Η Αϊτή, η πρώτη χώρα σε λήψη ανθρωπιστικής βοήθειας στη λατινοαμερικανική ήπειρο, εξακολουθεί να είναι η φτωχότερη στο δυτικό ημισφαίριο και μία από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο. Γιατί αποτυγχάνει η ανθρωπιστική βοήθεια; Τι συμβαίνει όταν, από στοχευμένη παροχή μετατρέπεται σε παγιωμένο μοντέλο «ανάπτυξης»;
Γέννηση και εξάπλωση της ανθρωπιστικής βοήθειας
Η ανθρωπιστική βοήθεια, αποτελεί έναν τομέα εντός της αποκαλούμενης Επίσημης Βοήθειας για την Ανάπτυξη, η οποία έχει τις ρίζες της στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το Σχέδιο Μάρσαλ, μετά την εφαρμογή του στα κράτη της ευρωπαϊκής ηπείρου, δημιούργησε το μοντέλο για την ανάπτυξη και για τον υπόλοιπο κόσμο, παρέχοντας την κεντρική ιδέα: με υποδομές, ρεύμα, εκπαίδευση, οι «καθυστερημένες» χώρες θα μεταπηδήσουν στη βιομηχανική εποχή. Η Παγκόσμια Τράπεζα είναι έκτοτε ο οργανισμός που αναλαμβάνει να προωθήσει την ανάπτυξη σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική.
Ήδη από τη δεκαετία του 1960 αρχίζουν να εμφανίζονται στη Λατινική Αμερική οι πρώτες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ως πρωτοβουλία μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων ή εκκλησιαστικών προγραμμάτων, με διακηρυγμένο στόχο να μειώσουν τις υπάρχουσες αναπτυξιακές ανισορροπίες. Έτσι, η Αναπτυξιακή Βοήθεια γίνεται ο ακρογωνιαίος λίθος που ορίζει τη σχέση της Δύσης με τις χώρες του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου»
Παράλληλα, δημιουργείται το 1961 ο Οργανισμός των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID), τίτλος που μόνο ως ευφημισμός μπορεί να εκληφθεί, καθώς οι πολιτικές του έχουν ως στόχο, αφενός τη διείσδυση των βορειοαμερικανικών εταιριών σε νέες αγορές και αφετέρου, την παρεμπόδιση «ανεπιθύμητων» κυβερνήσεων να καταλάβουν την εξουσία.
Από τα τέλη του Ψυχρού Πολέμου η βοήθεια που έως τότε μεταφραζόταν σε προγράμματα επιχορήγησης συγκεκριμένων τομέων οικονομικής δραστηριότητας, μετατρέπεται σε μία νέα «βιομηχανία», η οποία εξαρτάται και ενισχύεται από τις αντίστοιχες των τροφίμων, των φαρμάκων και των εξοπλισμών. Αυτό το νέο είδος βοήθειας, η «ανθρωπιστική», διακρίνεται σε τρεις βασικές κατηγορίες: έκτακτης ανάγκης, ανοικοδόμησης – αποκατάστασης και πρόληψης καταστροφών. Μεταφράζεται σε συνδρομή οικονομική ή υλική: παροχή υλικών και εξοπλισμού, τροφίμων πρώτης ανάγκης, αποστολή επαγγελματιών υγείας και άλλων «ειδικών», οι οποίοι παρεμβαίνουν άμεσα στις πληγείσες περιοχές.
Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οι δυτικοί οικονομικοί παράγοντες που στηρίζουν τους οργανισμούς ανθρωπιστικών παρεμβάσεων, αποκτούν πρόσβαση σε κράτη και σε εμπόλεμες ζώνες, στις οποίες μέχρι τότε δεν είχαν τη δυνατότητα να παρέμβουν, καθώς βρίσκονταν εκτός της δικής τους σφαίρας επιρροής. Πολλές φορές οι διάφορες ΜΚΟ αποτελούν τον δούρειο ίππο, μέσα από το οποίο διευκολύνεται αυτή η πρόσβαση. Θεωρητικά, βέβαια, μία από τις αρχές της ανθρωπιστικής βοήθειας, σύμφωνα με τον Ο.Η.Ε.,είναι εκείνη της επιχειρησιακής ανεξαρτησίας: η ανθρωπιστική δράση πρέπει να είναι αυτόνομη από πολιτικούς, οικονομικούς ή στρατιωτικούς στόχους που τυχόν υπάρχουν στις περιοχές για τις οποίες προορίζεται. Στην πραγματικότητα, είναι εμφανές ότι αυτή η αρχή δεν εφαρμόζεται. Οι δύο μεγαλύτεροι πάροχοι ανθρωπιστικής βοήθειας στον πλανήτη, οι Η.Π.Α. και η Ευρωπαϊκή Ένωση, αποφασίζουν πού και με ποιον τρόπο αυτή αξιοποιείται. Για παράδειγμα, τα κράτη που θεωρούνται σύμμαχοι στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», λαμβάνουν πολλή περισσότερη βοήθεια.
Από τη δεκαετία του 1990 και μετά οι οργανώσεις αυτές πολλαπλασιάζονται με ραγδαίους ρυθμούς. Η Ολλανδή δημοσιογράφος Λίντα Πόλμαν, μετά την εμπειρία της ως πολεμική ανταποκρίτρια σε Αϊτή, Σομαλία, Ρουάντα και Σιέρα Λεόνε, έγραψε τα βιβλία Δεν κάναμε τίποτα και Παιχνίδια Πολέμου: Η ιστορία της βοήθειας και του πολέμου στους σύγχρονους καιρούς. Αναφέρει ότι το 1980 στα σύνορα με την Ταϊλάνδη υπήρχαν 40 ΜΚΟ, οι οποίες στήριζαν τους πρόσφυγες από την Καμπότζη. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στο Αφγανιστάν υπήρχαν 2.500 οργανώσεις.
Η χώρα…OXFAM
Στο ντοκιμαντέρ AIDependence ένα παιδάκι στην Αϊτή ρωτάει έναν τύπο που δουλεύει σε διεθνή οργάνωση:
«Από πού είσαι; από τις Ηνωμένες Πολιτείες;»
«Όχι», απαντάει εκείνος.
«Μήπως από τον Καναδά;»
«Όχι δεν είμαι από τον Καναδά. Είμαι…».
«Α, κατάλαβα, πρέπει να είσαι από την OXFAM!»
«Από πού είσαι; από τις Ηνωμένες Πολιτείες;»
«Όχι», απαντάει εκείνος.
«Μήπως από τον Καναδά;»
«Όχι δεν είμαι από τον Καναδά. Είμαι…».
«Α, κατάλαβα, πρέπει να είσαι από την OXFAM!»
Αυτός ο διάλογος είναι ενδεικτικός της κατάστασης που επικρατεί στην Αϊτή, ιδιαίτερα μετά το σεισμό των 7,2 ρίχτερ που σημειώθηκε το 2010, όταν χιλιάδες διεθνείς οργανώσεις βρέθηκαν στη χώρα.
Οι φυσικές καταστροφές ως ευκαιρίες για μπίζνες
Ένα χρόνο μετά το σεισμό η διεθνής βοήθεια έφτανε περίπου τα 10 δισεκατομμύρια δολάρια. Πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα; Η απάντηση είναι «δεν ξέρουμε». Είναι πολύ δύσκολο να ερευνηθεί η ανθρωπιστική βιομηχανία, ιδιαίτερα σε μια χώρα όπου υπάρχουν χιλιάδες οργανώσεις, που δουλεύουν με τους δικούς τους όρους και η καθεμία έχει τους δικούς της χρηματοδότες. Σύμφωνα με την Πόλμαν, περισσότερο από το 99% των χρημάτων αυτών κατέληξε στους τραπεζικούς λογαριασμούς των ίδιων των ΜΚΟ.
Κι αυτό, επειδή το κύκλωμα της ανθρωπιστικής βοήθειας ευνοεί τους ανθρώπους που δουλεύουν μέσα στο ίδιο, υψηλόβαθμα στελέχη που κυκλοφορούν με πολυτελή θωρακισμένα αυτοκίνητα σα νέοι αποικιακοί κυβερνήτες – στελέχη που λαμβάνουν μισθούς Η.Π.Α., Καναδά ή Ελβετίας και όχι Αϊτής. Με λίγα λόγια, η ανθρωπιστική βοήθεια έχει εξελιχθεί σε ένα επικερδές εμπόριο για όλους τους εμπλεκόμενους, εκτός από τους πραγματικούς «ωφελούμενους».
Τόσο μετά το σεισμό του 2010, όσο και το 2016 μετά το πέρασμα του τυφώνα Μάθιου, το Υπουργείο Εσωτερικών της Αϊτής κατήγγειλε ότι κάποιοι έχουν συμφέρον να «φουσκώνουν» τον αριθμό των θυμάτων και το μέγεθος των καταστροφών, προκειμένου να βγάλουν κέρδη οι διεθνείς οργανώσεις. Στην περίπτωση του τυφώνα Μάθιου, η κυβέρνηση της χώρας επανέλαβε ότι ο επίσημος αριθμός των θυμάτων ήταν 350 και διέψευσε τις πληροφορίες που διαδίδονταν από διεθνή πρακτορεία ενημέρωσης, μεταξύ αυτών και το Ρόιτερς, τα οποία έκαναν λόγο για περίπου χίλιους νεκρούς.
Γιατί παρατηρήθηκε αυτό το φαινόμενο; Η ανθρωπιστική βοήθεια κινεί 150 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Κάποιες ΜΚΟ μπορούν να συγκριθούν με μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες: καθοδηγούνται από τη λογική του κέρδους, πρέπει να νικήσουν τον ανταγωνισμό, να εξασφαλίσουν ότι είναι οι μεγαλύτερες στον τομέα τους, ώστε οι χρηματοδότες – κυβερνήσεις ή ιδιώτες – να επιλέξουν να δώσουν τα εκατομμύρια τους σε εκείνες και όχι σε κάποιες άλλες.
Από την άλλη, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις στις οποίες οι ίδιες οι κυβερνήσεις των χωρών επιζητούν την ανθρωπιστική βοήθεια, όχι για την αντιμετώπιση επειγουσών καταστάσεων, αλλά επειδή τοπικές ελίτ, ή ηγεσίες που βρίσκονται ακόμα και 30 χρόνια στην εξουσία, βάζουν χέρι σε αυτή βοήθεια. Η αντίστοιχη εμπειρία σε κράτη της Αφρικής δείχνει ότι η μεγάλης κλίμακας ανθρωπιστική βοήθεια διαφθείρει τόσο αυτούς που τη δίνουν, όσο και αυτούς που τη λαμβάνουν.
Σεξουαλικά σκάνδαλα
Πριν από περίπου ένα χρόνο, ξέσπασε ένα τεράστιο σκάνδαλο, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο πρώην διευθυντής της OXFAM στην Αϊτή, ο Βέλγος Roland Van Hauwermeiren, είχε πληρώσει σεξεργάτριες σε χώρους της οργάνωσης. Αφού απέτυχαν οι απόπειρες συγκάλυψης, που περιλάμβαναν ακόμα και απειλές ενάντια στη ζωή των μαρτύρων των γεγονότων, απολύθηκαν επτά υπάλληλοι. Η οργάνωση, η οποία λαμβάνει ετησίως 350 εκατομμύρια δολάρια επιχορήγησης από τη βρετανική κυβέρνηση, αναγνώρισε ότι η συμπεριφορά αυτών των εργαζομένων ήταν «απολύτως απαράδεκτη» και ότι ήταν λάθος να ξαναπροσληφθεί ο Βέλγος, ο οποίος είχε πρωταγωνιστήσει παλιότερα σε αντίστοιχο σκάνδαλο στο Τσαντ.
Η περίπτωση αυτή αποτελεί την πιο ακραία έκφραση της σκοτεινής πλευρά της ανθρωπιστικής βοήθειας. Όλοι οι κώδικες δεοντολογίας απαγορεύουν τη σεξουαλική εκμετάλλευση και η νομοθεσία της Αϊτής το ίδιο, ωστόσο, είναι κάτι που συμβαίνει κατά κόρον. Υπάρχει ένας νόμος σιωπής στον κόσμο των ΜΚΟ, καθώς πρέπει να προσέχουν πολύ τη φήμη τους, γι’ αυτό και τέτοια συμβάντα αποκρύπτονται. Το ίδιο ισχύει και για περιστατικά κλοπών, απάτης η και κακών εργασιακών συνθηκών για τους ντόπιους εργαζόμενους, αποκαλύπτει και πάλι η Πόλμαν.
Η ανθρωπιστική βοήθεια ως τρόπος ζωής
Όταν τίθεται κριτικά το ζήτημα του ρόλου των οργανώσεων ανθρωπιστικής βοήθειας, συνήθως η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το αν μία ΜΚΟ είναι πράγματι ΜΗ Κ.Ο. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μία πληθώρα οργανώσεων με πολύ διαφορετικά κίνητρα, δομή, λειτουργία και χρηματοδότες. Υπάρχουν ΜΚΟ που αποτελούν απλώς βιτρίνα κρατικών ή επιχειρηματικών συμφερόντων, υπάρχουν άλλες που δεν ξεκινούν ως κυβερνητική πρωτοβουλία, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δε χρηματοδοτούνται από κυβερνητικούς φορείς σε μεγάλο ή μικρότερο βαθμό και υπάρχουν και κάποιες οργανώσεις, οι οποίες δεν επιτρέπουν να ξεπερνούν οι κρατικές δωρεές το 50%, ώστε, τυπικά τουλάχιστον, να μη φαίνεται ότι δέχονται πιέσεις στις αποφάσεις τους. Υπάρχουν, τέλος ελάχιστες αλληλέγγυες πρωτοβουλίες πολιτών από τα κάτω, που υιοθετούν δράσεις συνεργασίας πιο ισότιμες, έξω από το σχήμα δωρητής – ωφελούμενος.
Πηγαίνοντας λίγο παραπέρα από αυτή τη συζήτηση, θα επικεντρωθούμε κυρίως στα αποτελέσματα της ανθρωπιστικής βοήθειας για τους πληθυσμούς – αποδέκτες της.
Αποφασίζουμε για εσάς χωρίς εσάς
Οι διεθνείς οργανώσεις δεν είναι υπόλογες παρά μόνο στους χρηματοδότες τους. Δε λογοδοτούν ούτε καν στο ίδιο το κράτος στο οποίο παρεμβαίνουν. Σύμφωνα με τον Χιλιανό Χουάν Βαλντές, ο οποίος είχε διατελέσει επικεφαλής της Αποστολής των Ηνωμένων Εθνών για τη Σταθεροποίηση της Αϊτής, οι ΜΚΟ είχαν μετατραπεί σε κράτος εν κράτει υπεράνω κάθε ελέγχου, με δικό τους πρόγραμμα και στόχους. Ομοίως, ο ανθρωπολόγος Τίμοθυ Σβαρτς, συγγραφέας του βιβλίου Η παρωδία της Αϊτής, περιγράφει το πώς το «πρότζεκτ», δεν είναι παρά μια κενή λέξη. Τα πρότζεκτς τα έχουν προαποφασίσει και τα έχουν επεξεργαστεί οι διεθνείς οργανώσεις παρακάμπτοντας τους τοπικούς πληθυσμούς, με λίγα λόγια, «ξέρουν» τι χρειάζονται χωρίς να τους ρωτήσουν. Πρόκειται για μία προσέγγιση όχι απλώς πατερναλιστική, αλλά νεοαποικιοκρατική. Γι’ αυτό και τέτοια προγράμματα αποτυγχάνουν. «Η Αϊτή είναι το νεκροταφείο των πρότζεκτς», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σβαρτς.
Και η εγχώρια αγροτική παραγωγή;
Η βοήθεια σε διατροφικά προϊόντα, ως ένας από τους τρόπους ανθρωπιστικής βοήθειας παρουσιάζει ένα παράδοξο και μία εγγενή αντίφαση: μπορεί να προκαλέσει την καταστροφή της τοπικής αγροτικής παραγωγής, ειδικά όταν η έξωθεν παροχή τροφίμων εκτείνεται σε βάθος χρόνου. Όταν τα τρόφιμα παρέχονται δωρεάν, είναι πολύ δύσκολο για τους ντόπιους παραγωγούς να πουλήσουν τα προϊόντα τους, έστω και σε προσιτές τιμές. Τίποτα δεν ανταγωνίζεται το τσάμπα! Εφόσον λοιπόν, οι ντόπιοι αγρότες δεν μπορούν να πουλήσουν την παραγωγή τους, δεν μπορούν κατ’ επέκταση, να βγουν και από τη φτώχεια τους.
Στην Αϊτή, επιπλέον, η ανθρωπιστική βοήθεια διέλυσε μία σειρά από αυθόρμητες μορφές αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης των ανθρώπων, οι οποίες είχαν αναδυθεί μετά το σεισμό: από συλλογικές κουζίνες στις γειτονιές και οριζόντιες δράσεις αλληλοϋποστήριξης, μέχρι παραγωγικά σχέδια προώθησης της διατροφικής αυτάρκειας. Με την καθιέρωση της δωρεάς τροφίμων σε μόνιμο τρόπο ζωής, το χέρι που δουλεύει μετατράπηκε στο χέρι που απλώνεται για να πιάσει τη σακούλα με τα τρόφιμα. Και όσο συνεχίζει να ρέει αυτή η βοήθεια, η χώρα δε θα μπορέσει να αποκτήσει διατροφική ασφάλεια και αυτάρκεια. Μοιάζει σαν κάποιοι να μη θέλουν η Αϊτή να σταθεί στα πόδια της. Ο ασθενής θα παραμείνει μόνιμα στην Εντατική, δεν πρέπει κάποια στιγμή να ανακάμψει;
Η μόδα της «κοινωνικής επιχειρηματικότητας»
Μία πρόσφατη τάση στη βιομηχανία της ανθρωπιστικής βοήθειας, είναι η λεγόμενη «κοινωνική επιχειρηματικότητα». Ένας από τους πιο διακεκριμένους κοινωνικούς επιχειρηματίες είναι ο Μπλέικ Μυκόσκι, εμπνευστής των παπουτσιών ΤΟΜS. Η βασική αρχή των παπουτσιών TOMS είναι το «ένα προς ένα». Όταν δηλαδή αγοράζεις ένα ζευγάρι παπούτσια στις Ηνωμένες Πολιτείες σε υψηλή τιμή, την ίδια στιγμή ένα άλλο ζευγάρι χαρίζεται σε ένα φτωχό παιδί στον «Τρίτο Κόσμο». «Ωραία ιδέα!», σκέφτεται ο δυτικός καταναλωτής. Η ένσταση είναι ότι στην ίδια αυτή χώρα υπάρχει ήδη κάποιος που φτιάχνει παπούτσια. Φαντάζεστε τι συμβαίνει τη μέρα που εμφανίζεται το φορτηγό με τα TOMS;
Αυτή η βοήθεια σε είδος έχει έναν απρόβλεπτο αντίκτυπο στην τοπική οικονομία και αυτό αποδιοργανώνει κυρίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή συνεταιρισμούς, που προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους μετά από μία φυσική καταστροφή. Την ίδια στιγμή, εκείνοι που αναμφισβήτητα κερδίζουν, είναι οι ίδιες οι εταιρίες. Παρεμπιπτόντως, για κάποιες από αυτές, η προβολή του «ανθρωπιστικού τους έργου», αποτελεί μια πολύ καλή ευκαιρία για διαφήμιση, αν όχι για ξέπλυμα της εικόνας τους. Για επιχειρηματικούς ομίλους που πλασάρονται ως γενναιόδωροι ευεργέτες, η εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου είναι κάτι θεμιτό και μέσα στα όρια του μάρκετινγκ.
Προς την έξοδο από μια κουλτούρα εξάρτησης
Τα παπούτσια TOMS και αντίστοιχες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, έχουν βρει τον τρόπο να εκμεταλλεύονται την συμπόνια και τα αλτρουιστικά κίνητρα των ανθρώπων. Εδώ πρέπει να δούμε τον κάθε κρίκο στην αλυσίδα της ανθρωπιστικής βοήθειας, ξεκινώντας από εμάς τους ίδιους. Εμείς, λοιπόν, οι καλοπροαίρετοι πολίτες νιώθουμε ηθικά το καθήκον να βοηθήσουμε. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί η Πόλμαν: «Αγαπάμε τις ΜΚΟ, γιατί μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι μπορούμε να διορθώσουμε τον κόσμο. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να δώσουμε 10 δολάρια». Έτσι, πετυχαίνουμε να προσφέρουμε κάτι χρήσιμο σε συνανθρώπους μας που υποφέρουν και ταυτόχρονα να κατευνάσουμε τις ενοχές μας για την (πλαστή) ευημερία μας.
Ο παγκόσμιος λόγος συμπόνοιας που έχει πλέον εξαπλωθεί, έχει αναπτυχθεί στο σημείο όπου τέμνονται η πολιτική, οι ανθρωπιστικοί οργανισμοί, τα μήντια και το ακροατήριο. Σήμερα, ο λόγος αυτός αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η πολιτική και δημοσιογραφική σκέψη, αλλά και οι ερμηνείες όλων εμάς που βλέπουμε από τον καναπέ μας ανθρώπινα θύματα πολέμων ή φυσικών καταστροφών σε κάποια μακρινή χώρα.
Στην περίπτωση της Αϊτής, το αρνητικό σε αυτή τη διαδικασία είναι ακριβώς αυτή η αναπαράσταση, στην οποία βασίζεται η κατασκευή της συμπόνιας: παρουσιάζεται πάντα ως μία χώρα εξαθλιωμένων, «καημένων» ανθρώπων. Ως ένας λαός ανίκανος να προχωρήσει, να πάρει το μέλλον του στα χέρια του. Όμως η Αϊτή είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Ξεχνάμε ότι η χώρα αυτή έχει μία πολύ σημαντική ιστορία, καθώς εκεί σημειώθηκε η πρώτη νικηφόρα εξέγερση των σκλάβων ενάντια στους λευκούς γαιοκτήμονες, η οποία οδήγησε στην κατάργηση της δουλείας το 1794. Και ότι δέκα χρόνια αργότερα, ο λαός της Αϊτής κατάφερε να εκδιώξει τους Γάλλους και να κηρύξει την ανεξαρτησία του, αποτελώντας έμπνευση για τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που ακολούθησαν σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.
Αυτός ο λαός που έχει αποδείξει ότι είναι πολύ ανθεκτικός, χρειάζεται να ιδωθεί ως υποκείμενο της ιστορίας του, αντί να υποβιβάζεται σε αντικείμενο, σε παθητικό δέκτη της ξένης βοήθειας. Γιατί ολοένα και περισσότερη βοήθεια σημαίνει ολοένα και λιγότερη κυριαρχία.
Σε ένα άλλο ντοκιμαντέρ, το Poverty Inc., ο νομπελίστας Μοχάμεντ Γιουνούς από το Μπαγκλαντές χρησιμοποιεί την παρακάτω πολύ εύστοχη αναλογία:
«Όταν μιλάω για τη φτώχεια, ένα παράδειγμα που μου αρέσει, είναι αυτό με το δέντρο μπονσάι. Πηγαίνετε να δείτε το ψηλότερο δεντρό στο δάσος και μαζέψετε τον καλύτερο καρπό από αυτό το δέντρο και φυτέψτε το σε μία γλάστρα. Θα έχετε ένα φυτό ενός μέτρου ή λίγο λιγότερο. Τι πάει λοιπόν στραβά με αυτό το μικρούλι; Το λάθος είναι η γλάστρα. Αν το είχατε φυτέψει στο πραγματικό έδαφος θα ήταν το ίδιο ψηλό με το δέντρο που είδατε στο δάσος».
tierralibertad.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου