργαζομένους. Οι φτωχοί της Ευρώπης δεν είχαν τη δυνατότητα να δουλέψουν από το σπίτι, δεν είχαν την πολυτέλεια της μετακίνησης με ιδιωτικά μέσα και όντας τα πιο ευάλωτα στρώματα, γνώρισαν τις σοβαρότερες επιπτώσεις της κρίσης. Οι τελευταίες ήταν επιπλέον γεωγραφικά άνισες, όντας πιο σημαντικές στις φτωχές περιοχές. Οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης είναι άνισες ανάμεσα στις ηλικιακές ομάδες, επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό τους νέους.

Οι νέοι αποτελούν μία ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα, στην προσπάθειά τους να ενσωματωθούν στις τοπικές αγορές εργασίας, αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες, ενώ εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά ευέλικτης και επισφαλούς απασχόλησης. Μία ειδική κατηγορία αποτελούν οι νέοι που είτε είναι άνεργοι είτε δεν αναζητούν καν εργασία, ενώ ταυτόχρονα δεν παρακολουθούν κάποιο πρόγραμμα εκπαίδευσης ή κατάρτισης, γνωστούς διεθνώς ως NEETs (No Education, Employment, Training – χωρίς Εκπαίδευση, Εργασία, Κατάρτιση). Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν το ρυθμιστικό πλαίσιο των κοινωνικών υπηρεσιών άλλαξε, περιορίζοντας την πρόσβαση ατόμων κάτω των 25 ετών σε επιδόματα ανεργίας. Ο δείκτης των NEETs είναι ιδιαίτερα χρήσιμος αφού καταγράφει το επίπεδο αδρανών (για παράδειγμα αποθαρρημένων, μη διαθέσιμων) και ανέργων νέων.

Στον πάτο η εργασία των νέων στην Ελλάδα

Οι NEETs ανήκουν στο ευρύτερο κομμάτι της περιθωριοποιημένης νεολαίας της εργατικής τάξης, όντας μέρος της πλεονασματικής και αναλώσιμης εργασίας που εξυπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου. Η υψηλή ανεργία και η αδράνεια των νέων αποτελεί σημαντική απειλή για την ανθεκτικότητα των αγορών εργασίας, ειδικά σε κρισιακό περιβάλλον. Η μελέτη του δείκτη βοηθά σε μία βαθύτερη κατανόηση των κατευθύνσεων του κεφαλαίου προς τους νέους, των δομών των νεανικών αγορών εργασίας αλλά και των κυρίαρχων κοινωνικών αντιλήψεων.

Ο διάλογος για τη νεολαία κυριαρχείται από προσεγγίσεις που αξιολογούν τους νέους ως προς το μορφωτικό τους επίπεδο και την ένταξή τους στην αγορά εργασίας. Στο δημόσιο λόγο για τον ορισμό της νεολαίας, ο χρόνος ήταν ο πιο κοινός καθοριστικός παράγοντας. Οι χρονικοί δείκτες, όπως η βιολογική ηλικία και τα βιογραφικά ορόσημα (εργασία και οικογενειακή συγκρότηση) ήταν σημαντικά για την ανάπτυξη της κανονιστικής αντίληψης για το πώς πρέπει να είναι η νεολαία, όσον αφορά την κοινωνική και ατομική ανάπτυξη. Ωστόσο, στη σύγχρονη κοινωνία, λόγω της εργασιακής αβεβαιότητας και της υψηλής ανεργίας των νέων, η αγορά εργασίας δεν αποτελεί πλέον τη βάση για τη μετάβαση σε επόμενα στάδια της ενήλικης ζωής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία υψηλού αριθμού ανέργων σχετικά μεγάλης ηλικίας. Με βάση αυτά τα οριζόντια πρότυπα, οι κυβερνητικές πολιτικές αξιολογούν τη ζωή των νέων, αγνοώντας τις γεωγραφικά διαφοροποιημένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Οι επιπτώσεις των κρίσεων, όπως αυτή του 2008 και η πανδημική κρίση του 2020, στις νεανικές αγορές εργασίας διαφοροποιούνται γεωγραφικά, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τη δυναμική της εκάστοτε περιφερειακής οικονομίας.

Ωστόσο, η κατάσταση σχετικά με τη νεανική απασχόληση ήταν δύσκολη και πέραν αυτών των κρίσεων, με πολλές χώρες να αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα ενσωμάτωσης των νέων. Για παράδειγμα, η Ελλάδα είχε το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό νεανικής απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) κατά την περίοδο 1999-2007 με μέση τιμή 42,5%, με το ποσοστό να μην ξεπερνά ποτέ το 45% από το 1983 και έπειτα. Ανάμεσα στις αιτίες, ξεχωρίζει η χαμηλή ενσωμάτωση ανειδίκευτων νέων στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό απασχόλησης νέων με ανώτατο επίπεδο τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα μειώνεται στο 30% τις δεκαετίες του 1990 και 2000.

Συνεπώς, πολλοί νέοι αργοπορούν να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, καθώς πολλοί ωθούνται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, λόγω των παραπάνω αιτιών καθώς και της κυρίαρχης κοινωνικής αντίληψης, εν μέσω εξαιρετικά ισχυρών ταξικών φραγμών. Η μέση ηλικία εισόδου στην αγορά εργασίας το 2013 ήταν 24 έτη για τις γυναίκες (6η υψηλότερη στον ΟΟΣΑ) και 23 για τους άνδρες (5η υψηλότερη στον ΟΟΣΑ). Σε αυτή την κατάσταση η μειούμενη αξία των πτυχίων είναι σημαντική, καθώς μετά από πολυετείς πανεπιστημιακές σπουδές οι νέοι αποκτούν πτυχία τα οποία γίνονται διαχρονικά ολοένα και πιο αδύναμα, χωρίς εργασιακά δικαιώματα.

Ο χάρτης των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης

Η συζήτηση αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν κάποιος μελετήσει τις επιπτώσεις της πανδημίας σε χώρες της ΕΕ, παρατηρώντας το διαφορετικό αποτύπωμα της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης σε χώρες και περιφέρειες, που παρόλο μέλη ενός ενιαίου μπλοκ κρατών, δεν παρουσίασαν μια κοινή και ενιαία πολιτική στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι χώρες οι οποίες αναλύονται στο ερευνητικό έργο Covid-19 Regional Labour στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστήμιου Αιγαίου είναι η Κύπρος, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Κροατία, η Ιταλία, η Μάλτα και η Πορτογαλία, εστιάζοντας στις 75 περιφέρειες των οκτώ χωρών.

Καθώς η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 εξακολουθεί να επηρεάζει τις περιφερειακές οικονομίες και από το 2016, το Brexit έχει αλλάξει τα εμπορικά πρότυπα και αυξήσει το επίπεδο αβεβαιότητας, το ξέσπασμα του Covid-19 το 2020 αναδιαρθρώνει ξανά τις γεωγραφικές κοινωνικοοικονομικές τάσεις. Αρχικά είναι σημαντικό να σημειωθεί πως σε εθνικό επίπεδο, η Μάλτα ήταν η μόνη χώρα με σημαντική θετική μεταβολή στην απασχόληση για το 2019-2020 (+3%), με την Κύπρο, η οποία παρουσίασε μικρές ανοδικές τάσεις, να ακολουθεί. Οι υπόλοιπες χώρες γνώρισαν ετήσια μείωση της απασχόλησης, με την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία να καταγράφουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο της πανδημικής κρίσης στις εθνικές αγορές εργασίας τους (πάνω από 2% πτώση), ενώ στην Ελλάδα η απασχόληση μειώθηκε κατά 1%.

Σε υπο-εθνικό επίπεδο, οι περιφέρειες με υψηλές συγκεντρώσεις απασχόλησης σε τομείς με υψηλό κίνδυνο μετάδοσης της Covid-19 και συνεπώς υψηλότερη τάση για αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας φαίνεται να έχουν πιο ευάλωτες περιφερειακές περιοχές αγορές εργασίας. Οι τομείς αυτοί συμπεριλαμβάνουν το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τις υπηρεσίες εστίασης και διαμονής, και τη μεταφορά και αποθήκευση. Επιπλέον, οι φτωχές περιφέρειες, με χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, τείνουν να καταγράφουν εξίσου υψηλές απώλειες θέσεων εργασίας. Οι περιφέρειες του Νότιου Αιγαίου (-12%), Κρήτης (-8%) και Illes Balears (-8%) γνώρισαν τις μεγαλύτερες ετήσιες μειώσεις της απασχόλησης. Οι περιφερειακές οικονομίες αυτές είναι αρκετά αδύναμες και εξειδικευμένες στον τομέα των υπηρεσιών και ιδιαίτερα τον τουριστικό κλάδο, αναδεικνύοντας πως ο χωρικός καταμερισμός της εργασίας ήταν εξαιρετικά σημαντικός για τις τοπικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης στην απασχόληση.

 

Οι νέοι ήταν οι μεγάλοι χαμένοι της πανδημικής κρίσης, το πιο ευάλωτο κοινωνικό κομμάτι, εργαζόμενοι με επισφαλείς όρους

Οι συνέπειες της πανδημίας στις αγορές εργασίας των νέων ήταν πολύ σημαντικές. Οι νέοι αποτέλεσαν το πιο ευάλωτο κοινωνικό κομμάτι, καθώς αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας, όντας εξειδικευμένοι, καταρτισμένοι και ευέλικτοι, καθώς η εκπαίδευση οδηγείται από τις επιταγές του κεφαλαίου. Επιπλέον, αναγκάζονται να εργαστούν με τις πιο επισφαλείς μορφές εργασίας. Τέλος, τα προγράμματα αναστολής της εργασίας αποδείχθηκαν πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων, και ειδικότερα των νέων.

Σε εθνικό επίπεδο, η χώρα με την υψηλότερη αύξηση των νέων NEETs (20-34 ετών) κατά το έτος 2020 σε σύγκριση με το 2019 ήταν η Ισπανία (19%), ακολουθούμενη από τη Γαλλία (17%), τη Μάλτα (16%) και την Κύπρο (13%). Από την άλλη πλευρά, και παρά τις αλλαγές που προκλήθηκαν από την πανδημία στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, τόσο η Πορτογαλία όσο και η Ελλάδα σημείωσαν μείωση των ΝΕΕΤs μεταξύ 2019 και 2020 (-5,5% και -3,1%). Ενώ έχει αναγνωριστεί μια κυκλική διάσταση στις τροχιές απασχόλησης των νέων, η αδυναμία ενσωμάτωσης των νέων στις τοπικές αγορές εργασίας συχνά αναφέρεται ως δομικό πρόβλημα. Έχει πιο έντονο κυκλικό χαρακτήρα, πιθανώς λόγω της συγκέντρωσης νέων εργαζομένων σε τομείς με υψηλή ευαισθησία στον επιχειρηματικό κύκλο, όπως το λιανικό εμπόριο. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι νέοι εργαζόμενοι συνήθως χάνουν πρώτοι τη δουλειά τους, στη φάση της οικονομικής ύφεσης, αντιμετωπίζοντας τη λύση των προσωρινών συμβάσεων. Συνεπώς, η απασχόληση των νέων σχετίζεται στενά με την αυξανόμενη ευελιξία των σύγχρονων αγορών εργασίας και την αποσταθεροποίηση της τυπικής μισθωτής εργασίας. Οι νέοι τύποι εργασίας, η επισφάλεια και η αυξανόμενη ανεργία είναι μερικά από τα κύρια ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι όταν προσπαθούν να (ξανά) εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Συνολικά, ο σύγχρονος καπιταλισμός απέτυχε να δημιουργήσει επαρκείς, μόνιμες και σταθερές θέσεις εργασίας για άτομα κάτω των 30 ετών, οδηγώντας σε ουσιαστική αδράνεια της αγοράς εργασίας.

Σε περιφερειακό επίπεδο οι απομακρυσμένες, νησιωτικές και συχνά τουριστικές περιοχές καταγράφουν τη μεγαλύτερη αύξηση των NEETs. Η πλειονότητα των γαλλικών περιφερειών γνώρισε ετήσια αύξηση NEET, με μόνο τρεις περιφέρειες, την πρωτεύουσα και δύο στο βιομηχανοποιημένο Βορρά, να ακολουθούν αντίθετη πορεία. Η Ισπανία παρουσίασε παρόμοια εξέλιξη, όπου ο αριθμός των NEETs μειώθηκε το 2020 σε μόνο τέσσερις περιφέρειες, δύο του ανεπτυγμένου Βορρά (Communidad Foral de Navarra, Aragon) και δύο τουριστικών περιοχών (Illes Balears και Murcia). Στην Πορτογαλία, ο αριθμός των NEETs μειώθηκε σε δύο τουριστικές περιφέρειες (Região Autónoma dos Açores και Algarve). Στην Ελλάδα, 5 από τις 13 περιφέρειες κατέγραψαν συρρίκνωση στον αριθμό των ΝΕΕΤ το 2020. Oι περιοχές αυτές έχουν έντονη εξάρτηση στον τουρισμό (Βόρειο Αιγαίο, -20%, και Νότιο Αιγαίο, -19%) και μία είναι αγροτική/απομακρυσμένη περιφέρεια (Ήπειρος, -28%). Επομένως παρατηρείται πως κάποιες οι νεανικές αγορές εργασίας κάποιων τουριστικών περιφερειών δεν επλήγησαν τόσο. Μεταξύ των 75 περιοχών μελέτης, η μεγαλύτερη αύξηση των ΝΕΕΤ καταγράφηκε στις περιφέρειες της Ισπανίας Pais Vasco (109%), Cantabria (88%) και Catalonia (77%). Αντίθετα, οι περιφέρειες Calabria στην Ιταλία (-37%), Norte στην Πορτογαλία (-28%) και Ήπειρος στην Ελλάδα (-28%) παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση. Αξίζει να προσθέσουμε ότι οι ισπανικές περιφέρειες ξεκίνησαν από χαμηλό ποσοστό NEET το 2019, μετά τη σημαντική συρρίκνωση μεταξύ 2009 και 2018, ενώ άλλες περιφέρειες με σημαντική μείωση NEET ξεκίνησαν από υψηλό ποσοστό το 2019.

Ανεπαρκή τα μέτρα, οι συνέπειες είναι στο μέλλον

Η ανάλυση αναδεικνύει ότι οι μητροπολιτικές περιφέρειες τείνουν να έχουν πιο ανθεκτικές αγορές εργασίας νέων, σε σύγκριση με τις περιφερειακές και λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές. Οι τελευταίες είναι πιθανό να σημειώνουν σημαντικές αυξήσεις των NEETs. Η έλλειψη προετοιμασίας και οι περικοπές έκαναν τα οριζόντια lockdowns «αναγκαιότητα» με βαριές συνέπειες, έχοντας επιφέρει επιπλέον μεγάλο πλήγμα στην απασχόληση. Η οικονομική ύφεση έχει άνισο γεωγραφικό αποτύπωμα στην ΕΕ, με τις αδύναμες και ευάλωτες οικονομίες της περιφέρειας να έχουν τις πιο σημαντικές επιπτώσεις. Καθοριστικοί παράγοντες της ετήσιας μεταβολής της απασχόλησης περιλαμβάνουν το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης και αστικοποίησης, με τις μητροπολιτικές περιφέρειες να επιδεικνύουν μια σχετική ανθεκτικότητα ως προς την απασχόληση των νέων. Αυτό το εύρημα έρχεται σε αντίθεση με την επίδοση αυτών των περιοχών κατά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, της οποίας το αποτύπωμα υπήρξε βαθύτατο σε αυτές τις περιοχές. Η περιφερειακή κλαδική διάρθρωση φάνηκε να είναι ζωτικής σημασίας για τις τοπικές αγορές εργασίας. Οι περιοχές που εξαρτώνται από τομείς των οποίων η οικονομική δραστηριότητα σχετίζεται με υψηλό κίνδυνο μετάδοσης και μεγαλύτερη πιθανότητα αναστολής, εμφάνισαν τις μεγαλύτερες απώλειες θέσεων εργασίας.

Οι πολιτικές προστασίας της απασχόλησης αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, χωρίς να προσαρμόζονται στα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά κάθε χώρας ή περιφέρειας. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Ελλάδα διατήρησε τους εργαζόμενους σε αναστολή σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα αμοιβών, ενώ το πραγματικό στοίχημα θα παιχτεί μετά τον τερματισμό των κυβερνητικών σχεδίων αναστολής της εργασίας, και κατά τις χρονιές μετά το 2022, όταν οι πραγματικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης αναμένεται να κάνουν την εμφάνισή τους.