Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

ΑΣΥΛΟ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ή ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑ

 


Γράφει ο Νικηφόρος Κόρακας


«Η καταστρατήγηση της ελεύθερης διακίνησης ιδεών εξαιτίας της Πανεπιστημιακής βίας και παραβατικότητας πρέπει να αντιμετωπιστεί». Πιο στερεότυπη  και ανεπαρκή δήλωση κυβερνητικού εκπροσώπου που φανερώνει την ακραία νεοφιλελεύθερη λαίλαπα δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Όποιος διατυπώνει διαιρετική άποψη τάσσεται αυτομάτως στο εχθρικό στρατόπεδο είναι υποκινητής δημαγωγός και λαϊκιστής .Πρόκειται για θεωρία δημαγώγησης της κοινής γνώμης με την στήριξη των συστημικών  ΜΜΕ και των τηλεοπτικών φακών  η κυβέρνηση  συσχετίζεται το άσυλο με την ανομία την βία και τους «μπαχαλάκηδες» με σκοπό την απαξίωση και την προσβολή απέναντι στη συλλογική ιστορική συνείδηση, στους αγώνες των φοιτητών και του ελληνικού λαού για ψωμί-παιδεία-ελευθερία, την αποκατάσταση της δημοκρατίας την πρόσβαση όλων στη μόρφωση και στην δημόσια δωρεάν εκπαίδευση δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες.

Δεν θα αναλύσουμε σε βάθος  τα  πολιτικά και ιδεολογικά  επιχειρήματα της κυβέρνησης που αυτήν την χρονική στιγμή με τα Πανεπιστήμια κλειστά εν μέσω πανδημίας και μέτρα περιορισμού ελευθερίας και κίνησης  επιλέγει την δημιουργία Ειδικού Σώματος Ασφαλείας φύλαξης και προστασίας των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.

Τα πανεπιστήμια υποφέρουν από την υποστελέχωση, την υποχρηματοδότηση, την εισβολή επιχειρηματικών ομίλων ,την έλλειψη κτιριακών και εργαστηριακών υποδομών ,την στέγαση ,την σίτιση ,την κοινωνική μέριμνα των φοιτητών και έχουν ανάγκη υποστήριξης ολόκληρης της Ελληνικής κοινωνίας .

Θα σταθούμε σε δύο σημεία τα οποία θα μας απασχολήσουνε ιδιαίτερα.

Πρώτον η φύλαξη και η προστασία των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων

Ασφαλώς θα ήταν μέγα λάθος να μην αναφερθούμε στην ελλιπή φύλαξη των σχολών στα προβλήματα που κατά καιρούς δημιουργούνται αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση άλλο η φύλαξη και προστασία και άλλο  αστυνόμευση με κλομπ , σπρέι  και αστυνομικά τμήματα εντός   των σχολών (παγκόσμια Ελληνική πατέντα ). 

Στα πλαίσια του αυτοδιοίκητου των Ελληνικών Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων η φύλαξη και η ασφάλεια καθηγητών, φοιτητών , εργαζομένων είναι μέλημα της Πανεπιστημιακής κοινότητας και όχι του υπουργού ΠΡΟ.ΠΟ και του  αρχηγού  της ΕΛ.ΑΣ, με προσωπικό μόνιμο κατάλληλα εκπαιδευμένο που θα αναφέρεται στην πανεπιστημιακή κοινότητα και στη Σύγκλητο.Το νομοσχέδιο αυτό υπονομεύει ξεκάθαρα  την συνταγματική πλέον  αυτονομία των ΑΕΙ  και λοιπών δημοκρατικών ελευθεριών καθώς επιχειρείται  η συστηματική προσπάθεια να χαρακτηριστούν οι σχολές σαν κύτταρα ανομίας βίας  και παραβατικότητας παρά τις προσπάθειες  ανάδειξης του ερευνητικού και επιστημονικού έργου των Ελληνικών Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.

Δεύτερον η πλήρη κατάργηση  Πανεπιστημιακού ασύλου.

Το άσυλο αποτελεί θεσμική κατάκτηση μιας ευρύτερης Ακαδημαϊκής  κοινότητας  που εντός αυτού η κοινωνία ελεύθερα στοχάζεται τα προβλήματα της και αναλύει τις προοπτικές της που αναπτύσσονται. Πρόκειται για έναν χώρο  πραγματικά πολυπαθή που αποτέλεσε την προεκλογική καμπάνια του πρωθυπουργού και ιδιαίτερη προτεραιότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη που και εδώ επιβάλλει πραξικοπηματικά την θέληση της.

Αποτελεί ιερό δημοκρατικό δικαίωμα, καθώς σηματοδοτεί την ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών στους χώρους των πανεπιστημίων και την ελευθερία στην ακαδημαϊκή δραστηριότητα και έρευνα. Άλλωστε, δεν νοείται παιδεία χωρίς ελευθερία σκέψης και κριτικής.Το άσυλο πρώτα και κύρια ανήκει στην πανεπιστημιακή κοινότητα (φοιτητές, καθηγητές, εργαζόμενοι κ.λπ.), αλλά και ευρύτερα στο λαϊκό και εργατικό κίνημα, που θα πρέπει να μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα ή να προστατεύεται στους χώρους των ιδρυμάτων.

Από τις 16 Νοέμβρη 1973 μετά  την παραίτηση της Συγκλήτου του ΕΜΠ που δεν  υποτάχθηκε στη χούντα και αξίωσε «Να μην καταλυθεί το άσυλο» και τα γεγονότα στην συνέχεια του Πολυτεχνείου έχει πολύ νερό κυλήσει στο αυλάκι .Το ΠΑΣΟΚ με τον ν.1268/1982 ο οποίος αναφέρει « Το Πανεπιστημιακό Άσυλο καλύπτει όλους τούς  χώρους των ΑΕΙ συνίσταται  στην απαγόρευση επέμβασης Δημόσιας Δύναμης  στους χώρους αυτούς χωρίς την πρόσκληση ή άδεια των αρμοδίων οργάνων των ΑΕΙ».

Έκτοτε το Πανεπιστημιακό  άσυλο έχει καταπατηθεί αρκετές φορές.  Στις 11 Απριλίου 1984, ένοπλοι άνδρες της Ασφάλειας µπαίνουν στη Νομική Κομοτηνής για να συλλάβουν φοιτητές που έγραφαν συνθήματα σε τοίχους. Στις 20 Μαρτίου 1985 τα ΜΑΤ εισβάλλουν  Νομικής Αθηνών ,στις 14 Νοεµβρίου 2005 τα ΜΑΤ εισβάλλουν στο προαύλιο της ΑΣΟΕΕ  κατά τον εορτασμό του Πολυτεχνείου.

Το 2011, µε τον ν. 4009 της  ∆ιαµαντοπούλου, δινόταν στον εισαγγελέα η δικαιοδοσία να παραγγέλλει επέμβαση της Αστυνομίας όταν διαπιστώνει ότι τελούνται παράνομες πράξεις, που δεν έχουν σχέση µε την ελεύθερη διακίνηση ιδεών.

Επί διακυβέρνησης  ΣΥΡΙΖΑ  µε τον ν. 4485/2017 του υπουργού  Γαβρόγλου, επανερχόταν η αρμοδιότητα της ΕΛ.ΑΣ. να παρεμβαίνει αυτεπάγγελτα «σε περιπτώσεις κακουργημάτων»

Εκτός από τους συλλόγους των φοιτητών, των καθηγητών και των εργαζομένων στα πανεπιστήμια, κανένας άλλος δεν μπορεί να ιδιοποιείται με το έτσι θέλω χώρους των ιδρυμάτων. Με αυτόν τον τρόπο παραβιάζεται επίσης η έννοια του ασύλου. Υπεύθυνοι για την παραχώρηση χώρων σε εξωπανεπιστημιακές συλλογικότητες θα πρέπει να είναι οι σύλλογοι της πανεπιστημιακής κοινότητας και μόνο αυτοί.

Αν θέλουμε λοιπόν να μιλάμε για πραγματική υπεράσπιση του δικαιώματος του ασύλου, θα πρέπει το φοιτητικό κίνημα και ιδίως η αριστερά να ασχοληθούν σοβαρά και να πάρουν ξεκάθαρη θέση απέναντι σ’ αυτά τα ζητήματα. Και επειδή «το άσυλο ανήκει σε όλο τον λαό», και όχι στα ατομικά συμφέροντα του οποιουδήποτε ή σε ομάδες που εκφράζουν μόνο τον εαυτό τους, το άσυλο μπορούμε να το προασπίσουμε μόνο μέσα από αγώνες  συλλογικές αποφάσεις και με τον απαραίτητο σεβασμό σε αυτές που αρμόζει στον χαρακτήρα του. Η Υπεράσπιση του Δημόσιου χαρακτήρα των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων του αυτοδιοίκητου και του ασύλου αποτελεί λοιπόν σήμερα απόλυτη προτεραιότητα του κινήματος και μείζον ζήτημα κάθε κοινωνίας.


Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2021

 

Παναγιώτης Μαυροειδής

Ο λεγόμενος Τραμπισμός θα υπάρξει και χωρίς προεδρία Τραμπ, ακόμη και χωρίς Τραμπ. Δεν αποτελεί κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο που αφορά αποκλειστικά τις ΗΠΑ. Αποτελεί σύμπτωμα της κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και ταυτόχρονα μορφή απάντησης σε αυτήν.

Δημοσιεύθηκε στις 19-1-2021 στο www.prin.gr

Ο λεγόμενος Τραμπισμός θα υπάρξει και χωρίς προεδρία Τραμπ, ακόμη και χωρίς Τραμπ. Δεν αποτελεί κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο που αφορά αποκλειστικά τις ΗΠΑ. Στο πλαίσιο μιας ιστορικά αναπτυσσόμενης διεθνοποίησης, ο ανταγωνισμός μεταξύ των καπιταλιστικών – ιμπεριαλιστικών κέντρων, των αστικών κρατών και των δυνάμεων του κεφαλαίου γνωρίζει έξαρση και παίρνει προβάδισμα. Αυτό θέτει σε κρίση και σε διαδικασία αναδιάταξης τη σημερινή μορφή καπιταλιστικής διεθνοποίησης. Σε εποχές παρατεταμένης και καθολικής κρίσης, σημαντικό τμήμα των κεφαλαίων επιστρέφει στην εθνική του βάση, με αποτέλεσμα να επιδιώκονται μέτρα στήριξης του κεφαλαίου, «οικονομικού πολέμου» ή/και «προστατευτισμού», να υψώνονται τείχη (με πρώτο στόχο πρόσφυγες, μετανάστες και μειονότητες), να αναπτύσσεται η εθνική ρητορική, ως μέσο για τη διεκδίκηση καλύτερης θέσης στο διεθνή καταμερισμό. Η πανδημία και το κλείσιμο συνόρων συνηγορούν στην ίδια κατεύθυνση.

Ο Τραμπισμός αποτέλεσε για ορισμένα τμήματα του κεφαλαίου (κατασκευές, ενέργεια και ειδικά ορυκτοί πόροι, αγροτικός καπιταλιστικός τομέας, μεταφορές κλπ) μια ορισμένη απάντηση για την προστασία τους από την απειλή της Κίνας και όχι μόνο, με ελπίδα δυναμικότερης επιστροφής στη διεθνή σκακιέρα σε δεύτερο χρόνο. Την ίδια στιγμή, άλλοι τομείς (χρηματοπιστωτικό σύστημα, επικοινωνίες, ηλεκτρονική ψηφιακή βιομηχανία, στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα κλπ), οι οποίοι συχνά δέχθηκαν ρητορικά πυρά από τον Τράμπ, ενώ αντιμετωπίζουν άμεσα προσκόμματα στο διεθνές κυρίως πεδίο όπου δραστηριοποιούνται, φιλοδοξούν να ωφεληθούν από τις στρατηγικές συνέπειες μιας ολομέτωπης επίθεσης στον κόσμο της εργασίας στο εσωτερικό της χώρας.

Ενδεχομένως, επιχειρήσεις λογισμικού δυσφορούν με τη ρητορική και αντιμεταναστευτικά μέτρα Τραμπ και δυσκολεύονται στην προσέλκυση «εγκεφάλων» από τον έξω κόσμο, ενώ από την άλλη, οι αυξημένοι δασμοί θεωρούνται προστασία για τους καπιταλιστές στην αυτοκινητοβιομηχανία. Ωστόσο, όλοι «κατανοούν» ότι μακροπρόθεσμα χωρίς καθήλωση μισθών αλλά και πολιτικών ελευθεριών στα επίπεδα της Κίνας, δεν υπάρχει ελπίδα διεξόδου από την καθοδική πορεία. Τμήματα του «βαθιού κατεστημένου» στους τομείς άμυνας και εξωτερικών υποθέσεων νοιώθουν πιο ασφαλή με την προθυμία των Δημοκρατικών για πολεμικούς εξοπλισμούς και αλληλεγγύη στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενώ δυσφορούν με τις πρωτοφανείς επιθέσεις του Τραμπ για το «τρελό κόστος των πολέμων» ή στις «αχρείαστες δαπάνες για το ΝΑΤΟ». Παρ’ όλα αυτά, όλοι, συμπεριλαμβανομένου και του Τραμπικού στρατοπέδου, συμφωνούν ότι η υποβάθμιση των ΗΠΑ στον οικονομικό τομέα σε σχέση με την Κίνα, πρέπει να αντισταθμιστεί από την ενεργή άσκηση της πολιτικής και στρατιωτικής υπεροχής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι το πολεμικό παιχνίδι-φωτιά με το Ιράν, το οποίο ο Τράμπ το κλιμάκωσε επικίνδυνα, την ίδια ώρα που δημαγωγούσε για «επιστροφή των στρατιωτών στην πατρίδα».Ό,τι εμφανίζεται ως «μάχη μεταξύ δύο κόσμων», με σοβαρές συνέπειες και αρρυθμίες στη λειτουργία του δικομματικού πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ, αποτελεί ταυτόχρονα μια αλληλοσυμπληρούμενη διαδικασία. Στο πλαίσιό της, διαμορφώνεται μία σπειροειδής αλληλουχία γιγαντιαίων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αντιδραστικής κατεύθυνσης. Μια «επανάσταση» με αρνητικό πρόσημο, που επιχειρεί να αναμετρηθεί όχι μόνο με τις διαφορετικές παραστάσεις που χάρισαν στην ανθρωπότητα οι εργατικές επαναστάσεις του 20ου αιώνα, αλλά και με τους συμβιβασμούς που αναγκάστηκε ή/και είχε τη δυνατότητα να κάνει η αστική τάξη στην προηγούμενη περίοδο.

Ο Τραμπισμός αποτελεί ένα από τα συμπτώματα της κρίσης – και ταυτόχρονα μια μορφή απάντησης – του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας και ειδικότερα της καπιταλιστικής διεθνοποίησης. Η ουσιώδης ωστόσο διαφορά με τη Μεγάλη Κρίση του 1929, που γέννησε το φασισμό, είναι ότι η σημερινή συντελείται σε συνθήκες απουσίας μιας αντικαπιταλιστικής σοσιαλιστικής εναλλακτικής. Ο κίνδυνος απάντησης «από τα δεξιά» είναι σαφώς μεγαλύτερος και αυτό είναι η πρόκληση για το εργατικό κίνημα. Ο αταξικός, εντέλει, λαϊκομετωπισμός του Μεσοπολέμου ακύρωσε τη δυναμική της εργατικής επαναστατικής απάντησης στο όνομα του ενιαίου αντιφασιστικού μετώπου με την αστική τάξη. Πολύ περισσότερο όμως, στις σημερινές συνθήκες, η απλοϊκή αναγόρευση του Τραμπ ως εκπροσώπου του «σύγχρονου φασισμού», χωρίς παράλληλα κατανόηση των συνολικών τάσεων στο καπιταλιστικό σύστημα, έχει ως πολιτικό αποτέλεσμα όχι απλά την υποταγή σε μια πορεία, αλλά την προκαταβολική ένταξη των εν δυνάμει αντιστάσεων του εργατικού κινήματος στο πλαίσιο του αστισμού. Η αντιμετώπιση του Τραμπισμού με όρους που θέτει ο αστικός δικομματισμός στις ΗΠΑ (στην ουρά των Δημοκρατικών), με υποβάθμιση ανεξάρτητης πολιτικής εργατικής πάλης, εκχωρεί χώρο fake «αντισυστημικής» φυσιογνωμίας σε αυτόν, ενώ παράλληλα εξαγνίζει τους Δημοκρατικούς παρά την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική τους.

Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την μαχητική παρουσία αγωνιστών και κινημάτων (εκπαιδευτικών, μαύρων, γυναικών, νεολαίας κλπ) που αντιστάθηκαν στην πολιτική του Τραμπ. Ωστόσο, η πολιτική είναι αυτή που εν τέλει καθορίζει τα πράγματα με το βάρος της. Ο Τραμπ έπιασε κυριολεκτικά ταβάνι (αν υπάρχει τέτοιο), με τη ρατσιστική, ξενοφοβική, ομοφοβική και μισογύνικη γλώσσα, αλλά και πολιτική του και αυτό πυροδότησε πολύτιμα ρεύματα ριζοσπαστικοποίησης. Αν ωστόσο τα προβλήματα κατανοούνται με όρους «ταυτότητας» και «αξιών», με αγνόηση της ταξικής δομής που τα συνέχει και της όξυνσης του κοινωνικού ζητήματος για την εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία, τότε εύκολα «χωνεύονται» σε ένα δικαιωματισμό εξαιρέσεων, πολιτικά οριοθετημένο εντός του καπιταλιστικού πλαισίου και του αστικού πολιτικού συστήματος.

Η περιφρόνηση προς τη «λευκή» και «αμόρφωτη» εργατική τάξη ως προϊόν μιας ανάλυσης ότι γίνεται ρατσιστική επειδή «χάνει προνόμια», έχει αντίθετα πολιτικά αποτελέσματα από μια κατανόηση ότι τμήματά της απειλούνται από μια συνολική καθοδική πορεία που επιφέρει η κρίση προοπτικών του αμερικάνικου καπιταλισμού.

Ταξική υπευθυνότητα για να σωθεί το σύστημα

Υπάρχουν αρκετά ιστορικά προηγούμενα, όπου ο λαϊκός παράγοντας εισβάλει στο πολιτικό προσκήνιο και συμβαίνουν εξεγέρσεις και επαναστάσεις, ακριβώς στο «κενό» που αφήνουν ρωγμές του αστικού πολιτικού συστήματος. Όπου υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι για κοινωνικές καταχτήσεις ή και για πολιτική υποταγή σε ενδοαστικές αντιθέσεις, εκεί ακριβώς «κρύβονται» και δυνατότητες για την εργατική τάξη και το κίνημά της. Επομένως, είναι απολύτως απαραίτητη η εκτίμηση της διάταξης, των συμφερόντων και των τακτικών του συνόλου των τάξεων και των πολιτικών δυνάμεων.

Από αυτή την άποψη εντυπωσιάζει πραγματικά η υποδειγματική ταξική υπευθυνότητα για λογαριασμό των συνολικών αστικών συμφερόντων που επιδεικνύει η ηγεσία των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, όχι μόνο σε ότι αφορά την απόπειρα κατάληψης του Καπιτωλίου, αλλά και συνολικά την αντιμετώπιση του Τραμπισμού.

Αντί, όπως θα περίμενε κάποιος, να «τζογάρουν» ενάντια στην ακραία, πραξικοπηματική δράση του Τραμπ για να κερδίσουν κομματικούς πόντους και να «κοντύνουν» τους Ρεπουμπλικάνους, προτίμησαν την «ηπιότητα». Ο μεν Μπάιντεν παρακάλεσε τον Τραμπ να μαζέψει ο ίδιος τους οπαδούς του, ενώ ο Ομπάμα, ένα βήμα παραπέρα, δήλωσε ότι η δικομματική συνεννόηση είναι θεμέλιο της δημοκρατίας στις ΗΠΑ. Υπάρχει οπωσδήποτε ο φόβος να σπάσει το δικομματικό στερέωμα που τους ωθεί σε μια τέτοια στάση. Μια πιθανή εξώθηση στα άκρα και σε διάσπαση των Ρεπουμπλικάνων, θα δημιουργούσε και προϋποθέσεις για αποκολλήσεις στα «αριστερά» των Δημοκρατικών. Είναι, ωστόσο, γενικότερα και η προσπάθειά τους να αποφύγουν την εισχώρηση μια λαϊκής δυναμικής που θα είχε ανεξέλεγκτη έκβαση. Σε αυτό το φόντο – και ενώ ο Τραμπ οργανώνει στο δρόμο αντιπολίτευση πενταετίας – η δρομολογούμενη «απομάκρυνσή» του με κοινοβουλευτικές διαδικασίες και όταν αυτός δεν θα είναι Πρόεδρος, αποκαλύπτει την γύμνια των Δημοκρατικών.

 

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

 


Στις μέρες μας αποδεικνύεται πόσο προφητική και επίκαιρη ήταν η φράση του Hobsbawm  «η εναλλακτική λύση απέναντι στην ανάγκη αλλαγής της κοινωνίας θα είναι το έρεβος».

Η αφήγηση της  οικονομικής θεωρίας του Keynes  φαίνεται ότι δεν έχει απομακρυνθεί εντελώς από τις σκέψεις των πανταχού οπαδών του  αλλά και των πολιτικών ηγετών της Ε.Ε., ακόμα και σήμερα. Η κυρίαρχη ιδεολογία  των δεκαετιών  του 70 και 80 για συνύπαρξη δημόσιου τομέα με τον ιδιωτικό με τον  πρώτο να παρεμβαίνει συνεχώς στα χωράφια του δεύτερου, ενισχύοντας την όλο και μειούμενη ζήτηση, φαίνεται ότι αρχίζει να ξαναγεννιέται.

Δεν είναι λίγοι οι νοσταλγοί που ονειρεύονται την χρυσή εποχή του καπιταλισμού σαν όνειρο - φαντασίωση,  σαν κρυφή επιθυμία των καπιταλιστών. Καθώς τα πράγματα για τον ίδιο τον καπιταλισμό δυσκολεύουν, το μόνο σίγουρο είναι ότι πρόκειται για μια  επανεκκίνηση του καπιταλισμού, ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, ένα «νέο καπιταλισμό της επιτήρησης» όπως αρέσκεται να αυτοαποκαλείται σε  οικονομικούς κύκλους, μια απειλή για την Δημοκρατία  με άμεση αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων, ένα  ρεύμα  που αρχίζει να ξεφεύγει από τις φαντασιώσεις και τις συζητήσεις και προχωράει  ένα βήμα παραπέρα ξετρελαίνοντας τους εραστές του συστήματος.

Στις ΗΠΑ  όπου από τις αρχές του 2020 χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν πτωχεύσει, το ίδιο και στην πανίσχυρη Γερμανία, δεσπόζουν τα φαντάσματα  των επιχειρήσεων- ζόμπι που δεν μπορούν πλέον να καλύψουν τα έξοδα τους ενώ είναι τεράστιο το ποσοστό ανεργίας και η εκτίναξη του χρέους  πλανιέται δυσοίωνα πάνω από την υδρόγειο. Αιτία τα χαμηλά επιτόκια των τραπεζών που αύξησαν τον δανεισμό αλλά και τα χρέη. Νέα φούσκα ; Νέο οικονομικό κραχ ; Αυτό μένει να αποδειχθεί.

Η νέα πραγματικότητα σταδιακά υποτίθεται μας απομακρύνει από τα δεσμά των αλυσίδων του νεοφιλελευθερισμού ακολουθώντας τον σίγουρο δρόμο των υποτιθέμενων κρατικών παρεμβάσεων Κευνσιανής έμπνευσης. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι τελικά  αντί για αποτροπή της κρίσης οδηγηθήκαμε σε νέα αδιέξοδα και πολιτικές λιτότητας τύπου Θάτσερ. Σήμερα πλέον με την επιβάρυνση της εξάπλωσης της πανδημίας και τις αποτυχημένες προσπάθειες διαχείρισης κρίσεων από τις κυβερνήσεις, οι αγορές οδηγούνται σε μεγάλη φθορά  με ορατό πλέον κίνδυνο  την κατάρρευση τους ενώ επανερχόμαστε στις γνώριμες αντιφάσεις του κρατικού παρεμβατισμού. Οι τράπεζες ως δεσμοφύλακες του συστήματος ρίχνουν ακόμα μία φορά τα επιτόκια  για να ωθήσουν κυβερνήσεις και καπιταλιστές στην πολυπόθητη ρευστότητα αλλά και σε νέο  δανεισμό, στέλνοντας τον λογαριασμό  στα γνωστά υποζύγια: την εργατική τάξη.  Η έκθεση του ΟΗΕ για την παγκόσμια οικονομική κατάσταση του έτους 2019 κατέγραψε την ισχνότερη ανάκαμψη της δεκαετίας. Το παγκόσμιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί φέτος κατά 20 τρις ενώ δεν διαφαίνεται καμιά πρόβλεψη για ανάκαμψη άρα  και η έξοδος από την ύφεση αναβάλλεται για άλλη μια φορά. Η ανικανότητα διαχείρισης της κρίσης στην ΕΕ ειδικά  εν μέσω της  πανδημίας αποδείχτηκε και πάλι αναποτελεσματική ενώ τα σενάρια για βραχυχρόνια κρίση και σύντομη έξοδο από αυτήν-μια άποψη που και η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη υποστηρίζει- είναι σκέτη κοροϊδία. Τρία πολιτικά σενάρια είναι εμφανή στον νέο αυτό καπιταλιστικό σενάριο: Πρώτον,  η σύνθεση ενός  άκριτου νεοφιλελευθερισμού, δεύτερον, σχέδια ανάπτυξης ενός  «πράσινου καπιταλισμού» και εμπορευματοποίησης του περιβάλλοντος και τρίτον, πολιτικές συμμαχίες μεταξύ αστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων όπως  Podemos, DieLinke, SPD. Ασφαλώς δεν πρέπει να παραβλέπουμε τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες για την φορολογική εναρμόνιση των χωρών.  Θυμίζουμε εδώ την απόφαση της Συνόδου Κορυφής το καλοκαίρι όπου οι αστικές φυλλάδες οργίαζαν  γράφοντας για «μνημειώδης αποφάσεις» και ότι η «Ευρωπαϊκή ενοποίηση βαθαίνει».  Ασφαλώς και βαθαίνει όσον αφορά στους σκοπούς των χρηματιστηριακών αλλαγών, την άνοδο των μετοχών εταιριών υψηλής τεχνολογίας  όπως η Αpple και η Microsoft. To σύστημα νομοτελειακά τείνει να επιστρέψει στον εγγυημένο πλέον κρατικό προστατευτισμό.

Αυτή η στροφή συνδέεται με την όξυνση  των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε μία νέα παγκόσμια σκακιέρα προσανατολισμένη σε τρείς στόχους: στρατιωτικό ενεργειακό και οικονομικό πεδίο. Πίσω από τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κράτη κάνουν δειλά-δειλά την εμφάνιση  τους και μικρότεροι ΥΠΟιμπεριαλισμοί -  πάντα με εχθρικές και επιθετικές διαθέσεις. Η όξυνση των ανταγωνισμών επεκτείνεται στο πεδίο κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου όπου εδώ πρωταγωνιστούν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες ενέργειας  MOBIL, EXXON, SHELL με έναν και μοναδικό στόχο: την αρπαγή του ορυκτού πλούτου των χωρών με κάθε τρόπο-ακόμα και με πόλεμο. Για τις μεγάλες  και συνεχώς αυξανόμενες πολεμικές ανάγκες των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών, τα περί «πράσινου καπιταλισμού» και ΑΠΕ θυσιάζονται στο κυνήγι ανεύρεσης νέων κοιτασμάτων ορυκτών καυσίμων. ΟΙ ΗΠΑ- ως καλύτερος πελάτης πετρελαίου στον κόσμο-είναι και αυτός που ρυπαίνει  περισσότερο. Όλο και περισσότεροι ονειρεύονται την επέκταση των συνόρων της Ευρώπης, ακόμα και μέχρι την θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Άρα λοιπόν, οι οπαδοί της πολλά υποσχόμενης καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, της αυταπάτης όπου ο καπιταλισμός θα επιστρέψει «καλύτερος και πιο δίκαιος  για την ανθρωπότητα», ασφαλώς και γελιούνται.

«Εάν  εφαρμοσθεί αυτό το σχέδιο, τότε θα υπάρξει ένα μεγαλύτερο επίπεδο χάους και παρακμής των συστημάτων που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη πόλωση, εθνικισμό, ρατσισμό, αυξημένες κοινωνικές αναταραχές και συγκρούσεις»-όπως αναφέρει ο Klaus Schwab- «με μία εργατική τάξη αλυσοδεμένη και υποταγμένη στις ορέξεις των καπιταλιστών».  Με την προοπτική μιας τέτοιας  νέας πραγματικότητας, τα σενάρια διαφαίνονται εφιαλτικά. Αυτό που σήμερα απαιτείται επιτακτικά, είναι ένα ισχυρό εργατικό κίνημα με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση ικανό να αναδείξει νέες δυνάμεις και πρωτοπορίες,  να αλλάξει τους συσχετισμούς  στο κίνημα και στην αριστερά ώστε αυτή να γίνει όλο και πιο επίκαιρη, δυναμική  και αποτελεσματική. Μια αριστερά  έτοιμη να εμπνεύσει  και  να οδηγήσει στην ταξική σύγκρουση και την ανατροπή.

 

Πηγές :

1.Τhe nextrecession.wordpress.com

2.Περιοδικό ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕΠΤ-ΟΚΤ 2020

3.ΚΡΙΣ ΧΑΡΜΑΝ  Καπιταλισμός ζόμπι Αθήνα 2011 σελ.  213

4.www.in.gr  18/8/2020 Aνοικοδόμηση της Ευρώπης μετά την πανδημία