Σε κάθετη πτώση το αγροτικό εισόδημα
Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία της αγροτιάς δέχεται την ασφυκτική πίεση της οικονομικής κρίσης και τα εντεινόμενα μέτρα που επιβάλλει το καθεστώς της ξένης εξάρτησης και υλοποιούν οι υποτελείς ελληνικές κυβερνήσεις. Έτσι, το αγροτικό εισόδημα συνεχώς μειώνεται, οι τιμές των αγροτικών εφοδίων συνεχώς αυξάνονται, οι συνεταιρισμοί μετατρέπονται σε ΑΕ, οι καλλιέργειες γίνονται ολοένα και πιο ασύμφορες, τα χρέη πνίγουν τα φτωχά αγροτικά νοικοκυριά, η αγροτιά «γερνάει», το έλλειμμα του αγροτικού εμπορικού Ισοζυγίου αυξάνει, τα χωριά σιγά-σιγά εγκαταλείπονται. Αυτή η εικόνα επικρατεί σήμερα στην ελληνική ύπαιθρο, την ώρα που οι εκάστοτε κυβερνήσεις, προσυπογράφουν αντιαγροτικές συμφωνίες για την εφαρμογή της όλο και πιο καταστροφικής Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της ΕΕ.
Αλλά και πέρα από τις συνέπειες της ΚΑΠ, τα αντιλαϊκά μέτρα της μνημονιακής πολιτικής των τελευταίων εννέα χρόνων, εφαρμόζονται με την ίδια αγριότητα και πάνω στην αγροτιά, που έτσι χτυπιέται ανελέητα από πολλαπλές αρνητικές καταστάσεις. Κι ενώ το αγροτικό εισόδημα, λόγω των ανατιμήσεων των αγροτικών εφοδίων και των χαμηλών τιμών των αγροτικών προϊόντων, το 2018 εμφάνιζε μείωση κατά 4,8% σε σχέση με το 2017, η φτωχομεσαία αγροτιά καλείται να πληρώσει όλα τα ληστρικά μέτρα που επιβάλλουν ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ και εφαρμόζει δουλικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Σε τραγική κατάσταση Γεωργία-Κτηνοτροφία
Ας δούμε όμως από πιο κοντά την τραγική κατάσταση που βρίσκεται σήμερα το φτωχομεσαίο αγροτικό νοικοκυριό στους επιμέρους τομείς της γεωργίας και κτηνοτροφίας, όπου παρατηρείται μία σοβαρή μείωση της αγροτικής παραγωγής. Τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά το 2010, η Γεωργία εμφανίζει μία συνεχή πτωτική τάση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Μεγαλύτερη πτώση παρουσιάζεται στα σιτηρά, στο βαμβάκι, στη βιομηχανική ντομάτα, τα ζαχαρότευτλα, στ’ αμπέλια, στα εσπεριδοειδή, στις ελιές. Ο καπνός, τα σύκα και η σταφίδα έχουν πλέον εξοβελιστεί από την αγορά. Σε ό,τι αφορά την κτηνοτροφία, φέτος υπολογίζεται ότι η χώρα μας θα παράγει 210.000 τόνους αγελαδινού γάλακτος λιγότερους από το πλαφόν που έχει καθοριστεί στην ΕΕ, (δηλ. παράγουμε 665.000 τόνους, όταν το πλαφόν είναι 850.000 τόνοι και οι ανάγκες της χώρας μας ξεπερνούν τους 1.200.000 τόνους). Παράλληλα, σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα παραμένει η ζωική παραγωγή (εισαγωγή μοσχαρίσιου κρέατος κατά 90%, χοιρινού κατά 70%, κλπ.) κυρίως σε κρέατα κάθε λογίς, ενώ μεγάλη είναι και η πτώση στην αλιευτική παραγωγή.
Οι τιμές όλων ανεξαιρέτως των αγροτικών προϊόντων κινούνται σε εξευτελιστικά επίπεδα, μη καλύπτοντας πολλές φορές ούτε το κόστος παραγωγής. Η μείωση της εμπορικής τιμής στο βαμβάκι αγγίζει το 15% – 20% κι ανάλογα κινείται στα σιτηρά, στο καλαμπόκι, στα κηπευτικά, ενώ σε ανάλογα εξευτελιστικές τιμές πληρώνεται στους κτηνοτρόφους το γάλα (αγελαδινό, πρόβειο και γίδινο) και το κρέας.
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, οι τιμές των αγροτικών εφοδίων (σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, εργαλεία και μηχανήματα, ζωοτροφές, κτηνιατρικά σκευάσματα, καθαρές σειρές ζώων, κλπ.) που ελέγχονται από ντόπια και ξένα μονοπώλια, συνεχώς ανεβαίνουν, ανατρέποντας προς το χειρότερο τα κοστολόγια των αγροτικών προϊόντων. Ιδιαίτερα αυξημένες είναι οι τιμές των ζωοτροφών, οι οποίες καλύπτουν το 37- 40% του κόστους παραγωγής της κτηνοτροφίας, ενώ εξ ίσου υψηλές είναι και οι τιμές στα καύσιμα, την ηλεκτρική ενέργεια, που καλύπτουν άλλο ένα 25-30% του κόστους παραγωγής σε Γεωργία και Κτηνοτροφία, και τέλος οι τιμές των σπόρων, των εισαγόμενων φυλών ζώων, των φυτοφαρμάκων και κτηνιατρικών σκευασμάτων.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις, που αποτελούν το 50-55% του αγροτικού εισοδήματος, ήδη από την εφαρμογή της τελευταίας ΚΑΠ, έχουν περιοριστεί δραστικά καθώς έχουν στο μεγαλύτερο μέρος αποσυνδεθεί από την παραγωγή. Οι άμεσες ενισχύσεις από την ΕΕ μειώνονται με τις ετήσιες περικοπές που έχουν προβλεφθεί στο πλαίσιο της ΚΑΠ, ενώ σε πολλά προϊόντα η επιδότηση έχει εντελώς αποδεσμευτεί από την παραγωγή. Να σημειώσουμε ότι το 80% των ενισχύσεων/επιδοτήσεων το νέμεται το 20% των μεγαλοαγροτών, ενώ το υπόλοιπο μόλις 20% διανέμεται στο 80% των αγροτών!
Η φοροληστεία και τα χαράτσια τσακίζουν και την αγροτιά
Τα αλλεπάλληλα αντιλαϊκά μέτρα μείωσαν το αφορολόγητο εισόδημα από τα 12.000 € στα 8.680 €. Και προφανώς υπάρχει ο κίνδυνος από 1ης Γενάρη 2020 να μειωθεί ακόμα παραπέρα, στα 5.860 €, με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία της φτωχομεσαίας αγροτιάς να αδυνατεί να ανταποκριθεί σε αυτή την άδικη φορολογία. Επιπλέον, με τη φορολογία στα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, καλούνται οι φτωχοί αγρότες να πληρώσουν νέο βαρύ χαράτσι. Στους «υπόχρεους» αυτού του επαίσχυντου φόρου συμπεριλαμβάνονται και ζευγάρια ηλικιωμένων χωρικών, που κατοικούν σε χαμόσπιτα και προσπαθούν να επιβιώσουν με την αγροτική «σύνταξη» των 300 €, η οποία δε φτάνει ούτε για τα απολύτως αναγκαία.
Βαρύ χαράτσι υποχρεώνονται να πληρώσουν οι φτωχοί αγρότες και με τον πρόσφατο νόμο για τα αυθαίρετα, καθώς είναι πάρα πολλοί στα χωριά οι οποίοι, επειδή τα σπίτια τους, αλλά και οι αγροτικές αποθήκες που υπάρχουν στα οικόπεδά τους, χτίστηκαν πριν από πολλά χρόνια, δεν έχουν στα χέρια τους οικοδομικές άδειες για να δηλωθούν στο Κτηματολόγιο. Όλοι αυτοί καλούνται, τώρα, να πληρώσουν πολλά χρήματα για τη λεγόμενη «αποκατάσταση» κι αν δεν το κάνουν δε θα μπορούν να προχωρήσουν σε καμιά εμπράγματη δικαιοπραξία, (μεταβίβαση κ.λπ.), σε ακίνητα με αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσης.
Μαζί με τα νέα, οι μικρομεσαίοι αγρότες καλούνται να πληρώσουν και παλιότερα χαράτσια, όπως: την τεράστια αύξηση στα ασφάλιστρα του ΕΛΓΑ, χωρίς, μάλιστα, να καλύπτονται ασφαλιστικά όλες οι ζημιές που υπόκεινται οι καλλιέργειες και τα ζώα. Κι επειδή το χαράτσι αυτό αδυνατεί να το πληρώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος των αγροτών, η κυβέρνηση επιχειρεί να το εισπράξει, με το ζόρι, παρακρατώντας το από τους λογαριασμούς που έχουν οι αγρότες στις τράπεζες για την κατάθεση των επιδοτήσεων κ.α. ενισχύσεων, αποζημιώσεων κ.λπ.
Τέλος, η λεγόμενη αγροτική «σύνταξη» του ΟΓΑ δεν είναι παρά ένα πενιχρό βοήθημα, το οποίο δίνεται εν είδει ελεημοσύνης στους ανθρώπους που ξόδεψαν μια ζωή στη δουλειά και στον αγώνα για να εξασφαλίσουν γεράματα με αξιοπρέπεια.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Ο ρόλος των πολυεθνικών
Η κατάρρευση των σάπιων ρεβιζιονιστικών καθεστώτων της ΕΣΣΔ και των άλλων «σοσιαλιστικών» χωρών της Αν. Ευρώπης, έβαλε ξανά σε λειτουργία την ενιαία παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, επιφέροντας σοβαρές αλλαγές στην παγκόσμια αγροτική οικονομία. Αυτή με τη σειρά της, και στο πλαίσιο της κακόφημης «παγκοσμιοποίησης», οδήγησε τότε το διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων στην «απελευθέρωση», κάτω από την κυριαρχία των πλανητικών μονοπωλίων των σπόρων, της ψηφιακής και ηλεκτρονικής τεχνολογίας, των χημικών, των αγροδιατροφικών (σιτηρά, κρέας, λάδια, βαμβάκι, φρούτα, κλπ.), των μηχανημάτων, της γεωργικής έρευνας, των πετρελαιοειδών και κυρίως των τραπεζών. Στο μεταξύ, ο ανταγωνισμός μεταξύ των ιμπεριαλιστικών πόλων πήρε τη μορφή εμπορικού πολέμου. Τις συμφωνίες στο πλαίσιο της GATT (General Agreement of Taxes and Trade), αντικατέστησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, καθώς επίσης και η ΤΡΡ (Trans-Pacific Partnership). Σήμερα η πολιτική Τραμπ απειλεί με ακύρωση όλες τις διεθνείς πολυμερείς Συμφωνίες, οξύνοντας ακόμα παραπέρα τον εμπορικό πόλεμο, καθώς νέοι ισχυροί διεκδικητές έχουν μπει στην παγκόσμια κονίστρα.
Η αντιαγροτική πολιτική της ΕΟΚ/ΕΕ
Σηκώνοντας τη σημαία της «ανταγωνιστικότητας», μέσα στα 38 χρόνια της ένταξης της χώρας μας, η ΕΟΚ/ΕΕ λεηλάτησε την ελληνική ύπαιθρο, είτε πουλώντας, αθρόα, τεχνολογία (τρακτέρ, θερμοκήπια, λιπάσματα, σπόρους, υβρίδια, μηχανήματα, εργαλεία, κ.α.), είτε συνάπτοντας συμφωνίες με αφρικανικές χώρες (Συνθήκη Lome, με πρώην αποικίες) για εισαγωγές ομοειδών με τα ελληνικά προϊόντα, είτε «σηκώνοντας» τις τεχνικές και διαιτητικές προδιαγραφές των αγροτικών προϊόντων (τις οποίες όμως η ίδια καταπάτησε – βλέπε διοξίνες, τοξικά, εγκεφαλοπάθειες, ορυκτέλαια, κλπ., κλπ.), είτε κόβοντας επιλεκτικά τις επιδοτήσεις μεσογειακών κυρίως προϊόντων, είτε επιβάλλοντας περιορισμούς και πρόστιμα στην παραγωγή, είτε διαμορφώνοντας τιμές –μέσω της «ελευθερίας της αγοράς»- απολύτως ασύμφορες για την πλειοψηφία της ελληνικής αγροτιάς του μικρού πολυτεμαχισμένου κλήρου, των μικρών κοπαδιών και ψαροκάικων, της χαμηλής παραγωγικότητας γενικά. Το κόστος παραγωγής για τη φτωχομεσαία αγροτιά εκτοξεύτηκε στα ύψη, ενώ παράλληλα ξεκίνησαν οι αθρόες εισαγωγές.
Παράλληλα, η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) έθετε συνεχή μειωμένα όρια στη φυτική και ζωική παραγωγή, για τη μείωση εκτάσεων και αγροκαλλιεργειών, όχι μόνο για πλεονασματικά, αλλά ακόμη και για ελλειμματικά προϊόντα όπως ο καπνός και το βαμβάκι. Έτσι, το ύπουλο όπλο των επιδοτήσεων σε συνδυασμό με τον άνισο ανταγωνισμό από τις ισχυρές χώρες, οδήγησαν την αγροτιά μας να ξεριζώσει δεκάδες χιλιάδες σταφιδάμπελα στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, να συρρικνώσει έως να μηδενίσει τη παραγωγή και ποσότητα εξαγωγών καπνού, να μειώσει την παραγωγή σκληρού σταριού, να εξαφανίσει την τευτλοκαλλιέργεια, να διαλύσει τα θερμοκήπια, να παράγει φρούτα και οπωροκηπευτικά για τις «χωματερές», να εγκαταλείψει την ορεινή αιγοπροβατοτροφία, κ.λπ. Αυτή η καταστροφή από τη στιγμή που μπήκαμε στην ΕΟΚ αποτυπώνεται στο αγροτικό εμπορικό Ισοζύγιο (εξαγωγές μείον εισαγωγές), το οποίο παρουσιάζει δραματική επιδείνωση σε ολόκληρη την περίοδο μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ/Ε.Ε. Το έλλειμμα του αγροτικού Ισοζυγίου έχει σχεδόν οκταπλασιαστεί μετά την ένταξη, φθάνοντας σήμερα στο 1,6 δις €, στο πιο γεωργικό κράτος-μέλος της ΕΕ! Και αυτό, παρά το γεγονός ότι στην αγροτική παραγωγή απασχολείται υπερτριπλάσιο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού σε σχέση με τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, που ωστόσο έχουν συνήθως πλεόνασμα στο αγροτικό τους Ισοζύγιο.
Η «Στρατηγική για το 2020»
Με στόχο το ανώτατο ποσοστό κέρδους και με πρόσχημα την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, το ευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο προχωρά ανεμπόδιστο στην υλοποίηση του γνωστού αντιδραστικού προγράμματος με τίτλο «Στρατηγική για το 2020». Και ναι μεν είναι γνωστά τα επιμέρους προβλήματα της πολύχρονης μνημονιακής πολιτικής της μεγάλης μάζας των εργατολαϊκών στρωμάτων, ωστόσο οι συνέπειες της εφαρμογής τους στο σύνολο της ευρωπαϊκής φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, παραμένουν συνήθως στο ημίφως της δημοσιότητας, παρά το γεγονός ότι ο απασχολούμενος αγροτικός πληθυσμός της Ευρώπης ξεπερνά τα 12 εκατομμύρια.
Όπως είναι ήδη γνωστό, από τον Οκτώβρη του 2014, ισχύει η νέα αναθεωρημένη ΚΑΠ. Με βάση αυτή, τα προβλήματα που έχουν προκύψει για τους φτωχομεσαίους αγρότες της χώρας μας (λόγω της ιδιαιτερότητας που εμφανίζουν τα κοστολόγια της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, όπως λ.χ. εισαγωγή σπόρων, ειδών και φυλών ζώων, φυτοφαρμακευτικών και κτηνιατρικών σκευασμάτων, εργαλείων και μηχανημάτων, λιπασμάτων, βιταμινών, ζωοτροφών, τεχνογνωσίας, κλπ.), από την εφαρμογή της, αποτελούν την ταφόπλακα για κάθε μελλοντική αγροτική δραστηριότητα.
Το πρότυπο του επιχειρηματία-αγρότη
Ήδη το φάντασμα του πρώην Επιτρόπου Γεωργίας της τότε ΕΟΚ, G.Mansholt (που με υπόμνημά του το 1968, εισηγούνταν τον εξοστρακισμό της ευρωπαϊκής φτωχομεσαίας αγροτιάς από την αγροτική δραστηριότητα), μέσω των αγροτικών «αναδιαρθρώσεων», στοιχειώνει και περονιάζει όχι μόνο τη νέα αναθεώρηση της ΚΑΠ 2014-2020, αλλά και όσες προηγήθηκαν. Γιατί ο ευρωπαϊκός στόχος ήταν και παραμένει, η μεγάλη αγροτική επιχείρηση, του επιχειρηματία-αγρότη και η οργανική σύνδεσή της με τα αγροδιατροφικά μονοπώλια. Και είναι περιττό να αναφέρουμε ότι όλες οι μέχρι σήμερα αποφάσεις της ΚΑΠ, οδήγησαν τη χώρα μας -την πιο γεωργική χώρα της Ευρώπης- στη μείωση του αγροτικού εισοδήματος, στην καταστροφή πάνω από 250.000 αγροτικών νοικοκυριών, στη δραστική συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού, στην κατάρρευση της αγροτικής παραγωγής, στις αθρόες εισαγωγές -ομοειδών με τα παραγόμενα- αγροτικών προϊόντων. Προχωρώντας στο νέο αυτό πρότυπο, η εγκατάλειψη της αγροτικής δραστηριότητας από τους φτωχούς αγρότες θα ενταθεί.
Συνεχείς οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στην ελληνική Γεωργία
Κάτω από αυτές τις παγκόσμιες εξελίξεις, με την κυριαρχία των πολυεθνικών, μέσα στις συμπληγάδες της ΚΑΠ, της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και της εγχώριας μνημονιακής πολιτικής, η φτωχομεσαία αγροτιά της χώρας μας κυριολεκτικά αφανίζεται. Οι επιπτώσεις των αλλεπάλληλων τροποποιήσεων της ΚΑΠ, μέσα στα 38 χρόνια της ένταξης της χώρας, αφορούσαν κυρίως:
1) Την κατάργηση των «θεσμικών» τιμών παραγωγού και την εγκατάλειψη της αγροτιάς στο έλεος των εμποροβιομηχάνων.
2) Την εκτόξευση του κόστους παραγωγής λόγω της αθρόας εισαγωγής μηχανημάτων, αγροτικών εφοδίων, αλλά και την αύξηση των ενεργειακών τιμών.
3) Την κατάργηση των τριτοβάθμιων συνεταιριστικών οργανώσεων που παρενέβαιναν μέσω των κρατικών επιδοτήσεων.
4) Την κατάργηση της κρατικής ΑΤΕ και των προγραμμάτων δανειοδότησης των αγροτών.
5) Την κατάργηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων και την αντικατάστασή τους με «ομάδες παραγωγών», τις «διεπαγγελματικές οργανώσεις» και τις αγροδιατροφικές συμπράξεις (ν.4015/11). Ο «συνεταιριστικός» νόμος (ν.4384/16) της κυβέρνησης Τσίπρα μετέτρεψε τις συνεταιριστικές οργανώσεις σε ΑΕ, με υψηλό τίμημα συμμετοχής και άρα αποκλεισμό της φτωχομεσαίας αγροτιάς.
6) Την ανισοκατανομή των κοινοτικών επιδοτήσεων, όπου το 20% των μεγαλοαγροτών και των «αγροτικών επιχειρήσεων» εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων.
7) Τη μετατροπή της χώρας μας από εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων σε εισαγωγέα, με το έλλειμμα του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου να φτάνει τα 1,5-2 δις € το χρόνο.
Είναι λοιπόν αυτονόητο το συμπέρασμα για το ποιος ευθύνεται για την καταστροφή της αγροτιάς. Είναι το καθεστώς της εξάρτησης από το ιμπεριαλιστικό μόρφωμα της ΕΕ και τα παγκόσμια μονοπώλια, τα οποία εξακολουθούν να υπηρετούν όλες οι κυβερνήσεις της μεγαλοαστικής τάξης, συμπεριλαμβανομένης και της συγκυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
www.prologos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου