Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

Ένοπλος αγώνας ή μαζικό κίνημα στην χούντα .Οι πρώτοι «προβοκάτορες» στους δρόμους

 

«Το Πολυτεχνείο 73 ήταν μια γνήσια λαϊκή εξέγερση η οποία χρειάζεται να μελετηθεί, ερευνηθεί και αξιολογηθεί, με ακρίβεια και νηφαλιότητα. Είναι η πρώτη εξέγερση μιας νέας εποχής, που όσο κι αν «πάλιωσε», έγινε 50 χρόνων, διατηρεί την νεανικότητα, τη φρεσκάδα και την σημασία ενός επίκαιρου συμβάντος».

«Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει», Πολυτεχνείο 1973, από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Συγγραφέας του ο Ιερώνυμος Λύκαρης,

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν η κορύφωση μιας επαναστατικής διαδικασίας μιας γνήσιας λαϊκής εξέγερσης  που ξεκινά από την δεκ. του 60 πήρε σάρκα και οστά από την ίδια την  δυναμική του υποκειμένου και των εξελίξεων.

 Η διετία 1967 - 1969 θεωρείται η πιο δραστήρια περίοδος από πλευράς ένοπλης δράσης εναντίον της χούντας (βομβιστικές επιθέσεις εναντίον υποδομών ,αυτοκινήτων, πρεσβειών  κτλ) ενέργειες αποσπασματικές μεν που στερούνται την μεγάλη στήριξη της κοινωνίας την σύνδεση με το μαζικό κίνημα  που είχαν σαν στόχο από την  άλλη  να πληγεί το γόητρο της χούντας, να σπάσει ο φόβος ,να ανέβει η ψυχολογία του κόσμου ενάντια στο αυταρχισμό και την καταπίεση .

Η επίδραση του γαλλικού Μάη, το φοιτητικό κίνημα στη Γερμανία, το φοιτητικό και εργατικό κίνημα στην Ιταλία, οι επεμβάσεις των Η.Π.Α. στις λεγόμενες χώρες του Τρίτου Κόσμου και τα αντάρτικα στη Λατινική Αμερική άνοιξαν ένα ευρύ πλαίσιο συζήτησης για το ζήτημα του ένοπλου αγώνα. Από την άλλη, δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη μέσα από τα κινήματα μαζικές ένοπλες οργανώσεις, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Κατά την περίοδο του αντιδικτατορικού κινήματος στην Ελλάδα, το σύνολο της ελληνικής Αριστεράς και όχι μόνο, αντιμετώπισε το δίλημμα της ανάληψης ένοπλης δράσης ή δημιουργία μαζικού κινήματος.

Αν και η ημερομηνία γέννησης των ένοπλων οργανώσεων στην Ελλάδα θεωρείται η μέρα επιβολής της στρατιωτικής δικτατορίας, η πραγματική γέννηση αυτών έγινε δύο χρόνια νωρίτερα, μέσα από την ατμόσφαιρα των οδοφραγμάτων και των συγκρούσεων του 1965.

Το ζήτημα της πολιτικής βίας, επομένως δε θα πρέπει να αναλυθεί ως ψυχολογικό φαινόμενο, αλλά ως βαθιά πολιτικό, εξετάζοντας τις συνθήκες μέσα στις οποίες αναπτύσσεται, τη φύση του καθεστώτος στο οποίο αντιστέκονται οι ατομικοί και συλλογικοί δρώντες και τις πολιτικές ομάδες οι οποίες επιλέγουν βίαια ρεπερτόρια δράσης. Ακόμη, για το ζήτημα της πολιτικής βίας δεν μπορεί να υπάρξει ένας ξεκάθαρος ορισμός στο βαθμό που αποτελεί σχεσιακό φαινόμενο, πλαισιώνεται από διαφορετικές έννοιες και σχετίζεται με διαφορετικά ιστορικά πλαίσια, κίνητρα, δρώντες, οργανωτικές δομές και τρόπους δράσης. Επομένως, δε γίνεται να εξεταστεί ως ενιαίο φαινόμενο ιστορικά, αλλά μόνο τοποθετημένο εντός του ιστορικού πλαισίου στο οποίο εκτυλίσσεται.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, η χρήση βίαιων μέσων αντιπαράθεσης με το καθεστώς στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν πρόκυπτε ως αποτέλεσμα μιας γενικής ιδεολογικοπολιτικής πλατφόρμας, που είχε την ένοπλη δράση στον πυρήνα της ανάλυσής της, αλλά κυρίως ως ειδική μορφή δράσης απέναντι στο αυταρχισμό του δικτατορικού καθεστώτος. Σε αυτή την ειδική μορφή πολιτικής δράσης προσχώρησαν διάφορες οργανώσεις πέραν των στενών ορίων της Αριστεράς. Οργανώσεις που αρχικά αποκήρυτταν τα βίαια μέσα στο ρεπερτόριο δράσης τους, αλλά αργότερα τα αποδέχτηκαν. Επιπλέον, άλλες οργανώσεις συνδύαζαν βίαια με μη βίαια ρεπερτόρια δράσης, ενώ άλλες ομάδες καθορίστηκαν και ριζοσπαστικοποιήθηκαν περεταίρω από την ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς και αντιμετώπισαν τη βία όχι μόνο ως μέσο για την ανατροπή της δικτατορίας, αλλά ως μέσο για την ανατροπή συνολικά του καπιταλιστικού συστήματος εξουσίας.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1970, εκρήγνυται, στον περίβολο της πρεσβείας των ΗΠΑ Αθήνα, μια βόμβα μεγάλης ισχύος. 
https://tvxs.gr/apopseis/arthra-gnomis/2-septembrioy-1970-mia-ksexasmeni-epeteio 

Ενέργειες αποσπασματικές που στερούνται χαρακτηριστικών αντάρτικου πόλης σε σχέση με τις ένοπλες οργανώσεις της Δ. Ευρώπης χαρακτηρίζονται από την εμμονή των οργανώσεων για την βραχύβια διάρκεια της χούντας και ότι θα «πέσει» σύντομα γιατί είναι αμερικανοκίνητη αυτά όμως δεν δημιουργούν προϋποθέσεις αντίστασης.

"Η κρυφή ελπίδα όλων μας, επηρεασμένων από το γαλλικό αλλά και το διεθνές τότε κλίμα, ήταν πως θα ξαναζούσε στην Ελλάδα ακόμα και αντάρτικο στα βουνά και στις πόλεις", γράφει ο Μιχάλης Ράπτης ("Εκτός συνόρων", εκδ. Αποψη, Αθήνα 1991, σ. 125).

"Ενοπλος" αγώνας, βέβαια, δεν υπήρξε ποτέ με την έννοια μιας μαζικής αντιπαράθεσης ή ακόμα και ενός οργανωμένου αντάρτικου. Ούτε υπήρξε πραγματική διαπλοκή της αντίστασης με τους διαφωνούντες (κίνημα του Ναυτικού Μάιο του 1973). Το μεγαλύτερο μέρος της αντίστασης των πρώτων χρόνων, το οφείλουμε στους ελάχιστους εκείνους ηρωικούς αγωνιστές που επέλεξαν τη δυναμική έκφραση της αντιπαράθεσης στη χούντα, ακολουθώντας το γκεβαρικό μοντέλο που ήταν τόσο επίκαιρο. Η μοναδική υπόμνηση ότι η δικτατορία δεν ήταν παντοδύναμη ούτε είχε κατακτήσει το σύνολο των Ελλήνων πολιτών. http://www.iospress.gr/ios2003/ios20030420a.htm

Αλλά από αυτό το σημείο μέχρι το όραμα της μαζικής ένοπλης εξέγερσης υπήρξε μεγάλη απόσταση. Στην δημόσια συζήτηση η ένοπλη βία σχετίζεται με την αριστερά στην περίπτωση ‘όμως της Χούντας συμμετέχουν και εμπλέκονται  οργανώσεις τόσο από την αριστερά όσο και από το προδικτατορικό κέντρο (Δημοκρατική Άμυνα , Ελληνικό Δημοκρατικό Κίνημα , Ελληνική Αντίσταση του Αλέξανδρου Παναγούλη).

Ο Στ. Κατσαρός αναφέρει ότι «ήδη από το 1966 υπάρχει προσπάθεια για μια ένοπλη πρωτοπορία  του μαζικού κινήματος». Ή Πολιτική  βία σαν φαινόμενο πολιτικό θα πρέπει να το δούμε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο που πραγματοποιείται σαν μια ειδική μορφή πολιτικής δράσης .Η παραδοσιακή αριστερά διαφωνεί με τις πρακτικές αυτές θεωρώντας σαν μη αποδεκτές η «ένοπλη αντίσταση» που σημειωτέων αρμόζει σε νεολαίους και αγωνιστές αποτελεί το αξεπέραστο σύνδρομο  της Αριστεράς  τροφοδοτούμενη από την ήττα του Εμφυλίου.

Η παραδοσιακή Αριστερά, τραυματισμένη από τα απανωτά λάθη της περιόδου '44-'49, εγκλωβισμένη στην αυταπάτη της «πάση θυσία» νομιμότητας, δεν ήθελε να περάσει σε πιο μαχητικές μορφές αντίστασης. Η παραδοσιακή Αριστερά όχι μόνο εγκαταλείπει την λογική της ένοπλης δράσης σαν μη αποδεκτή αλλά φαίνεται ότι αναζητούσε τρόπους πολιτικής συνεργασίας (επιφέροντας  σημαντική κριτική) με τα αστικά κόμματα ,το ΚΚΕ μάλιστα, μετά τη διάσπαση του 1968 θέτει  το δίλημμα: «δυναμική αντίσταση ή μαζικοί αγώνες;».

Η πρώτη βομβιστική επίθεση στη Θεσσαλονίκη έγινε από την οργάνωση του Πατριωτικού Μετώπου (ΠΑΜ) το Σεπτέμβριο του 1967, στη διάρκεια των εγκαινίων της ΔΕΘ, παρουσία του αρχιπραξικοπηματία Γιώργου Παπαδόπουλου και κορυφαίων στελεχών της χούντας. Η ανατίναξη του υποσταθμού της ΔΕΗ στην περιοχή Δόξας, δίπλα στο Καυταντζόγλειο, δεν ολοκληρώθηκε, αλλά το ισχυρό μήνυμα έφτασε στους χουντικούς και το λαό με την ολιγόλεπτη διακοπή του ρεύματος στη διάρκεια της τελετής.

Τον Μάϊο του 1974 είχαμε την σύλληψη 36 μελών αγωνιστών του ΕΚΚΕ και της ΑΑΣΠΕ. Δυναμώνουν και οι διεκδικήσεις με καθαρά πολιτικό χαρακτήρα τέτοιες μέρες δράσης είναι η 28η Οκτώβρη 1972, η επέτειος του πραξικοπήματος (21η Απρίλη 1973), η Πρωτομαγιά του '73, η νυχτερινή διαδήλωση μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη, η απόπειρα δολοφονίας του Παπαδοπούλου από τον Παναγούλη  τον Αύγουστο του 1968, οι  συλλήψεις μελών της Λαϊκής Πάλης το 1969 η αποτυχημένη έκρηξη σε αυτοκίνητο  έξω από την Αμερικάνικη πρεσβεία στις 2 Σεπτέμβρη 1970 που είχε  σαν αποτελέσματα την θάνατο Αντζελότι και Τσιγούρη .

Πρόκειται για μια ανάδυση της Αριστεράς «από τα κάτω»; Οι ενέργειες που αποσκοπούσαν στην δημιουργίας μαζικού κινήματος ;ή ακόμα και στην κατάληψη της εξουσίας;

Ηδη από την δεκαετία του 60 (κινητοποιήσεις για 1-1-4 ,15% για την παιδεία, Κυπριακό, οικοδόμοι) τα πρόσωπα που επέλεξαν την συγκεκριμένη μορφή αντίστασης είχαν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά δεν ήταν τίποτε άλλο από την κοινή επαναστατικότητα και την διάθεση την θέληση να αλλάξουν τον κόσμο ήταν τα πρόσωπα που την μία μέρα συμμετείχαν σε μία ένοπλη πράξη βίας και από την άλλη έβαζαν τα θεμέλια για ένα καλύτερο αύριο. και την Πρόκειται για μια αριστερά που αμφισβητούσε και διεκδικούσε φτάνοντας μέχρι την μεταπολίτευση .

 Οι πρωτοβουλίες αυτές ασφαλώς δεν ήταν δυνατόν να πυροδοτήσουν ένα ισχυρό μαζικό κίνημα το Πολυτεχνείο προέκυψε από την ίδια τη δυναμική αντίσταση των υποκειμένων και των εξελίξεων. Η αντίσταση στη διάρκεια της δικτατορίας ήταν και παραμένει αναπόσπαστο τμήμα της δημοκρατικής συνείδησης της ελληνικής κοινωνίας. Εάν κάποιοι απαξιώνουν τη σημασία και το φαινόμενο της αντίστασης, εάν κάποιοι εξωραΐζουν τη δικτατορία, η αντίσταση θα παραμένει το καταστατικό στοιχείο της ιστορίας και της μνήμης όσων αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο. Αυτή η χειραφέτηση των δυναμικών πυρήνων της Αριστεράς κατά τη διάρκεια της δικτατορίας εξακολουθεί να τρομάζει τους θεματοφύλακες της κρατικής συνέχειας.

Φλώρος Γιάννης, Αντιστασιακές Οργανώσεις στη Δικτατορία, Αντί, τχ. 344, 17 Απρ.-23 Απρ. 1987, σ. 47-52. 

Κατσαρός Στέργιος, Εγώ ο Προβοκάτορας, ο Τρομοκράτης: Η Γοητεία της Βίας, εκδ. Ισνάφι, Ιωάννινα, 2008.

Μιχάλης Ράπτης Εκτός συνόρων, εκδ. Αποψη, Αθήνα 1991, σ. 125).

http://www.iospress.gr/ios2003/ios20030420a.htm

https://www.sarajevomag.net/entipa/teuhos_112/i112_p18_17nov.html

https://tvxs.gr/apopseis/arthra-gnomis/2-septembrioy-1970-mia-ksexasmeni-epeteio