Σάββατο 26 Μαρτίου 2022

Ο λογαριασμός στους πολλούς, τα υπερκέρδη για τους λίγους

 

Συνέντευξη του Αντώνη Δραγανίγου, Ηλεκτρολόγου Μηχανικού, μέλους της Κεντρικής Συντονιστικής Επιτροπής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Μαριάννα Τόλια (δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento 13.3)

Την περασµένη Τετάρτη, κι ενώ την προηγούµενη µέρα η Κοµισιόν είχε ανακοινώσει τολµηρά µέτρα που έδιναν τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από τις εν εξελίξει µεγάλες αυξήσεις στο ρεύµα απέναντι στις οποίες η ελληνική κυβέρνηση κρατούσε αιδήµονα σιωπή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε αιφνιδιαστικά λόγο για «κερδοσκοπία που ανεβάζει αδικαιολόγητα τις τιµές» και ανακοίνωσε ότι θα καταθέσει στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο πρόταση για πλαφόν στις τιµές φυσικού αερίου στο Χρηµατιστήριο ενέργειας του Αµστερνταµ η οποία ήδη απορρίφθηκε από τις χώρες του βορρά.

H κίνηση Μητσοτάκη ως επικοινωνιακός αντιπερισπασµός στοχεύει στο να ξεγελάσει τους ταλαίπωρους ιθαγενείς προκειµένου να µην πάρουν χαµπάρι ότι η κυβέρνηση της Ν∆ –όπως αποκάλυψαν πηγές του υπουργείου Ενέργειας– δεν θα υιοθετήσει κανένα από τα µέτρα ανακούφισης που πρότεινε την Τρίτη η Κοµισιόν.

Τα µέτρα αυτά περιλαµβάνουν µεταξύ άλλων, την επιβολή διατίµησης στις τιµές ρεύµατος και την επιβολή έκτακτης φορολογίας στα υπερκέρδη των προµηθευτών ρεύµατος, προκειµένου αυτά τα λεφτά να δοθούν ως κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύµα. Η κυβέρνηση της Ν∆ όµως απέρριψε τα µέτρα µε το σκεπτικό πρώτον, ότι έχει ήδη δώσει κρατικές επιδοτήσεις στο ηλεκτρικό ρεύµα και δεν µπορεί να επιβαρύνει περαιτέρω τον προϋπολογισµό και, δεύτερον, γιατί η ∆ΕΗ (καµία κουβέντα για τους υπόλοιπους τρεις ιδιώτες παραγωγούς) έχει ήδη δώσει εκπτώσεις. Η ξαφνική πρωτοβουλία Μητσοτάκη ενάντια στην «κερδοσκοπία που ανεβάζει τις τιµές στην Ευρώπη» στοχεύει κυρίως να πείσει τους ιθαγενείς ότι για όλα φταίει η ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση. Μόνο που ο πενταπλασιασµός των τιµών ενέργειας που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις µέσα σε ένα χρόνο είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόµενο και τον τρόπο µε τον οποίο γίνεται αυτό εξηγεί σήµερα στο Documento ο Αντώνης ∆ραγανίγος, ηλεκτρολόγος µηχανικός και µέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Από τον περασµένο Αύγουστο οι τιµές του ηλεκτρικού ρεύµατος έχουν πάρει την ανηφόρα. Η κυβέρνηση αποδίδει το φαινόµενο στην ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση. Πόσο ισχύει αυτό;

Ας πάρουµε µία µέρα της εβδοµάδας που πέρασε, κατά την οποία το µείγµα ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα διαµορφώθηκε ως εξής: φυσικό αέριο 48,8%, ΑΠΕ 21,86%, λιγνίτης 18,83% και εισαγωγές 2,79%. Την ίδια µέρα η τιµή του φυσικού αερίου στα διεθνή χρηµατιστήρια αυξήθηκε κατά 11%. Αφού το φυσικό αέριο συµµετείχε στο µείγµα της µέρας κατά περίπου 50%, ακόµη και αν όλη η αύξηση της τιµής του περνούσε στην ηλεκτροπαραγωγή, η αύξηση της τιµής του ρεύµατος θα έπρεπε να είναι 5-5,5%! Ούτε οι ανανεώσιµες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) ούτε η τιµή του λιγνίτη αυξήθηκαν! Κι όµως, την ίδια ηµέρα η χονδρεµπορική τιµή του ρεύµατος στη χώρα µας αυξήθηκε κατά 50%, σε 426,9 ευρώ από 279,94 ευρώ (αύξηση 52,5% µέσα σε µία µέρα)! Αυτό και µόνο το παράδειγµα αποδεικνύει ότι οι εξωφρενικές αυξήσεις δεν προκύπτουν από την αύξηση των διεθνών τιµών, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά από την απίστευτη κερδοσκοπική µανία των µεγάλων επιχειρήσεων της ενέργειας.

Παρότι η κυβέρνηση προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από τη διεθνή ενεργειακή κρίση, τον πόλεµο στην Ουκρανία ή τον… κακό µας τον καιρό, το ράλι στις τιµές του ρεύµατος οφείλεται στην απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. Πρόκειται για ένα φρικτό µηχανισµό νοµιµοποιηµένης κερδοσκοπίας, που δηµιουργήθηκε από τις κυβερνήσεις και την ΕΕ ώστε τα µεγάλα ενεργειακά µονοπώλια να κερδίζουν δισεκατοµµύρια, ενώ οι λαοί καταδικάζονται στη φτώχεια και στο κρύο.

Η µετατροπή των βασικών πρώτων υλών σε χρηµατιστηριακά προϊόντα δίνει τη δυνατότητα σε αυτούς που ελέγχουν τα χρηµατιστήρια να καθορίζουν σε παγκόσµιο επίπεδο τις τιµές, σπρώχνοντάς τες προς τα πάνω στο όνοµα του οποιουδήποτε προβλήµατος. Ετσι, αν υπάρξει αύξηση στην τιµή του φυσικού αερίου λόγω του πολέµου στην Ουκρανία, η αύξηση αυτή θα µεταφερθεί αυτόµατα µέσω του χρηµατιστηρίου (για την Ευρώπη το Χρηµατιστήριο του Αµστερνταµ) στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από τον προµηθευτή!

Για τη χώρα µας κοµβική στιγµή νοµίζω ήταν η εισαγωγή του target model. Μπορείς να µας εξηγήσεις ποιοι κανόνες του ελληνικού target model ανεβάζουν τις τιµές ρεύµατος που πληρώνουν τα νοικοκυριά και πώς το κάνουν;

Στο πλαίσιο του ενιαίου ευρωπαϊκού µοντέλου αγοράς, γνωστού και ως «µοντέλου στόχου» (target model), που άρχισε να οικοδοµείται το 2016 επί ΣΥΡΙΖΑ, οικοδοµήθηκε το σηµερινό µοντέλο της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η αγορά αυτή συντίθεται από τέσσερις διακριτές αγορές: την αγορά προθεσµιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας, την αγορά επόµενης ηµέρας, την ενδοηµερήσια αγορά και την αγορά εξισορρόπησης. Η λειτουργία των τριών πρώτων αγορών συγκροτεί αυτό που ονοµάζεται «Ελληνικό Χρηµατιστήριο Ενέργειας», ενώ η «αγορά εξισορρόπησης» είναι αποκλειστική αρµοδιότητα του Α∆ΜΗΕ.

Πώς λειτουργεί το Χρηµατιστήριο Ενέργειας; Η τιµή εκκαθάρισης της ηλεκτρικής ενέργειας στο Ελληνικό Χρηµατιστήριο Ενέργειας γίνεται µε βάση την υψηλότερη τιµή της κάθε ώρας (οριακές τιµές), ανεξαρτήτως του µείγµατος των πηγών παραγωγής ενέργειας. Αυτό σηµαίνει ότι η τιµή του ακριβότερου καυσίµου (στην προκειµένη περίπτωση του φυσικού αερίου) καθορίζει συνολικά την τιµή του ρεύµατος, παρότι στο µείγµα παραγωγής περιλαµβάνονται και άλλες πηγές (όπως οι ΑΠΕ, ο λιγνίτης ή τα υδροηλεκτρικά) που καµία σχέση δεν έχουν µε το φυσικό αέριο ούτε η τιµή τους επηρεάζεται από την αύξησή του! Το ρεύµα τιµολογείται σαν να παραγόταν όλο από φυσικό αέριο, αν και η συµµετοχή του στην παραγωγή δεν ξεπερνά το 35-40%.

Αυτό σηµαίνει ότι οι τέσσερις µεγάλοι προµηθευτές (∆ΕΗ, Μυτιληναίος, Elpedison, Ηρων) έχουν υπερκέρδη, αφού πουλάνε όλη την ενέργεια είτε από λιγνίτη είτε από ΑΠΕ στην ακριβότερη τιµή, που σήµερα είναι αυτή του φυσικού αερίου στο Χρηµατιστήριο του Αµστερνταµ. Με βάση τα παραπάνω, ο πρώην πρόεδρος της ΡΑΕ κ. Κάπρος παραδέχτηκε τον Ιανουάριο –πολύ πριν από την τελευταία εκτόξευση της τιµής του φυσικού αερίου– ότι η τιµή των ΑΠΕ ήταν υπερτιµολογηµένη κατά 145%!

Στα παραπάνω πρέπει να συνυπολογίσουµε το κερδοσκοπικό όργιο της «αγοράς εξισορρόπησης». Εκεί οι προµηθευτές καταθέτουν σε πραγµατικό χρόνο προσφορές για την κάλυψη των «κενών» που µπορεί να έχουν προκύψει στο σύστηµα (εξισορρόπηση). Οσο αυξάνεται η χρήση των ΑΠΕ τόσο η ανάγκη για εφεδρείες πολλαπλασιάζεται (π.χ. προσωρινές ελλείψεις, ανάγκες ευστάθειας του συστήµατος κ.λπ.). Η τιµή της µεγαβατώρας στην «αγορά εξισορρόπησης» όµως µε βάση την ισχύουσα νοµοθεσία επιτρέπεται να εκτινάσσεται έως τις 4.240 ευρώ (συνήθως είναι 3.000 ευρώ). Ετσι µπορεί ένας ιδιώτης παραγωγός να δώσει µια ακριβή τιµή στο Χρηµατιστήριο Ενέργειας και να µην µπει στο σύστηµα την επόµενη ηµέρα, υπολογίζοντας ότι αν υπάρξει κάποια ανάγκη, θα µπορέσει να πουλήσει το ρεύµα στην «αγορά εξισορρόπησης» σε δεκαπλάσια τιµή από την τιµή της ηµέρας και σε εικοσαπλάσια από το κόστος παραγωγής !

Αν και οι τιµές χονδρικής της ενέργειας έχουν ανέβει πολύ σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, το 2021 τα ελληνικά οικιακά τιµολόγια κατέγραψαν αύξηση 80% ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι αυξήσεις ήταν µονοψήφιες. Γιατί;

Η εκτίναξη της τιµής του ρεύµατος αφορά όλη την Ευρώπη: οι λαοί σε όλες τις χώρες πληρώνουν την ιδιωτικοποίηση/απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας! Οµως εδώ πράγµατι η κυβέρνηση των «αρίστων της συµφοράς» έχει δώσει ρέστα. Η Ελλάδα είναι η µόνη χώρα στην οποία το 100% του ρεύµατος περνά µέσω του Χρηµατιστηρίου Ενέργειας. ∆εύτερη είναι η Ελβετία µε 38%, ενώ η κοιτίδα του νεοφιλελευθερισµού, το Ηνωµένο Βασίλειο, έχει µόλις 13%! Κάπου ανάµεσα κινείται η Γερµανία. Σε αυτές τις χώρες το υπόλοιπο ποσοστό ενέργειας καλύπτεται µε µακροχρόνια συµβόλαια, που επηρεάζονται λιγότερο από τις ηµερήσιες διακυµάνσεις των τιµών. Μέχρι και άνθρωποι της αγοράς ενέργειας λένε ότι στο Χρηµατιστήριο Ενέργειας καλό είναι να µην εντάσσεται πάνω από το 15% του παρεχόµενου ρεύµατος. Αλλά οι Χατζηδάκης, Σκρέκας, Μητσοτάκης επέλεξαν να… µεγαλουργήσουν και σε αυτό τον τοµέα, στέλνοντας βέβαια σε όλους εµάς τον λογαριασµό!

Λέγεται και υπάρχουν στοιχεία ότι οι σηµερινές εκρηκτικές αυξήσεις οφείλονται σε µεγάλο βαθµό στο ότι η κυβέρνηση της Ν∆ προχώρησε σε πρόωρη απολιγνιτοποίηση, εξαρτώντας πλήρως την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας από το πανάκριβο λόγω της συγκυρίας φυσικό αέριο.

Αυτό είναι άλλη µια πονεµένη ιστορία. Καταρχάς οι κυβερνήσεις της Ν∆ δεσµεύτηκαν ότι θα κλείσουν πλήρως τις λιγνιτικές µονάδες µέχρι το 2023, όταν η ίδια η Γερµανία έθετε το αντίστοιχο όριο στο 2038! Αυτό σήµανε τη βίαιη αντικατάσταση του λιγνίτη από το πολύ πιο ακριβό εισαγόµενο φυσικό αέριο. Η κυβέρνηση χρησιµοποίησε ως επιχείρηµα ότι λόγω του χρηµατιστηρίου ρύπων το κόστος παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη είχε πολλαπλασιαστεί και η ∆ΕΗ έµπαινε µέσα. Εδώ όµως υπάρχουν κάποια σοβαρά ζητήµατα που κρύβουν η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της.

Τι είναι το χρηµατιστήριο ρύπων και γιατί έπρεπε να υπάρχει; Η ΕΕ στο όνοµα της πράσινης µετάβασης οικοδόµησε ένα σύστηµα δικαιωµάτων εκποµπών ρύπων, µε βάση το οποίο µοίρασε «δικαιώµατα ρύπων» σε χώρες και εταιρείες και έστησε ένα «χρηµατιστήριο ρύπων». Στο πλαίσιο αυτό η ΕΕ φρόντισε να απονείµει δωρεάν δικαιώµατα ρύπων σε όλες τις ηλεκτροβόρες βιοµηχανίες ώστε να διαφυλάξει την ανταγωνιστικότητά τους και φόρτωσε το κόστος των ρύπων στις εταιρείες παραγωγής ενέργειας, που το µεταβιβάζουν άµεσα στον καταναλωτή.

Η χρηµατιστηριακή τιµή αυτού του ανύπαρκτου προϊόντος (του δικαιώµατος να ρυπαίνεις) εκτινάχτηκε στα 70 ευρώ/τόνο τον Νοέµβρη του 2021 από 18 ευρώ/τόνο τον Ιούνιο του 2018! Αντί να παίρνουν µέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, φορτώνουν στις πλάτες των λαών ένα «τέλος ρύπανσης» στους λογαριασµούς του ρεύµατος. Υπάρχει όµως και κάτι επιπλέον. Κατά την περίοδο 2012-14, όταν στηνόταν όλη αυτή η ιστορία, η Ελλάδα δεν ζήτησε να κατανεµηθούν για τις δικές της βιοµηχανίες παραγωγής ενέργειας (δηλαδή τη ∆ΕΗ) δωρεάν δικαιώµατα ρύπων, όπως έκαναν λ.χ. η Πολωνία, η Σλοβενία και άλλες λιγνιτοπαραγωγές χώρες στο πλαίσιο της µεταβατικής περιόδου. Ηταν τόση η µανία τους να διαλύσουν τη ∆ΕΗ που της φόρτωσαν κόστη ρύπων που µπορούσαν να είχαν αποφύγει. Την πορεία αυτή δεν ανέτρεψε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι όροι της απολιγνιτοποίησης είναι λοιπόν καταστροφικοί.

Τι λύσεις υπάρχουν;

Για να βγούµε από αυτό το αδιέξοδο πρέπει να συγκρουστούµε µε αυτούς που το δηµιουργούν και να σπάσουµε αυγά εδώ και τώρα. Καταρχάς, όλα τα αγαθά που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση (τρόφιµα, ρεύµα, νερό) πρέπει να αποδεσµευτούν από οποιαδήποτε φορολογική επιβάρυνση. Σήµερα στη βενζίνη τα ¾ της τιµής που πληρώνει ο καταναλωτής είναι οι φόροι!

∆εύτερον, να σταµατήσει αµέσως η τρέλα της διαπραγµάτευσης των βασικών αυτών αγαθών στα διάφορα χρηµατιστήρια και να επιβληθεί πλαφόν στις τιµές. ∆εν µπορεί η τιµή στο αλεύρι να εξαρτάται από το χρηµατιστήριο ούτε να µπαίνει πλαφόν στο ποσοστό κέρδους του εµπόρου, όπως νοµοθέτησε πρόσφατα η κυβέρνηση, αντί να µπει πλαφόν στις τιµές που πληρώνει ο καταναλωτής.

Τρίτον, η ∆ΕΗ και όλες οι επιχειρήσεις ενέργειας πρέπει να περάσουν στο κράτος, χωρίς αποζηµίωση, µε εργατικό και λαϊκό έλεγχο. Η ενέργεια όπως και η υγεία, η εκπαίδευση, το νερό είναι ζωτικά κοινωνικά αγαθά, πρέπει να ανήκουν εξ ολοκλήρου στο δηµόσιο και να βρίσκονται εκτός της σφαίρας οποιασδήποτε αγοράς. Για να υλοποιηθούν αυτά απαιτείται µια πολιτική ρήξης µε τα γεράκια των Βρυξελλών και τις κυβερνήσεις που στηρίζουν την πολιτική τους, µια πορεία ρήξης και αποδέσµευσης από την ΕΕ και τις επιταγές της. ∆ύσκολες καταστάσεις, δύσκολες αποφάσεις. Αλλιώς θα πούµε το ψωµί ψωµάκι.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου