Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Μάθημα πρώτο: Χυδαία ευγονική

xidaia-eygoniki



Πριν λίγες μέρες μάθαμε την ιστορία εκείνου του μικρού παιδιού απ’ το Μάλι που πνίγηκε στη Μεσόγειο, έχοντας ραμμένους τους βαθμούς του μέσα από την μπλούζα του. Η καθίζηση μιας κοινωνίας, η οποία κοιτά τους πολίτες στα τετράδιά τους, προκειμένου να τους εξασφαλίσει θέση στον αυστηρά ελιτίστικο κόλπο. Μιας κοινωνίας που περιλαμβάνει μονάχα αριστείες, αυτόχθονες, μη μετανάστες, μη πρόσφυγες, μη αρτιμελείς, και λέει ευθέως όχι σε μαθητές με δυσκολίες και «αναπηρίες».
Η ιστορία του παιδιού από το Μάλι, μας έδειξε τη σημαντική διαφορά επιβράβευσης και επίδοσης. Η πρώτη πάντα θα εκκινεί την αθώα χαρά ενός παιδιού κι η δεύτερη θα εμφυσάται από μεγάλους σε μικρά αυτιά, για λόγους περηφάνιας. Η επιβράβευση μπορεί να έλθει από μια υπέροχη ζωγραφιά κάποιου που πήρε «Β μείον» στο διαγώνισμα, από μία τρομερή κίνηση στο μπάσκετ ή στο ποδόσφαιρο -εν ώρα διαλείμματος του σχολείου- από μια τρυφερή του πράξη να υποστηρίξει έναν άλλον του συμμαθητή λέγοντάς του πως δεν έχουν σημασία οι βαθμοί και να μη στεναχωριέται, απ’ τους υπέροχους θεατρινισμούς του να σκαρφίζεται δικαιολογίες για το τετράδιο του που ξεχνά συνέχεια στο σπίτι, από το καθημερινό κουράγιο που θα δίνει στην μαμά του που κάνει δυο και τρεις δουλειές για να τον μεγαλώσει, από την ανεξάντλητη δύναμή του να παλεύει με τις μαθησιακές δυσκολίες που τον καταβάλλουν και τον δυσκολεύουν, αλλά αυτός δεν παραιτείται.
Η σπαραξικάρδια ιστορία του παιδιού από το Μάλι μας έκανε να δυσφορήσουμε και να απαυδήσουμε, με τον απαράδεκτα μηχανιστικό τρόπο σήψης και σκέψης, ο οποίος θέλει να καλοδεχόμαστε μονάχα όσους επιτυγχάνουν σχολικούς επαίνους, δεν ξεχνούν ποτέ τα βιβλία, βαστάζουν τη σημαία της χώρας ψηλά, φοράνε επώνυμα ρούχα, προκαλούν τρέμουλο στους διευθυντάδες απ’ το γνωστό επώνυμό τους. Η ιστορία του παιδιού από το Μάλι μας έκανε να λυπηθούμε για την αποστειρωμένη κουλτούρα ένταξης κι αποδοχής, που ανένοχα πλασάρεται από την κοινωνία σε κάθε σπίτι, σε κάθε γειτονιά, στο σχολικό περιβάλλον.
Εις μάτην. Όλες αυτές οι παραπάνω σκέψεις, όλα αυτά τα συναισθήματα, δεν μπόρεσαν να φτάσουν ως τη Θεσσαλονίκη. Στο 2ο Γυμνάσιο Καλαμαριάς, αμέσως μόλις κατακάθισε ο αχός από τα συνθήματα της Μακεδονίας που «είναι μονάχα ελληνική», απότοκο της «καθαρότητας» με την οποία μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, τα βάλανε μ’ έναν 12χρονο μαθητή που «αμαυρώνει» την εξευγενισμένη τους φύση, φτάνοντας στο σημείο να κάνουν κατάληψη με αίτημα να φύγει από το σχολείο. Με τον ίδιο απαγορευτικό τρόπο που δεν μπορεί κανείς Σκοπιανός, Σέρβος, Βούλγαρος, Ρουμάνος, Αλβανός να διεκδικεί τον γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας, δεν μπορεί κανένας μαθητής που αντιμετωπίζει μαθησιακές δυσκολίες και προβλήματα υγείας να συν-λειτουργήσει πλαίσιο της ενιαίας τάξης. Στο ελληνικό σχολείο, στην ελληνική κοινωνία, στο ελληνικό προαύλιο, σε κάθε ουσιαστικό που φέρει τον επιθετικό προσδιορισμό του εθνόσημου, απαγορεύεται διά ροπάλου να διαφέρεις. Στην ελληνική κοινωνία, αν τύχει και φανείς ξεχωριστός, ένας μετά τον άλλο οι «κανονικοί» θα γράψουν τ’ όνομά σου σε όστρακα και κεραμίδια, εξορίζοντάς σε από την πόλη. Θα αποτάξουν κάθε ίχνος διαφορετικότητας που περνά μπροστά απ’ τα μάτια τους, θα φτιάξουν κρύα αστεία τα οποία θα διαχέουν τον ανυπότακτο ρατσισμό τους και θα συνεχίσουν να πιστεύουν ότι έτσι κάνουν τον κόσμο καλύτερο, κωφεύοντας και θάβοντας τις ιδιαίτερες περιπτώσεις ανθρώπων που στάθηκαν ανίκανοι να αποδεχθούν. Η ελληνική κοινωνία θα μπορούσε να συνοψιστεί, εν τέλει, στην πρωταγωνίστρια εκείνη του Παπαδιαμάντη, στο παραλήρημα της «Φραγκογιαννού», εκείνης της θλιβερής γιαγιάς που, ετσιθελικά, καρύδωνε μικρά κορίτσια για να τα σώσει (;), από μια μοίρα που προδιαγραφόταν αδυσώπητη κι ανελαστική γι’ αυτά, κι από μια ζωή που δεν θα τους χαριζόταν κάτω από ζεστές συνθήκες αποδοχής κι αγάπης. Η παραληρηματική ενέργεια της «Φραγκογιαννού» ενσαρκώνει ολάκερη την κοινωνία που δεν διαθέτει χρόνο και χώρο για άτομα που δεν θέλησαν να εξέχουν ή να υπερέχουν του φυσιολογικού, και τα οποία όφειλε ν’ αποδεχθεί και να βοηθήσει. Όσο απάνθρωπες κι αν είναι οι συνθήκες, εκείνη οφείλει να προσπαθήσει και να τα καταφέρει.
Η ουσιαστική «αναπηρία», ενυπάρχει κι υπάρχει, στο εκπαιδευτικό αλλά και στο γενικότερο κοινωνικό σύστημα, το οποίο έντεχνα, ανενδοίαστα και χωρίς ντροπή, μεταφέρει τις δικές του δυσκολίες σε 12χρονους μαθητές, επειδή ούτε δύναται ούτε θέλει, να προσφέρει τη βοήθειά του, στον αγώνα που απαιτείται για την ομαλή προσαρμογή τους. Διότι στην ελληνική κοινωνία θα ενσωματωθείς, μόνο όταν επιτύχεις. Κι ο Γιάννης Αντετοκούμπο, επί παραδείγματι, θα εξακολουθούσε να ήταν ένας ακόμη «νέγρος» που βρομίζει την χώρα μας, αν δεν «βομβάρδιζε» σε κάθε αγώνα με σαράντα πόντους το καλάθι του αντιπάλου κι αν δεν έκανε την Ελλάδα γνωστή από άκρη σ’ άκρη. Κι ο Σπύρος Γιαννιώτης θα ήταν ακόμα ένας «προβληματικός» δυσλεκτικός που, επειδή έφτασε στο βάθρο των μεταλλίων, μεταμορφώθηκε σε εμβληματικός, χάριν της φοβερής επίδοσής του.
Εσύ, λοιπόν, γνήσιε απόγονε των αρχαίων Ελλήνων, που «γέννησες» τη Δημοκρατία και τον Πολιτισμό, κι ύστερα τις κατάπιες από την λαιμαργία σου ν’ αποδείξεις ότι είσαι ο καλύτερος όλων, μπορείς να καμαρώνεις και να καυχιέσαι για τους προγόνους και το DNA σου που μυρίζει «αρχαιοελληνίλα». Να ξέρεις, όμως, ότι, επί της ουσίας, εσύ είσαι εκείνος ο προβληματικός Σπαρτιάτης που πέταγε τα παιδιά του στον Καιάδα για να διατηρήσει την χυδαία ευγονική του.

http://tetartopress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου