Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Ο μπολσεβίκος επαναστάτης Λέων Τρότσκι

Ο Τρότσκι δέχεται στο γραφείο του ένα δημοσιογράφο της εφημερίδας El Universal (30.11.1937). Φωτo: Archivo/EL UNIVERSAL. Πηγή: www.lifo.gr

“Δεν υπάρχει λεκές  στην επαναστατική μου τιμή. Ούτε άμεσα ούτε έμμεσα έχω εισέλθει σε παρασκηνιακές συμφωνίες ή ακόμα και διαπραγματεύσεις με τους εχθρούς της εργατικής τάξης… Επί σαράντα τρία χρόνια της συνειδητής ζωής μου παρέμεινα επαναστάτης, από αυτά, τα σαράντα δύο χρόνια πολέμησα κάτω από το λάβαρο του μαρξισμού… Θα πεθάνω ένας προλετάριος επαναστάτης, ένας μαρξιστής, ένας διαλεκτικός υλιστής και επομένως ένας ασυμβίβαστος άθεος. Η πίστη μου στο κομμουνιστικό μέλλον της ανθρωπότητας δεν είναι λιγότερο φλογερή, αλλά ισχυρότερη από τις ημέρες της νιότης μου” .

Ο θεωρητικός του μαρξισμού που αντιτάχθηκε στον σταλινισμό και τον μαοϊσμό.Ο Λεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν,  με το επαναστατικό του όνομα Λέων Τρότσκι, ήταν επαναστάτης από γεννησιμιού του. Ήδη από παιδί καταπιάστηκε με τους αγώνες του εργατικού κινήματος, πολύ πριν έρθει σε επαφή με τον μαρξισμό, στον οποίο θα αφιέρωνε κατόπιν τη ζωή του.Το σπουδαίο θεωρητικό έργο του μαρξιστή διανοουμένου δεν θα κηλιδωνόταν ωστόσο από τις μηχανορραφίες του Στάλιν, που θα τον εξόριζαν οριστικά από την ίδια την ιστορία της ρωσικής επανάστασης .

Τον Μάιο του 1940, ο Τρότσκι και οι υποστηρικτές του υιοθέτησαν το «Μανιφέστο για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την προλεταριακή επανάσταση», στο οποίο ανοιχτά δήλωνε ότι «η προετοιμασία για την επαναστατική ανατροπή της ηγετικής κάστας της Μόσχας είναι ένα από τα κύρια καθήκοντα της IV Διεθνούς». Μια τέτοια δήλωση ισοδυναμούσε με επίσημη κήρυξη πολέμου στην σοβιετική κυβέρνηση. 

Από το βιβλίο του Νίκου Θεοδοσίου Ο  Αγνωστος Βιτσώρης  

Η “Αριστερή Αντιπολίτευση”, με ηγέτη τον ΛΤ, έκανε την εμφάνισή της το 1923, με το “γράμμα των 46”, προς την Κεντρική Επιτροπή. (επρόκειτο για 46 ηγετικά μέλη του κόμματος, μεταξύ των οποίων ήταν οι Πιατάκοβ, Πρεομπραζένσκι, Σμυρνόβ, Αντόνοβ-Οβσέγιενκο κλπ). Δύο ήταν τα βασικά σημεία του προγράμματός της: Η επαναφορά της πλήρους δημοκρατίας μέσα στο κόμμα και η γρήγορη εκβιομηχάνιση της χώρας .Το 1926 ενώθηκαν μαζί της και οι Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ  οι θέσεις της ενωμένης πλέον Αντιπολίτευσης, παρουσιάστηκαν στην περίφημη “Πλατφόρμα” προς το 15ο Συνέδριο του Κόμματος, το 1927. Ο Στάλιν, στηριζόμενος αποκλειστικά στην δεξιά πτέρυγα του κόμματος (Μπουχάριν, Ρύκοβ, Τόμσκι κλπ)…. πέτυχε να κηρυχθεί το κείμενο παράνομο.


Σύμφωνα με τον James Cannon, γενικό γραμματέα του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος των ΗΠΑ και στενού φίλου του Τρότσκι, τα τελευταία λόγια του ηγέτη στο νοσοκομείο ήταν: «Δεν θα επιβιώσω από αυτή την επίθεση. Ο Στάλιν κατάφερε τελικά να ολοκληρώσει το έργο που αποπειράθηκε ανεπιτυχώς και πρωτύτερα»...
 Η μελέτη της ζωής και των ιδεών του ΛΤ απέχει πολύ απ’ το να είναι ένα ζήτημα του παρελθόντος, με αποκλειστικά ιστορικό και θεωρητικό ενδιαφέρον. Ο καπιταλισμός εξακολουθεί, εδώ και δεκαετίες, να βρίσκεται σε συνθήκες δομικής κρίσης. Παρ’ όλη την τεράστια ανάπτυξη που γίνεται ολοένα και πιο φανερό πως αυτή η “ανάπτυξη” όχι μόνο δεν καλυτερεύει το βιοτικό επίπεδο των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων, αλλά ακριβώς το αντίθετο: ο μισός πλανήτης έχει στην κυριολεξία αφεθεί στην τύχη του, ενώ ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες οι άνεργοι και οι φτωχοί αυξάνονται καθημερινά. Αν σ’ όλα αυτά προστεθεί η οικολογική καταστροφή στην οποία έχει καταδικάσει ο καπιταλισμός τον πλανήτη, γίνεται φανερό πως η επανάσταση και η εργατική δημοκρατία, όσο κι αν φαίνεται μακρινή προοπτική για πολλούς, δεν παύει ν’ αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική προοπτική για την ανθρωπότητα.
Την ίδια στιγμή, οι σταλινικές και ρεφορμιστικές ηγεσίες του εργατικού κινήματος δεν κάνουν άλλο απ’ το να επαναλαμβάνουν τα λάθη του παρελθόντος και μάλιστα να στρέφονται με ταχείς ρυθμούς ολοένα και πιο δεξιά, έχοντας στην ουσία αποδεχτεί την οικονομική αλλά κυρίως την ιδεολογική κυριαρχία της “αγοράς”.
Τα ΚΚ εξακολουθούν να πιστεύουν στα “στάδια” της επανάσταση, οι συμμαχίες τους δε, εξακολουθούν να είναι στην κατεύθυνση των “λαϊκών μετώπων” του ’30. (το παράδειγμα του ΚΚΕ και του “αντιιμπεριαλιστικού – δημοκρατικού” του μετώπου, είναι από τα πιο χαρακτηριστικά).

 Διαβάζουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο του  ΛΕΟΝΑΡΔΟ ΠΑΔΟΥΡΑ, Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιάπου αναφέρεται στην δολοφονία του Τρότσκι σε  Μτφρ.: Κώστας Αθανασίου, Σελ.: 685, τιμή: 19,17, Εκδόσεις Καστανιώτη Πηγή: www.lifo.gr

Περιπλανώμενος και διωκόμενος ακόμη και στις χώρες όπου έβρισκε καταφύγιο, ο Τρότσκι είχε καταλάβει ότι ο Στάλιν του επιτρέπει να παραμένει ζωντανός επειδή ακριβώς τον είχε ανάγκη ως εξιλαστήριο θύμα. Το σταλινικό καθεστώς, πρέπει να τονίσουμε, εκείνη την εποχή ήταν πανίσχυρο και διέθετε «μακριά χέρια» σε πολλές χώρες - ευρωπαϊκές και μη. Ο Τρότσκι συνωμοτούσε με τον Χίτλερ (!), αυτός καταδίκασε τους κομμουνιστές του ισπανικού εμφυλίου σε ηττα (!), αυτός χρησιμοποιούσε τη Νορβηγία ως βάση για τις τρομοκρατικές του ενέργειες ενάντια στη Σοβιετική Ενωση και τους ηγέτες της. Ο συκοφαντικός κατάλογος ήταν περίπλοκος και άλλαζε ανάλογα με τις πολιτικο-στρατιωτικές εξελίξεις. «Οι κομμουνιστές έπρεπε να διασφαλίσουν την επιτυχία μιας επιχείρησης ικανής να τους εγγυηθεί τον έλεγχο των μετόπισθεν απαλλαγμένων απο τροτσκιστές και αναρχικούς. Η σοβιετική διοίκηση ήλπιζε πως αυτήν τη φορά οι Ισπανοί θα ήξεραν να παίξουν τον ρόλο τους». Σε τι αποσκοπούσε ο Τρότσκι; Η «αποστολή» του θύμιζε τις κατηγορίες εναντίον του Λένιν το ‘17: ο Λένιν είχε κατηγορηθεί ότι ήθελε να παραδώσει τη Ρωσία στα χέρια του Κάιζερ, όσο για τον Τρότσκι ήταν ηλίου φανεινότερο ότι ήθελε να προσφέρει τη Σοβιετική Ενωση στον Φύρερ... Βέβαια, με πολιτικά πεπραγμένα, με συκοφαντίες και αναδρομές μυθιστόρημα δεν γράφεται. Η αφήγηση έχει ανάγκη την άμεση ζωή, να παίρνει ανάσες απο τον παγιδευμένο χρόνο ενός προσώπου που, επειδή ακριβώς ήταν καταδικασμένο, πάσχιζε να περιφρουρήσει τη ζωή του και να περισώσει την οικογένειά του. Ο Παδούρα επ’ αυτού πέτυχε διάνα. Ο χρόνος του Τρότσκι τεμαχίζεται μαεστρικά. Τον παρακολουθούμε στην Πρίγκιπο όπου το θέαμα της Κωνσταντινούπολης τον αποσπά για λίγο από τις απειλές των διωκτών του, στη Γαλλία όπου οι άνθρωποι του Στάλιν δεν θ’ αργήσουν να τον καταστήσουν ανεπιθύμητο, στη Νορβηγία όπου ο πρωθυπουργός Κουίσλιγκ τον θέτει σε απομόνωση στο σπίτι του, και τέλος στο Μεξικό. Το χαρακτηριστικό είναι οτι ο Λιεφ Νταβίντοβιτς -ως πολιτικός με παγκόσμια φήμη- όφειλε σε κάθε εξορία του να υπογράφει βεβαίωση ότι δεν αποσκοπεί να εμπλακεί στην πολιτική κατάσταση της εκάστοτε χώρας. Το λογοτεχνικό τρικ του αφηγητή εν προκειμένω είναι ισχυρό: έχει έναν καταδικασμένο σε θάνατο, στον οποίο επιτρέπει ν’ απολαμβάνει οικογενειακές στιγμές, να ελπίζει, να διαβάζει και να γράφει ακαταπόνητα τα διάσημα κείμενά του - ένα από τα οποία ήταν, φυσικά, η βιογραφία του Στάλιν. Επίσης, να ερωτεύεται τη Φρίντα Κάλο... Το βιβλίο παίζει με τις δυο όψεις του αφηγηματικού νομίσματος: από τη μια ο Νταβίντοβις - από την άλλη ο δολοφόνος του Μερκαντέρ. Όσο κι αν γνωρίζουμε το τέλος, τα ενδιάμεσα περιστατικά που διαβάζουμε τα νιώθουμε ως δώρα προς έναν εκτελεσμένο που παραδόξως ζει ακόμα. Γι’ αυτό, άλλωστε, η περίπτωση του Μερκαντέρ λαμβάνει τέτοια διάσταση. Όταν, εν τέλει, ο Ραμόν φτάνει στη Μόσχα, η πρώτη σοβαρή κουβέντα που του απευθύνουν είναι μοιραία: «Φαντάζεσαι τι τιμή θ’ αποτελούσε να είσαι ο εκλεκτός που θα εξαφανίσει από προσώπου γης αυτό το προδοτικό κατακάθι, τον Τρότσκι; Ξέρεις οτι αυτός ο βρόμικος αρουραίος έχει ξεπουληθεί στους Γερμανούς και τους Γιαπωνέζους; Ότι έχει φτάσει σε σημείο να σχεδιάζει μαζικές δηλητηριάσεις Σοβιετικών εργατών για να σπείρει τον τρόμο στη χώρα;». Από ‘κει και πέρα αρχίζει η μεταμόρφωση του Ραμόν ή, πιο σωστά, η πλαστογράφηση της προσωπικότητάς του. Αλλάζει όνομα, από Ραμόν Μερκαντέρ ονομάζεται Στρατιώτης 13, Ρομάν Πάβλοβιτς, Ζακ Μορνάρ κ.λπ. Αλλάζει εθνικότητα - από Ισπανός γίνεται Βέλγος. Αλλάζει μητρική γλώσσα - απωθεί την ισπανική και υιοθετει τη γαλλική. Ασκείται στην απώθηση του αληθινού εαυτού του: δεν είναι αυτός που ήταν, αντίθετα είναι αυτός που του υπαγόρευσαν. Όλη του η ζωή ηταν προσχέδιο για να καταλήξει εκτελεστής του Τρότσκι. Οι εκπαιδευτές του τού εμφύτευσαν δανεικές αναμνήσεις, ιδέες που δεν ήξερε, τρόπους αντίδρασης σε συγκεκριμένες καταστάσεις, απαντήσεις στο καθετί. Από κει και πέρα ασκήθηκε στην αντοχή του δολοφόνου, στη χρήση των όπλων, στην πτώση με αλεξίπτωτο, στον αμοραλισμό που ιδιάζει στους ψυχρούς εκτελεστές. Άρα, ήταν έτοιμος για τον μεγάλο του άθλο. Ο αναγνώστης που τρώει σελίδες σαν άγρια κατσίκα μόνο και μόνο για να φτάσει επιτέλους στη δολοφονία πιστεύουμε ότι δυσανασχετεί λιγάκι με την άπειρη υπομονή του αφηγητή Ιβάν. Άλλωστε, από ένστικτο έχει υποψιαστεί ότι το βιβλίο έχει πολλαπλά διαζώματα και διάφορα μέρη που είναι δευτέρας διαλογής. «Ο θάνατος δεν βιαζόταν», διαβάζουμε στη σελίδα 562, ούτε βέβαια ο Παδούρα. Ο αναγνώστης, ωστόσο, βιάζεται για να βρεθεί στη σκηνή όπου ο άνθρωπος με τα πολλά ονόματα (και την αγάπη για τα σκυλιά) θα νιώσει ενώπιος ενωπίω με την ίδια την Ιστορία και τη μοίρα του. Εν τέλει, η τραγική σκηνή ανασκηνοθετείται στις σελίδες 576, 577, 578. Ο Ραμόν έχει δώσει ένα κείμενό του στον Τρότσκι για να το διορθώσει, αφού πρώτα κέρδισε την εμπιστοσύνη της οικογένειας και των φρουρών. Ο καταδικασμένος σε θάνατο γερο-Τρότσκι κάθεται στο γραφείο εκνευρισμένος για τα ορνιθοσκαλίσματα του κειμένου, ενώ ο Ραμόν τραβάει απο το πανωφόρι του την ορειβατική σκαπάνη: «Εκείνη τη στιγμή ο Ραμόν Μερκαντέρ αισθάνθηκε πως το θύμα του του είχε δώσει τη διαταγή. Ύψωσε το δεξί του μπράτσο, το έφερε μέχρι πίσω από το κεφάλι του, έσφιξε δυνατά την κομμένη λαβή κι έκλεισε τα μάτια. Δεν μπόρεσε να δει ότι την τελευταία στιγμή ο κατάδικος, με τα μουντζουρωμένα χαρτιά στο χέρι, έστρεφε το κεφάλι και είχε ακριβώς όσο χρόνο χρειαζόταν για να διακρίνει τον Ζακ Μορνάρ τη στιγμή που κατέβαζε με όλη του τη δύναμη τη σκαπάνη που αναζητούσε το κέντρο του κρανίου του. Η κραυγή τρόμου και πόνου ταρακούνησε τα θεμέλια του άχρηστου φρουρίου της λεωφόρου Βιένα». Ανεκδοτολογικά και μόνο μπορούμε να θυμισουμε τη διαφορά αντίδρασης έναντι του Στάλιν που επέδειξε ένα άλλο, εξίσου διάσημο, υποψήφιο θύμα. Το 1950, τρία χρόνια πριν από τον θάνατο του Στάλιν, ο Γιόσιπ Μπροζ, γνωστός ως Τίτο, έστειλε μια επιστολή στον Στάλιν όπου έγραφε τα εξής: «Στάλιν, πάψε να στέλνεις δολοφόνους για να με βγάλουν από τη μέση. Αν δεν σταματήσεις αυτή την ιστορία, θα στείλω εγώ προσωπικά έναν άνθρωπο στη Μόσχα και δεν θα χρειαστεί να στείλω άλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου